«Μήν φοβῆσαι τίς θλίψεις, νά φοβῆσαι μόνον τόν Κύριον…» ~ Όσιος στάρετς Ανατόλιος της Όπτινα

«Μὴν φοβῆσαι τὶς θλίψεις, νὰ φοβῆσαι μόνον τὸν Κύριον…»
Όσιος στάρετς Ανατόλιος ο νέος της Όπτινα (+30 Ιουλίου 1922)


Ἀπὸ αὐτὸ θὰ ἐξαπλωθοῦν παντοῦ αἱρέσεις καὶ θὰ πλανήσουν πολλοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους θὰ ἐνεργεῖ μὲ πονηρία, μὲ σκοπὸ νὰ ἑλκύση ἐντὸς τῆς αἱρέσεως ἐὰν ἦτο δυνατὸν ἀκόμη καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.
Δὲν θὰ ἀρχίσει κατ᾽ εὐθείαν νὰ ἀπορρίπτη τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὴν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ θὰ ἀρχίση ἀνεπαισθήτως νὰ διαστρέφη τὶς διδασκαλίες καὶ τοὺς θεσμοὺς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ πραγματικὸ νόημά τους, ὅπως μᾶς παρεδόθησαν ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ὀλίγοι θά ἀντιληφθοῦν αὐτές τίς πανουργίες τοῦ ἐχθροῦ, ἐκεῖνοι μόνον οἱ πλέον πεπειραμένοι εἰς τήν πνευματικήν ζωήν. Οἱ αἱρετικοί θά πάρουν τήν ἐξουσίαν ἐπί τῆς Ἐκκλησίας καί θά τοποθετήσουν ἰδικούς των ὑπηρέτας παντοῦ, οἱ δέ πιστοί θά καταφρονῶνται.
Ὁ Κύριος εἶπεν: «ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτοὺς» καὶ ἔτσι ἀπὸ τοὺς καρπούς των, ὅπως ἐπίσης καὶ ἀπὸ τὶς ἐνέργειες τῶν αἱρετικῶν, ἀγωνίσου νὰ διακρίνης αὐτοὺς ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς ποιμένας. Αὐτοὶ εἶναι πνευματικοὶ ληστές, λεηλατοῦντες τὸ πνευματικὸν ποίμνιον καὶ θὰ εἰσχωροῦν εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων (τὴν Ἐκκλησίαν) ἀναβαίνοντες ἀλλαχόθεν (καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν πύλην), ὅπως ἀκριβῶς προεῖπεν ὁ Κύριος. 
Θὰ εἰσχωροῦν παρανόμως, μεταχειριζόμενοι βίαν καὶ καταπατοῦντες τοὺς θείους θεσμούς. Ὁ Κύριος τοὺς ἀποκαλεῖ κλέπτας (Ἰω. ι’, 1). Πράγματι, τὸ πρῶτο ἔργο ποὺ θὰ κάνουν θὰ εἶναι ὁ διωγμὸς τῶν ἀληθινῶν ποιμένων, ἡ φυλάκισις καὶ ἡ ἐξορία τους, διότι χωρὶς αὐτὸ θὰ εἶναι ἀδύνατον σ’ αὐτοὺς νὰ λεηλατήσουν τὰ πρόβατα.
Γι᾽ αὐτὸ παιδί μου, ὅταν ἴδης τὴν παραβίασιν τῆς πατερικῆς παραδόσεως καὶ τῆς Θείας Τάξεως εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, τῆς Τάξεως ποὺ ἐγκαθιδρύθη ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, γνώριζε ὅτι οἱ αἱρετικοὶ ἔχουν ἤδη ἐμφανισθεῖ, ἂν καὶ πρὸς τὸ παρὸν μπορεῖ νὰ ἀποκρύπτουν τὴν ἀσέβειά τους. Ἀκόμη θὰ διαστρέφουν τὴν Ἁγίαν Πίστιν (Ὀρθοδοξίαν) ἀνεπαισθήτως μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιτύχουν, καλύτερα νὰ παραπλανήσουν καὶ δελεάσουν τοὺς ἀπείρους στὰ δίκτυά τους. 
Ὁ διωγμός δέν θά στρέφεται μόνον ἐναντίον τῶν ποιμένων, ἀλλά ἐναντίον ὅλων τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Θεοῦ, διότι ὅλοι ἐκεῖνοι πού  θά κυβερνῶνται ἀπό τήν αἵρεσιν δέν θά ἀνέχονται τήν εὐσέβειαν. 
Νὰ ἀναγνωρίζης αὐτοὺς τοὺς λύκους μὲ ἔνδυμα προβάτων, ἀπὸ τὶς ὑπερήφανες διαθέσεις τους καὶ τὴν ἀγάπη τους γιὰ τὴν ἐξουσία. Θὰ εἶναι συκοφάντες, προδότες, ἐνσπείροντες πανταχοῦ ἔχθραν καὶ κακίαν. 
Οἱ ἀληθινοὶ ὑπηρέται τοῦ Θεοῦ εἶναι ταπεινοί, ἀγαποῦν τὸν πλησίον καὶ εἶναι ὑπήκοοι εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Οἱ Μονάζοντες θὰ καταπιέζονται μεγάλως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ὁ μοναχικὸς βίος θὰ περιφρονεῖται. Τὰ Μοναστήρια θὰ λιγοστεύσουν, ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν θὰ μειωθεῖ καὶ αὐτοὶ ποὺ θὰ μένουν θὰ ὑποφέρουν ποικίλους ἐκβιασμούς. Αὐτοὶ οἱ ἐχθροὶ τοῦ μοναχικοῦ βίου, τέλος πάντων, ἔχοντες ἐμφάνισιν μόνον εὐσεβείας, θὰ προσπαθοῦν νὰ ἑλκύουν τοὺς μοναχοὺς μὲ τὸ μέρος τῶν, ὑποσχόμενοι σ’ αὐτοὺς προστασία καὶ γήινα ἀγαθά, κακοποιοῦντες τοὺς ἀντιτιθεμένους σ’ αὐτοὺς μὲ διώξεις. 
Αὐτὲς οἱ κακοποιήσεις θὰ προξενοῦν μεγάλη ἀπόγνωση στοὺς ὀλιγοψύχους, ἀλλὰ ἐσὺ παιδί μου νὰ χαίρεσαι, διότι ἔχεις ζήσει μέχρι τοῦτον τὸν καιρόν, 
ἐπειδή σύμφωνα μέ τόν λόγον τοῦ Κυρίου (Ματθ. ι´ 32), οἱ πιστοί τότε, πού  δέν ἔχουν δείξει τίποτα ἄλλες ἀρετές, θά λάβουν στεφάνους μόνον καί μόνον ἐπειδή ἐστάθησαν στέρεοι εἰς τήν πίστιν. 
Νὰ φοβῆσαι τὸν Κύριον, παιδί μου. Νὰ φοβῆσαι μήπως ἀπολέσης τὸν στέφανον ποὺ ἑτοιμάσθηκε γιὰ σένα. Νὰ φοβῆσαι μὴν ἀποβληθῆς παρὰ τοῦ Κυρίου εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον καὶ τὴν αἰώνιον κόλασιν. 
Στέκε ἀνδρείως εἰς τήν πίστιν καί ἐάν εἶναι ἀναγκαῖον ὑπόμενε διωγμούς καί ἄλλες θλίψεις, διότι ὁ Κύριος θά εἶναι μαζί σου καί οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καί Ὁμολογηταί θά βλέπουν μέ χαρά τούς ἀγῶνας σου.
Ὅμως ἀλλοίμονον στοὺς ἀνθρώπους σ᾽ αὐτὲς τὶς ἡμέρες ποὺ θὰ εἶναι δεμένοι μὲ ὑπάρχοντα καὶ πλούτη, οἱ ὁποῖοι ἕνεκα τῆς ἀγάπης, τῆς «εἰρήνης» θὰ εἶναι ἕτοιμοι νὰ ὑποταχθοῦν εἰς τοὺς αἱρετικούς. Αὐτοὶ θὰ ἀποκοιμίζουν τὴν συνείδησή τους μὲ τὸ νὰ λένε «ἐμεῖς συντηροῦμε καὶ σώζομε τὸ μοναστήρι, καὶ ὁ Κύριος θὰ μᾶς συγχωρήση». Οἱ ταλαίπωροι καὶ τυφλοὶ δὲν ἀντιλαμβάνονονται ὅτι διὰ μέσου τῆς αἱρέσεως οἱ δαίμονες θὰ εἰσέρχονται στὸ μοναστήρι, τὸ ὁποῖον δὲν θὰ εἶναι πλέον τότε ἕνα ἅγιο μοναστήρι, ἀλλὰ γυμνοὶ τοῖχοι ἀπὸ ὅπου ἡ χάρις θὰ ἀποχωρεῖ.
Ὁ Θεός ὁπωσδήποτε εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό τούς ἐχθρούς καί ποτέ δέν θά ἐγκαταλείψη τούς ὑπηρέτας του. Ἀληθινοί Χριστιανοί θά εὑρίσκονται ἕως τέλους τοῦ αἰῶνος τούτου, μόνον πού θά προτιμοῦν νά ζοῦν σέ ἀπομακρυσμένους καί  ἐρημικούς τόπους. 

Νά μήν φοβῆσαι τίς θλίψεις, ἀλλά μᾶλλον νά φοβῆσαι τήν ὀλέθριον αἵρεσιν, διότι αὐτό εἶναι πού μᾶς γυμνώνη ἀπό τήν θεία χάρη καί μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Χριστόν. 
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος διὰ τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ θεωροῦμε τοὺς αἱρετικοὺς σὰν Χριστοκαπήλους καὶ εἰδωλολάτρας. Καὶ ἔτσι παιδί μου ἐνδυναμοῦ μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Βιάσου νὰ ὁμολογήσεις ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ νὰ ὑπομένεις θλίψεις σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ (Β Τιμ. β´ 1-3), ὁ ὁποῖος εἶπε «γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀποκ. β´ 10). 
Εἰς Αὐτὸν σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι ἂς εἶναι Δόξα, Τιμὴ καὶ Κράτος εἰς αἰῶνα αἰώνων. Ἀμήν.
Όσιος στάρετς Ανατόλιος ο νέος της Όπτινα (+30 Ιουλίου 1922)
«Μὴν φοβῆσαι τὶς θλίψεις, νὰ φοβῆσαι μόνον τὸν Κύριον…»

Ή νηπτικῆ ἐργασία ὡς ἀνάγκη ἐπιτακτική ~ πρωτοπρ. Ιωάννης Φωτόπουλος

Ή νηπτικῆ ἐργασία ὡς ἀνάγκη ἐπιτακτική
Πρωτοπρ. Ιωάννου Φωτοπούλου


«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, 

οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν Εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ Δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διὸ τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς Αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμονες. 


Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπὶ τούτοις τοὺς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας ἀδελφικῶς τε καὶ πατροποθήτως εἰς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς εὐσεβείας, ὑπὲρ ἧς ἀγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καὶ λέγομεν· Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων εὐσεβῶν Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, ἰωνία ἡ μνήμη.» (Συνοδικό τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου)

Φρονοῦμε ὅτι οὐδείς καί δί’ οὐδένα λόγο δικαιοῦται νά κηρύττει «ἄλλο Εὐαγγέλιο» ἀπό αὐτό πού ἐκήρυξαν οἱ θεοκήρυκες Ἀπόστολοι. Συγκεκριμένα:

α) Δὲν δικαιοῦται κανεὶς νὰ ἐξισώνει τὸ μοναδικὸ ἐν τὴ Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία τελεσιουργούμενο μυστήριο τῆς Σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὶς αἱρετικὲς «ἐκκλησίες» τῆς Δύσεως, τὶς παρασυναγωγὲς τῆς πλάνης. Πολὺ περισσότερο δὲν μπορεῖ νὰ θέτει σὲ ἴση μοίρα τὴν Ἐκκλησία μὲ τὶς «θρησκεῖες» ἢ «θρησκεύματα» ἢ «θρησκευτικὰ μορφώματα», μὲ τὰ ἀνθρώπινα δηλ. καὶ δαιμονικὰ κατασκευάσματα ἀπόπειρας προσεγγίσεως τοῦ Θεοῦ.
β) Ὁμοίως οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ ἐξισώνει καὶ νὰ παραλληλίζει τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων ἐν τὴ Ἐκκλησία μὲ τὶς ἐμπειρίες τῶν πιστῶν ἄλλων θρησκειῶν, ἐμπειρίες πλάνης ἢ καὶ ἀποδεδειγμένως δαιμονικὲς καὶ νὰ τὶς ὀνομάζει «πνευματικὲς» ἢ «προφητικές», δημιουργώντας σύγχυση στὰ κριτήρια τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.
γ) Οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ θεολογεῖ περὶ Ἐκκλησίας, Ἁγίας Τριάδος, Ἁγίου Πνεύματος κ.λ.π. ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τὴ θεοσοφὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Πατέρων αὐτοσχεδιάζοντας ἢ ἐπικαλούμενος αἱρετικοὺς συγγραφεῖς ἢ ἐπενδύοντας στὸ συναίσθημα τῶν ἀναγνωστῶν του.
δ) Οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ ἀποπειραθεῖ νὰ θέσει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὴν ὑπηρεσία οὐδενός. Πολὺ περισσότερο νὰ προσπαθήσει νὰ τὴ θέσει στὴν ὑπηρεσία τῶν «δυνάμεων ἐνοποιήσεως τῆς ἀνθρωπότητος», τῆς ἀντιχριστῆς παγκοσμιοποιήσεως, ἡ ὁποία σήμερα συνθλίβει τὰ πρόσωπα καὶ τὰ ἔθνη.
Καμμιὰ ἐνοποίηση, καμμιὰ κοινωνία ἀγάπης καμμιὰ παγκόσμια κοινότητα, καμμιὰ οἰκουμενικότητα δὲν εἶναι ἐφικτὴ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία καλοῦνται ὅλοι, γιὰ νὰ γίνουν μέλη της, μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία καὶ τὴν προσευχὴ τοῦ Κυρίου μᾶς «ἴνα πάντες ἐν ὦσι».
Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ προσθέσουμε ὅτι τὶς συνεννοήσεις μεταξὺ τῶν ἐθνῶν, ὥστε νὰ ἐξασφαλίζεται μία εἰρηνικὴ συμβίωση μὲ τοὺς ἄλλους, τὴν ἀναλαμβάνουν ὡς δικό τους διακόνημα οἱ κοσμικὲς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες.

Ἡ τυχὸν συμπαράσταση κληρικῶν σ’ αὐτὲς τὶς ἐξουσίες σὲ δύσκολες στιγμὲς κρίσεων, ποτὲ δὲν πρέπει νὰ καταλήγει σὲ διαθρησκειακὲς συναντήσεις, ποὺ διαπιστωμένα καταλήγουν σὲ κοινὲς θεωρητικὲς-θρησκευτικὲς τοποθετήσεις π.χ. περὶ τοῦ ἰδίου Θεοῦ ὅλων τῶν θρησκειῶν, περὶ δυνατότητος καθάρσεως τῆς καρδίας ἀπὸ κάθε θρησκεία κ.λ.π. Μποροῦν οἱ ὀρθόδοξοι ποιμένες ἐξ ἀγάπης νὰ βοηθήσουν «πρεσβευτικὰ» σὲ δύσκολες στιγμὲς γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ εἰρήνη, διακριτικά, δίνοντας καὶ τὴ χριστιανική τους μαρτυρία.

Ἐπειδὴ σήμερα πολλοὶ καὶ ὁμιλοῦν καὶ γράφουν περὶ μίας «Νέας Ἐποχῆς», περὶ νέων συνθηκῶν καὶ προκλήσεων στὶς ὁποῖες θὰ πρέπει νὰ ἀνταποκριθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία, καὶ μ’ αὐτὴ τὴ «χρηστολογία», δηλ. τὰ ὡραία λόγια ἐξαπατοῦν τὶς καρδιὲς τῶν ἀκάκων πιστῶν (Ρωμ. 16,18) διδάσκοντάς τους «ἐντάλματα ἀνθρώπων», φρονοῦμε ὅτι ὡς Χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. 

Δεν πρέπει να καταλάβει την καρδιά μᾶς ἄλλη ἀγάπη ἀπό την ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄλλη ἐλπίδα ἀπό την ἐλπίδα τοῦ Χριστοῦ και ἄλλη πίστη ἀπό την πίστη τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ νὰ ἐπιτευχθοῦν αὐτὰ χρειάζεται διαρκὴς πνευματικὴ ἐργασία. Εἶναι ἡ «λεπτὴ ἐργασία» ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας, κατὰ τὸν  γιο Παΐσιο. Ὁ Κύριός μας μᾶς προτρέπει: «ἐργάζεσθε …τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 6,27). 

Σκοπός αὐτῆς τῆς ἐργασίας εἶναι νά καταρτισθοῦμε, νά οἰκοδομηθοῦμε στήν Ἐκκλησία, να φθάσουμε στήν ἑνότητα τῆς πίστεως, «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4, 13). 

Κατὰ τὴν ἐργασία αὐτὴ πλουτιζόμεθα στὴ γνώση καὶ τὴν πίστη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἐργασία δὲν εἶναι αὐτόνομη καὶ αὐτοσχέδια. Βασίζεται στὴ δογματική, κανονική, ἀσκητικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴ λατρεία της. Αὐτὴ ἡ διδασκαλία εἶναι παραδεδομένη σὲ μᾶς τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, Προφῆτες, Εὐαγγελιστές, ποιμένες καὶ διδασκάλους ποὺ ἔδωσε, ποὺ χάρισε ὁ Χριστὸς στὴν Ἐκκλησία Του. Γράφει ὁ Ἀπόστολος: «καὶ Αὐτὸς (ὁ Χριστὸς) ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστᾶς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους πρὸς καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4,11-12).

Καί ὅταν ἐργάζεται πνευματικά κάθε χριστιανός  μέ βάση αὐτήν τήν διδασκαλία τῶν Ἅγιων, προκόπτοντας στήν πίστη καί γνώση τοῦ Θεοῦ, εὔκολα ἀντιλαμβάνεται διδασκαλίες, λόγους καί ἰδέες πού δέν ταυτίζονται μέ τήν ἁγιωτάτη ὀρθόδοξη Παράδοση. 

Δέν «κλυδωνίζεται» καί δέν «περιφέρεται» «παντί ἀνέμω τῆς διδασκαλίας» (δέν πηγαίνει «ὅπου φυσάει ὁ ἄνεμος») δέν γίνεται θύμα τῆς «κυβείας»123 τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων (Ἐφεσ. 4,14). 

Ἀλλά ἀληθεύοντας ἐν ἀγάπη, μέ τήν ἀρωγή τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, αὐξάνει τόν ἀγώνα του καί προσφέρει στόν Χριστό τά πάντα, ἐνούμενος περισσότερο μέ Αὐτόν, τήν κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας (Ἐφεσ. 4,15).

Λαμβανομένης ὑπ’ ὄψιν αὐτῆς τῆς διδασκαλίας, καμμιὰ αὐθεντία δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβληθεῖ στὴν συνείδηση τῶν ὀρθοδόξων εἴτε ἱερατικὴ εἴτε ἀρχιερατικὴ εἴτε συνοδική, ἂν δὲν συμφωνεῖ κατὰ πάντα μὲ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση, δηλ. τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, Πατέρων καὶ Διδασκάλων. Καὶ καμμιὰ «ὑπακοὴ» δὲν ὀφείλεται σὲ ἀντιευαγγελικές, ἀντικανονικές, ἀντιπατερικὲς καὶ γενικῶς ἀντορθόδοξες διδασκαλίες. Ἡ αὐθεντία στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν αὐθεντία τοῦ γκουροὺ – Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ πηγὴ ἀλήθειας ὅ,τι κι ἂν κάνει, ὅ,τι κι ἂν πεῖ.
Ἡ αὐθεντία στὴν Ὀρθοδοξία ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὸν Αὐθέντη Χριστό, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ αἷμα Τοῦ ἀπέκτησε τὴν Ἐκκλησία Του καὶ παρέδωσε στοὺς ποιμένες καὶ διδασκάλους τὴ διδαχή Του πρὸς σωτηρία μας. Οὐδεὶς δύναται νὰ διεκδικεῖ ἀλάθητο, λόγω τίτλου ἢ θέσεως. Οὐδεὶς εἶναι ποιμὴν «ἀφ’ ἑαυτοῦ». 

Σέ ὅσους λοιπόν ποιμένες φέρουν τήν αὐθεντική διδαχή τοῦ Χριστοῦ, σ’ αὐτούς ὀφείλουν οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ὑπακοή, γιατί αὐτοί οἱ ποιμένες εἶναι οἱ ὑπό τοῦ Χριστοῦ τεταγμένοι πρός καταρτισμόν τῶν ἁγίων, δήλ. τῶν πιστῶν. Αὐτοί ὁδηγοῦν τούς χριστιανούς στήν ἐν Χριστῷ τελειότητα καί τούς προφυλάσσουν ἀπό τήν ἐπιβουλή τῆς πλάνης.

Στοὺς ἄλλους, τοὺς ψευδοποιμένες, ποὺ δὲν φέρουν αὐτὴ τὴν ὀρθόδοξη διδαχή, ποὺ ὅταν δοῦν τὸν λύκο ἐρχόμενο ἀφήνουν τὰ πρόβατα καὶ φεύγουν (Ἰωάν. 10, 12), ποὺ οἱ ἴδιοι μετατρέπονται σὲ ἄγριους λύκους καὶ κατατρώγουν τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 20,29), ποὺ στρεβλώνουν τὴν Ἁγία Γραφὴ ὄντες ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι (Β Πέτρου 3, 16), ποὺ ἐνῶ ἔχουν τεθεῖ ὡς ἐπίσκοποι – σκοποὶ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ φυλάσσουν τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ τοὺς προειδοποιοῦν γιὰ κάθε κίνδυνο, ἀδιαφοροῦν (Ἰεζ. 33, 7-8) ποὺ μολύνουν, διαφθείρουν καὶ ρημάζουν τὸν ἀγαπημένο ἀμπελώνα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς πλανεμένες διδασκαλίες τοὺς (Ἱερεμ. 12, 10), σ’ αὐτοὺς ὄχι μόνο ὑπακοὴ δὲν ὀφείλουμε, ἀλλὰ οὔτε τὴν πόρτα μας δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀνοίγουμε οὔτε καὶ νὰ τοὺς χαιρετοῦμε (Β’ Ἰωάν. 10- 11).
___________________________________________________________________________________

123 «Κυβευταὶ λέγονται ἐκεῖνοι ὁπού παίζουν τὰ ἀζάρια. Τοιοῦτοι δὲ εἶναι καὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι, διότι μεταθέτουν εἰς τὴν πλάνην τοὺς καθὼς θέλουν τοὺς ἁπλοὺς καὶ ἀκάκους ἀδελφοὺς ὡσὰν τὰ ἀζάρια» (Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τὰς ΙΔ Ἐπιστολᾶς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόμος δεύτερος, Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σ. 436).

Πρωτ. Ιωάννης Φωτόπουλος

Ή νηπτικῆ ἐργασία ὡς ἀνάγκη ἐπιτακτική 

από το βιβλίο Θεανθρώπινη Καθολικότητα
ή Πανθρησκειακή Παγκοσμιότητα
Κριτικὲς τοποθετήσεις στο βιβλίο «Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία»
Ἀρχιεπ. Αλβανίας κ. Αναστασίου

Η συμμετοχή μας στο μυστήριο της Αναστάσεως ~ Μητρ. Ναυπάκτου Ιερόθεου Βλάχου

Η συμμετοχή μας στο μυστήριο της Αναστάσεως
Μητρ. Ναυπάκτου Ιερόθεου Βλάχου



Ποιοι σώθηκαν στον Άδη

Με την κάθοδο του Χριστού στον Άδη δεν σώθηκαν όλοι όσοι ευρίσκονταν εκεί, αλλά μόνον οι δίκαιοι, όσοι είχαν φθάσει, κατά διαφόρους βαθμούς, στην θέωση. Ο άγιος Επιφάνιος θα πει ότι δεν σώθηκαν όλοι όσοι ευρίσκονταν εκεί, αλλά μόνον οι πιστεύσαντες. Και αυτό πρέπει να ερμηνευθή από την άποψη ότι αναγνώρισαν τον Χριστό όσοι είχαν κοινωνία με τον άσαρκο Λόγο, όσο ζούσαν στην ζωή.
Ξέρουμε από άλλες διδασκαλίες της Αγίας Γραφής και της πατερικής Παραδόσεως ότι ο φωτισμός και η θέωση υπήρχαν και στην Παλαιά Διαθήκη για όσους αξιώθηκαν να δούν τον άσαρκο Λόγο και είχαν φθάσει στην θέωση, με την διαφορά ότι δεν είχε ακόμη καταργηθεί ο θάνατος, γι’ αυτό πήγαιναν στον Άδη. Ο Χριστός με την κάθοδό Του σε αυτόν κατήργησε το κράτος του θανάτου και όσοι είχαν κοινωνία μαζί Του πίστευσαν ότι Αυτός είναι δυνατός και κραταιός, ο σωτήρ των ανθρώπων, και έτσι ελευθερώθηκαν.
Η αξία του Μ. Σαββάτου
Η ημέρα του Μ. Σαββάτου, όταν η ψυχή του Χριστού με την θεότητα βρισκόταν στον Άδη και το σώμα μαζί με την θεότητα βρισκόταν στον τάφο, οπότε νικήθηκε το κράτος του διαβόλου και του θανάτου, θεωρείται μεγάλη ημέρα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού συνδέεται με την ημέρα της Κυριακής.
Στα λειτουργικά κείμενα συσχετίζεται η εβδόμη ημέρα της δημιουργίας, κατά την οποία ο Θεός μετά την δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου «κατέπαυσε από πάντων των έργων αυτού», με την ημέρα του Μ. Σαββάτου, κατά την οποία κατέπαυσε και ο Χριστός από όλα εκείνα που έκανε για την σωτηρία του ανθρώπου. Γι’ αυτό, όπως ψάλλουμε, «τούτο γαρ εστι το ευλογημένον Σάββατον».
Ο σαββατισμός στην ορθόδοξη Παράδοση έχει και μια άλλη σημασία. Στην ουσία συνιστά την κατάπαυση του ανθρώπου, τον ησυχασμό, την λεγομένη ιερά ησυχία με όλο το περιεχόμενό της. Ο Απόστολος Παύλος, αφού αναφέρει ότι ο σαββατισμός είναι απαραίτητος για τον λαό του Θεού, συνιστά: «Σπουδάσωμεν ουν εισελθείν εις εκείνην την κατάπαυσιν» (Εβρ. δ’, 11). Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θα πει ότι… 
όταν ο άνθρωπος απομακρύνει κάθε λογισμό από τον νου και όταν με επιμονή και αδιάλειπτη προσευχή ο νους επιστρέψη μέσα στην καρδιά, τότε εισέρχεται στην θεία κατάπαυση, δηλαδή στην θεοπτία, στην θεωρία του Θεού.
Αυτή η κατάπαυση, αυτός ο ησυχασμός δεν είναι αδράνεια, αλλά μεγάλη κίνηση. Όπως ο Θεός, καίτοι κατέπαυσε την εβδόμη ημέρα, εν τούτοις όμως εξακολουθούσε να διευθύνη τον κόσμο με την άκτιστη ενέργειά Του, 
έτσι και ο άνθρωπος, όταν βρίσκεται σε κατάσταση πνευματικής θεωρίας, κάνει το μεγαλύτερο έργο, ενώνεται με τον Θεό και στην συνέχεια αγαπά ό,τι αγαπά και ο Θεός. Γι’ αυτό μπορούμε να πούμε ότι είναι δυνατόν να ζήσει κανείς την Ανάσταση του Χριστού μέσα από την δική του κατάπαυση, δηλαδή μέσα από τον δικό του ησυχαστικό τρόπο ζωής. 
Όσο κανείς εισέρχεται στον θείο σαββατισμό, στην θεία κατάπαυση τόσο και βιώνει την ανάσταση. Η ευχή «καλή ανάσταση» πρέπει να συνοδεύεται και να ακολουθή από την ευχή «καλή κατάπαυση».
Η τριήμερη έγερση του Χριστού
Είναι σημαντικός και ο λόγος για τον οποίο ο Χριστός αναστήθηκε μετά από τρεις ημέρες και όχι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Θα μπορούσε, δηλαδή, ο Χριστός να αναστηθεί αμέσως μετά τον θάνατό Του στον Σταυρό, αλλά αναστήθηκε τριήμερος για να πιστοποιηθεί το μυστήριο του θανάτου, το οποίο διαφορετικά θα μπορούσε να αμφισβητηθεί. Δεν παρέμεινε περισσότερο χρόνο για να μη συκοφαντηθεί το μυστήριο της αναστάσεως στο διάμεσο χρονικό διάστημα. Γιατί, όσο αργούσε τόσο και θα δημιουργούσε προβλήματα και ερωτήματα στους Ιουδαίους και τους Μαθητάς (Μακάριος Χρυσοκέφαλος). Γι’ αυτό, το διάστημα των τριών ημερών ήταν το πιο κατάλληλο για να μην αμφισβητηθή το μυστήριο του θανάτου, ούτε και να κατηγορηθεί το μυστήριο της Αναστάσεως του Χριστού.


Η αξία της Κυριακής

Ο Χριστός αναστήθηκε τις πρωϊνές ώρες της Κυριακής. Δεν γνωρίζουμε τον πραγματικό χρόνο της Αναστάσεώς Του, αφού κανείς δεν τον είδε την ώρα εκείνη, αλλά πιστοποιήθηκε όταν βαθειά χαράματα οι Μυροφόρες γυναίκες πήγαν στο μνημείο για να αλείψουν το σώμα του Χριστού με αρώματα. Έτσι, η Κυριακή, η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού. Εάν ο Χριστός το Σάββατο νίκησε το κράτος του θανάτου, την Κυριακή πιστοποιήθηκε σε όλους η Ανάστασή Του, ότι Αυτός είναι ο νικητής του θανάτου και του διαβόλου.
Η ημέρα της Κυριακής στον λεγόμενο εβδομαδικό χρόνο είναι η πρώτη ημέρα από την οποία αριθμείται η εβδομάδα, αλλά και η ογδόη, επειδή βρίσκεται μετά το τέλος της εβδόμης ημέρας, δηλαδή μετά το Σάββατο. Στην Παλαιά Διαθήκη θεωρείται σημαντική ημέρα, αφ’ ενός μεν γιατί είναι η πρώτη ημέρα της δημιουργίας του κόσμου, κατά την οποία έγινε το φώς, αφ’ ετέρου δε γιατί και αυτή θεωρείται αγία κατά την εντολή: «επτά ημέρας προσάξατε ολοκαυτώματα τω Κυρίω, και η ημέρα η ογδόη κλητή αγία έσται υμίν, και προσάξατε ολοκαυτώματα τω Κυρίω. (Λευιτ. κγ’, 36).
Ο Μωϋσής την πρώτη ημέρα δεν την αποκαλεί πρώτη, αλλά μία. Και, ερμηνεύοντας ο Μ. Βασίλειος, λέγει ότι την αγία Κυριακή, κατά την οποία αναστήθηκε ο Χριστός, την ονομάζει μία ημέρα για να οδηγήσει την έννοιά μας προς την μέλλουσα αιώνια ζωή. Τώρα η Κυριακή είναι τύπος του μέλλοντος αιώνος, τότε όμως θα είναι αυτός ο ίδιος ο όγδοος αιών. Αν σκεφθεί κανείς ότι ο εβδομαδιαίος κύκλος συμβολίζει όλο τον χρόνο της ζωής των ανθρώπων και η Κυριακή είναι τύπος του μέλλοντος ογδόου αιώνος, τότε είναι η μία και μοναδική ημέρα. Ο Μ. Βασίλειος αποκαλεί την Κυριακή «απαρχήν των ημερών», «ομήλικα του φωτός».
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η Κυριακή ονομάζεται ογδόη ημέρα γιατί κατά την ημέρα αυτήν έγινε η Ανάσταση του Χριστού, που είναι η ογδόη ανάσταση στην ιστορία. Τρείς αναστάσεις νεκρών έγιναν στην Παλαιά Διαθήκη (μία από τον Προφήτη Ηλία και δύο από τον Ελισσαίο), και τέσσερεις αναστάσεις νεκρών έγιναν στην Καινή Διαθήκη από τον Χριστό (τής θυγατρός του Ιαείρου, του υιού της χήρας της Ναΐν, του Λαζάρου, και των νεκρών κατά την Μ. Παρασκευή). Οπότε η μεγαλύτερη, η ογδόη ανάσταση, είναι η Ανάσταση του Χριστού. Ουσιαστικά, όμως, δεν είναι μόνον η ογδόη ανάσταση, αλλά και η πρώτη σχετικά με την ελπιζομένη ανάσταση όλων των νεκρών.
Την Κυριακή, την πρώτη ημέρα της δημιουργίας, έγινε το φως. Την Κυριακή, την πρώτη ημέρα της αναδημιουργίας, φάνηκε το φως της Αναστάσεως, που είναι το ίδιο το Φως της Μεταμορφώσεως και της Πεντηκοστής. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού απέβαλε την θνητότητα και φθαρτότητα, όπως θα δούμε πιο κάτω.
Η Κυριακή, ακόμη, λέγεται αγία και κλητή ημέρα, γιατί όλα τα Δεσποτικά μεγάλα γεγονότα έγιναν κατ’ αυτήν. Λέγεται από τους Πατέρας ότι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Γέννηση του Χριστού και η Ανάσταση, τα βασικά μεγάλα Δεσποτικά γεγονότα έγιναν την ημέρα της Κυριακής. Αλλά και η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και, βεβαίως, η ανάσταση των νεκρών πρόκειται αυτήν την ημέρα να συμβεί (όσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Γι’ αυτό και οι Χριστιανοί δίνουν μεγάλη σημασία και βαρύτητα σε αυτήν και επιδιώκουν να την αγιάζουν, γιατί η αιφνιδιαστική έλευση του Χριστού θα γίνει τότε.
Για όλους αυτούς τους λόγους ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός πανηγυρίζει στην εορτή του Πάσχα: «Αύτη η κλητή και αγία ημέρα, η μία των Σαββάτων η βασιλίς και Κυρία, εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων, εν ή ευλογούμεν Χριστόν εις τους αιώνας».
Είναι συγκινητικό να σκεφθεί κανείς ότι η Εκκλησία κάθε Κυριακή με τα θαυμάσια τροπάριά της εορτάζει την Ανάσταση του Χριστού. Έτσι, στο ετήσιο Πάσχα υπάρχει και το εβδομαδιαίο Πάσχα, το μικρό λεγόμενο Πάσχα, η φωτοφόρος ημέρα της Κυριακής.

Γιατί ο Χριστός δεν εμφανίστηκε σε όλους μετά την Ανάσταση

Μετά την Ανάστασή Του ο Χριστός εμφανίστηκε στις Μυροφόρες γυναίκες και στους Μαθητάς Του. Μερικοί διερωτώνται γιατί ο Χριστός δεν εμφανίστηκε σε όλους τους ανθρώπους, και μάλιστα στους σταυρωτές Του και τους αρνητές της Αναστάσεώς Του, για να τους κάνει να πιστέψουν σε Αυτόν.
Όταν κανείς γνωρίζει την ουσία της ορθοδόξου θεολογίας, δεν μπορεί να κάνει τέτοια ερωτήματα, γιατί γνωρίζει σαφώς ότι η εμφάνιση του Χριστού δεν γίνεται ποτέ για θεαματικούς λόγους και για εξαναγκασμό του ανθρώπου. Η φανέρωση του Θεού έχει έναν ορισμένο σκοπό και μια βαθιά αιτία.
Κατ’ αρχάς πρέπει να σημειωθεί ότι ο Χριστός δεν θέλει να εξαναγκάσει κανέναν να πιστέψει. Έπειτα, η εμφάνιση του Θεού στον άνθρωπο είναι ένα κρίσιμο σημείο για την ζωή του. Στην άλλη ζωή, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, όλοι θα τον δουν, αλλά για τους προετοιμασμένους και καθαρθέντας ο Θεός θα γίνει φως, ενώ για τους ακαθάρτους θα γίνει κόλαση. Αυτό θα συνέβαινε και στην περίπτωση αυτή. Γι’ αυτό ο Θεός από αγάπη και φιλανθρωπία δεν εμφανίστηκε στους αρνητάς και σταυρωτάς Του.
Η φανέρωση του Χριστού εν δόξη γίνεται μόνο και μόνο για να οδηγήσει αυτούς που έχουν προετοιμασθεί κατάλληλα προς την θέωση και τον δοξασμό. Οι Μαθητές είχαν προετοιμασθεί, γι’ αυτό και ο Χριστός λίγο πριν από το Πάθος είπε: «ήδη υμείς καθαροί εστε δια τον λόγον όν λελάληκα υμίν» (Ιω. ιε’, 3). Οι Μαθητές τρία χρόνια, ακούοντας τον λόγο του Θεού και μαθητευόμενοι στα μυστήρια της Βασιλείας των ουρανών, εκδιώκοντας δαιμόνια, περνούσαν την διαδικασία της καθάρσεως.
Οπότε, έγιναν κατάλληλοι για την θέωση και χωρητικοί της μεθέξεως της Χάριτος της Αναστάσεως. Αλλά και πάλι, όπως θα δούμε πιο κάτω, και με την εμφάνισή Του μετά την Ανάσταση, τους προετοιμάζει για την είσοδό τους στον μεγάλο βαθμό της θεώσεως και θεωρίας που θα γινόταν την Πεντηκοστή.
Η φανέρωση όμως του Χριστού στους Μαθητάς Του, μετά την Ανάσταση, δεν ήταν ένα γεγονός μόνο γι’ αυτούς, αφού γνωρίζουμε ότι όσοι περνούν έναν ανάλογο βαθμό θεραπείας και καθάρσεως, αξιώνονται να μεθέξουν της Αναστάσεως του Χριστού και να δουν τον Αναστάντα Χριστό. Με αυτήν την προοπτική πρέπει να δούμε και την περίπτωση του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος έχει την βεβαιότητα ότι και σε αυτόν εμφανίστηκε ο Αναστάς Χριστός. «Έσχατον δε πάντων ωσπερεί τω εκτρώματι ώφθη καμοί» (Α’ Κορ. ιε’, 8). Και είναι γνωστόν ότι ο Απόστολος Παύλος, κατά τον καιρό της Αναστάσεως, ήταν ζηλωτής Ιουδαίος, αφού επέστρεψε στον Χριστό μετά την Πεντηκοστή, οπότε αναφέρεται στην εμφάνιση του Αναστάντος Χριστού μετά την Ανάληψή Του και την Πεντηκοστή.
Η περίπτωση αυτή φανερώνει ότι η θέα του Αναστάντος Χριστού δεν είναι ανεξάρτητη από την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου, και βέβαια, ότι αυτό συνεχίζεται σε ολόκληρη την ζωή της ανθρωπότητος. Πάντοτε δια μέσου των αιώνων υπάρχουν μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, που είναι το αναστημένο Σώμα του Χριστού, προσφέρει την εμπειρία της Αναστάσεως. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, αναφερόμενος στην προσευχή «ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον, Κύριον, Ιησούν, τον μόνον αναμάρτητον», διδάσκει ότι δεν αναφερόμαστε στην Ανάσταση που είδαν οι Μαθητές, δηλαδή δεν πρόκειται μόνο για μια ιστορική αναφορά, αλλά για την Ανάσταση ή μάλλον τον Αναστάντα Χριστό, που τον βλέπουμε μέσα στην Εκκλησία. Δεν λέμε «ανάστασιν Χριστού πιστευσάμενοι», αλλά «θεασάμενοι». Βέβαια, υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν στην Ανάσταση, αλλά είναι ολίγοι εκείνοι που βλέπουν κάθε ώρα τον Αναστάντα Χριστό λαμπροφορούντα, και απαστράπτοντα «τάς της αφθαρσίας και Θεότητος αστραπάς». Γιατί, πραγματικά, η Ανάσταση του Χριστού «η ημετέρα υπάρχει ανάστασις, των κάτω κειμένων». Έτσι, άλλοι είναι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού «εξ ακοής» και άλλοι μάρτυρες «από θέας». Οι τελευταίοι είναι οι κατ’ εξοχήν μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού.
Στην συνέχεια θα δούμε μερικά σημεία από τις εμφανίσεις του Αναστάντος Χριστού, κυρίως εκείνα που έχουν περισσότερο σχέση με χριστολογικά θέματα, που αναπτύσσουμε εδώ.

Η εμφάνιση του Χριστού στις Μυροφόρες
Είναι σημαντικό ότι τον Αναστάντα Χριστό τον είδαν πρώτες οι Μυροφόρες γυναίκες. Οι Απόστολοι φοβισμένοι από τα γεγονότα που προηγήθηκαν κλείστηκαν στο υπερώο, ενώ οι γυναίκες με την αγάπη, την θερμότητα και την ανδρεία, πριν ακόμη ξημερώσει καλά, πήγαν στο μνημείο για να αλείψουν με αρώματα το Σώμα του Χριστού. Δεν φοβήθηκαν ούτε το σκοτάδι, ούτε την ερημιά, ούτε τους στρατιώτες. Αυτό σημαίνει ότι για να αξιωθεί κανείς να δει τον Αναστάντα Χριστό χρειάζεται να έχει αγάπη και ανδρεία.
Η πρώτη εμφάνιση του Χριστού στις Μυροφόρες γυναίκες έχει και ένα βαθύτατο θεολογικό νόημα, όπως το αναπτύσσει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Διδάσκει ο άγιος ότι η Ανάσταση του Χριστού είναι ανανέωση της ανθρωπίνης φύσεως και αναζώωση, ανάπλαση και επάνοδος στην αθάνατη ζωή του πρώτου Αδάμ. Τον πρώτο Αδάμ, μετά την δημιουργία του, τον είδε πρώτη η γυναίκα, γιατί εκείνη την ώρα δεν υπήρχε κανείς άλλος να τον δει, αφού η Εύα δημιουργήθηκε μετά από αυτόν. Έτσι και τον νέο Αδάμ δεν τον είδε κανείς όταν βγήκε από τον τάφο, ύστερα δε από λίγο πρώτες τον είδαν οι γυναίκες.
Με αυτόν τον τρόπο οι Μυροφόρες έγιναν ευαγγελίστριες των Ευαγγελιστών και απόστολοι των Αποστόλων. Αυτό έχει και μια άλλη σημασία. Η Εύα ήταν εκείνη που έφερε το μήνυμα της πτώσεως του Αδάμ, τώρα η γυναίκα είναι εκείνη που φέρνει το μήνυμα της αναστάσεως στους Αποστόλους. Με τον τρόπο αυτό έχουμε και την αποκατάσταση της γυναικείας φύσεως, αφού κανείς δεν μπορεί να την ενοχοποιήσει για την παράβαση και την πτώση.
Ο σχολιαστής Νικήτας κάνει και άλλες παρατηρήσεις σχετικά με τα ονόματα των Μυροφόρων γυναικών, που ανταποκρίνονται όμως στην προσωπική τους ζωή και δείχνουν τον τρόπο που πρέπει να μετέλθουμε και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθούμε για να δούμε τον Αναστάντα Χριστό.
Η Μαρία η Μαγδαληνή, από την οποία ο Χριστός έβγαλε επτά δαιμόνια, δηλώνει την ψυχή εκείνη που καθαρίζεται από τα δαιμόνια με τον λόγο των ευαγγελικών εντολών. Η Σαλώμη, της οποίας το όνομα ερμηνεύεται ειρήνη, δηλώνει τον άνθρωπο εκείνο που απέκτησε την εσωτερική ειρήνη, αφού νίκησε τα πάθη, υπέταξε το σώμα στην ψυχή, και αποκτά, δια της θεωρίας και των πνευματικών νοημάτων, την γνώση. Η Ιωάννα, της οποίας το όνομα ερμηνεύεται περιστερά, συμβολίζει την άκακη και γονιμότατη στις αρετές ψυχή, η οποία απέβαλε κάθε πάθος με την πραότητα, και είναι θερμή στο να γεννά τα πνευματικά νοήματα με πνευματική διάκριση. 
Όταν ο άνθρωπος διακρίνεται γι’ αυτές τις καταστάσεις και πλησιάζει στο μνημείο της καρδίας του, τότε θα δει τον λίθο της πωρώσεως της ασαφείας του λόγου να σηκώνεται, τους αγγέλους, δηλαδή την συνείδησή του, να του αναγγέλουν ότι αναστήθηκε μέσα του ο νεκρωθείς λόγος της αρετής και της γνώσεως, αλλά ακόμη θα αξιωθεί να δει την εμφάνιση και αυτού του Ιδίου του Θεού Λόγου στον νου, γυμνό και χωρίς τύπους και σύμβολα.
Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται κάθαρση για να αξιωθεί κανείς να προσκυνήσει τον Αναστάντα Χριστό και να ακούσει τον «τής αναστάσεως λόγον».
Η εμφάνιση του Χριστού στην Παναγία
Στα τροπάρια της Εκκλησίας αναφέρεται ότι ο άγγελος Κυρίου μετέφερε στην Παναγία το μήνυμα ότι αναστήθηκε ο Χριστός. «Ο άγγελος εβόα τη Κεχαριτωμένη αγνή Παρθένε Χαίρε και πάλιν ερώ χαίρε, ο σός Υιός ανέστη τριήμερος εκ τάφου».
Βέβαια, μέσα στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται ρητώς ότι η Παναγία είδε τον Αναστάντα Χριστό. Υπάρχουν όμως φράσεις που αναφέρονται στην «άλλη Μαρία». Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: «Οψέ δε Σαββάτων, τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων, ήλθε Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία θεωρήσαι τον τάφον» (Ματθ. κη’, 1). Επίσης, αλλού γίνεται λόγος για την «Μαρία Ιακώβου» (Λουκ. κδ’, 10). Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ερμηνεύοντας αυτές τις περιπτώσεις, λέει ότι πρόκειται για την Παναγία, που ήλθε πρώτη στο μνημείο, και κατ’ αρχάς μεν έμαθε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ ότι αναστήθηκε ο υιός της, έπειτα δε τον είδε, και αυτή μόνη αξιώθηκε να πιάσει με τα χέρια της τα πόδια Του.
Όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος, ήταν σωστό και δίκαιο πρώτη η Παναγία να πληροφορηθεί το ευαγγέλιο της Αναστάσεως και να δει αυτή πρώτη τον Αναστάντα Χριστό. Αυτό, βέβαια, συνδέεται και με το ότι η Παναγία είχε φθάσει σε μεγάλη καθαρότητα, αφού βίωσε από μικρό παιδί την θέωση.
Το ότι οι Ευαγγελιστές αποφεύγουν να πουν καθαρά ότι πρώτη είδε τον Χριστό η Παναγία έχει μεγάλη σημασία, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, γιατί δεν ήθελαν να δώσουν αφορμή στους απίστους να αμφισβητήσουν το γεγονός της Αναστάσεως, αφού το βεβαιώνει η μητέρα Του.
Η Παναγία, όπως παρέμεινε στον Σταυρό μέχρι την τελευταία στιγμή, έτσι και πρώτη αυτή πήγε στο μνημείο για να αλείψει με αρώματα το Σώμα του Χριστού. Αυτό έγινε όχι μόνο λόγω της μητρότητος, αλλά λόγω και της υψηλής πνευματικής της καταστάσεως, γιατί αυτοί που έχουν σε μεγάλο βαθμό πνευματική θεωρία, έχουν μεγαλύτερη γνώση και τελειότερη αγάπη.
Η εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητάς και η χορήγηση του Αγίου Πνεύματος
Από τις πρώτες εμφανίσεις του Χριστού που έγιναν την ημέρα της Αναστάσεως ήταν η εμφάνισή Του στον όμιλο των Μαθητών, που βρίσκονταν στο υπερώο, την πρώτη φορά, όταν απουσίαζε ο Θωμάς, και την επομένη Κυριακή, «μεθ’ ημέρας οκτώ», παρόντος του Θωμά (Ιω. κ’, 19-29). Με την εμφάνισή του ο Χριστός τους δίνει δώρα. Το πρώτο είναι η ειρήνη και το δεύτερο είναι το Άγιον Πνεύμα για να συγχωρούν αμαρτίες. Δεν μπορεί κανείς να δώσει κάτι που δεν έχει.

Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός ως Θεός είναι ειρήνη, αφού η ειρήνη είναι ενέργεια του Τριαδικού Θεού, και με την ενανθρώπηση και την θυσία Του ειρηνοποίησε τα ουράνια με τα επίγεια, τους αγγέλους με τους ανθρώπους, τους ανθρώπους με τον Θεό, και τους ανθρώπους με ολόκληρη την κτίση, και βέβαια ειρηνοποίησε και όλες τις δυνάμεις της ψυχής. Επίσης, δίνει το Άγιον Πνεύμα, αφού το Άγιον Πνεύμα αναπαύεται στον Υιό. Τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν κοινωνία και ενότητα, κατά την ουσία και ενέργεια, αφού είναι ομόδοξα, ομοούσια και ομοδύναμα. Το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα και πέμπεται δια του Υιού.

Το ερώτημα είναι: ποια είναι η διαφορά μεταξύ της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος αμέσως μετά την Ανάσταση και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος στους Μαθητάς κατά την ημέρα της Πεντηκοστής; Γνωρίζουμε ότι οι Μαθητές έλαβαν το Άγιον Πνεύμα την ημέρα της Πεντηκοστής. Επομένως, πώς λέγεται ότι ο Χριστός τους έδωσε Άγιον Πνεύμα, αμέσως μετά την Ανάστασή Του;
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος διδάσκει ότι πρόκειται σαφώς για διαφορετικό βαθμό ενεργείας του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα ήταν πάντοτε ενωμένο με τον Υιό, αφού και η ενανθρώπηση του Υιού έγινε με την συνέργεια του Αγίου Πνεύματος, καθώς επίσης και όλο το έργο του Υιού γινόταν με την συνέργεια του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος. Επομένως, το Άγιον Πνεύμα ενεργούσε στους Μαθητάς, όσο μπορούσαν να χωρέσουν, κατά τρεις βαθμούς και καιρούς, ήτοι «αμυδρώς», «εκτυπώτερον» και «τελειότερον».
Το Άγιον Πνεύμα ενεργούσε στους Μαθητάς «αμυδρώς», πριν το πάθος του Χριστού, με την δύναμη που είχαν λάβει για να εκδιώκουν τα πνεύματα και να θεραπεύουν τις νόσους. Επίσης, κατά τον καιρό που οι Μαθητές ακολουθούσαν τον Χριστό καθαρίζονταν με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Έπειτα, το Άγιον Πνεύμα ενεργούσε περισσότερο μετά την Ανάσταση ως «έμπνευσις θειοτέρα». 
Ο Χριστός, αμέσως μετά την Ανάστασή Του, έδωσε στους Μαθητάς το Άγιον Πνεύμα για δύο λόγους. Πρώτον, για να τους προετοιμάσει για την μεγάλη λήψη του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Δεν μπορεί κανείς να λάβει τον υψηλότερο βαθμό ενεργείας του Αγίου Πνεύματος, αν δεν προετοιμασθεί κατάλληλα. 
Δεύτερον, γιατί αυτή η δωρεά του Αγίου Πνεύματος αναφερόταν στην άφεση των αμαρτιών και όχι στην μέθεξη του Αγίου Πνεύματος. Κατά την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, άλλο είναι η μέθεξη του Αγίου Πνεύματος και άλλο είναι η άφεση των αμαρτιών δια της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος. Την ημέρα όμως της Πεντηκοστής, προετοιμασμένοι πνευματικά, έλαβαν την μεγάλη δωρεά και έγιναν μέλη του Αναστημένου Σώματος του Χριστού. Την ημέρα της Αναστάσεως του Χριστού, ακόμη, ο Χριστός ήταν έξω από τους Μαθητάς, ενώ την ημέρα της Πεντηκοστής οι Μαθητές έγιναν μέλη του Σώματος του Χριστού.

Ο Αναστάς Χριστός και ο Απόστολος Θωμάς
Από την πρώτη εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητάς έλειπε ο Απόστολος Θωμάς. Αξιώθηκε όμως και αυτός της φανερώσεως και αποκαλύψεως του Χριστού μετά από οκτώ ημέρες, δηλαδή την επομένη Κυριακή (Ιω. κ’, 24-29).
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο Χριστός εμφανίζεται πάντα στην σύναξη των Μαθητών, οπότε ο Θωμάς δεν μπόρεσε να τον δει γιατί απουσίαζε. Όταν, όμως, την επομένη Κυριακή βρισκόταν μεταξύ των Μαθητών, αξιώθηκε και εκείνος αυτής της μεγάλης εμπειρίας. Γι’ αυτό και συμβουλεύει να μη λείπουμε από τις κατά Κυριακή συνάξεις, γιατί θα πάθουμε ό,τι έπαθε ο Θωμάς.
Υπάρχει, όμως, και ένας βαθύτερος λόγος για τον οποίο ο Θωμάς δεν αξιώθηκε την πρώτη ημέρα να δει τον Χριστό. Ο Θωμάς, όπως ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος, ήταν διστακτικός και θεωρούσε αδύνατη την Ανάσταση του Χριστού. Δεν είχε, δηλαδή, φθάσει σε τέτοια εσωτερική πνευματική κατάσταση, ώστε να δει τον Αναστάντα Χριστό. Έχουμε τονίσει προηγουμένως, ότι ο Χριστός εμφανιζόταν σε αυτούς που βρίσκονταν σε τέτοια κατάσταση, ώστε να ενεργεί σωτήρια και όχι κολαστικά. Ο Θωμάς φαίνεται πώς δεν είχε φθάσει στην πνευματική ωριμότητα που απαιτούσε αυτό το γεγονός.
Άλλωστε, η καθυστέρηση του Χριστού να εμφανιστεί μια ολόκληρη εβδομάδα απέβλεπε στην ψυχική του προετοιμασία. Ο Χριστός ανέβαλε τόσο χρονικό διάστημα να τον επισκεφθεί, «ώστε κατηχούμενον αυτόν υπό των συμμαθητών (είναι) και τα αυτά ακούοντα και εις πλείονα πόθον εκκαήναι, και πιστότερον προς το μέλλον γενέσθαι» (ιερός Θεοφύλακτος). Έπρεπε, λοιπόν, μια ολόκληρη εβδομάδα να κατηχείται από τους άλλους Μαθητάς, να μαθαίνει τα της εμφανίσεως, ώστε να αναπτυχθεί μεγάλος πόθος, αλλά ακόμη και να εκφράσει μετάνοια για την δυσπιστία του, ώστε η εμφάνιση του Χριστού να ενεργήσει σωτήρια.
Αφού ο Θωμάς προετοιμάσθηκε κατάλληλα έγινε και εκείνος θεολόγος με την εμφάνιση του Χριστού και ομολόγησε: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιω. κ’, 29). Η φράση αυτή δείχνει την βεβαιότητά του για τις δύο φύσεις του Χριστού και την μια υπόσταση, αφού το «Κύριος» δηλοί την ανθρώπινη φύση, το «Θεός» την θεία φύση, και τα δύο αυτά είναι ενωμένα στον Αναστάντα Χριστό (ιερός Θεοφύλακτος).
Έτσι, λοιπόν, ο Θωμάς δεν ήταν άπιστος με την έννοια του αθέου, αλλά άπιστος με την έννοια ότι δεν ήταν στην κατάσταση να δεχθεί την πίστη εκ θεωρίας. Πρώτα για μεγάλο χρονικό διάστημα πέρασε από την πίστη εξ ακοής και έπειτα έφθασε στην πίστη εκ θεωρίας. Υπάρχει δε σαφής διαφορά μεταξύ του αθέου, που είναι και αντίθεος, και του απίστου ή δυσπίστου με την έννοια ότι έχει μεν πίστη εξ ακοής, αλλά όχι πίστη εκ θεωρίας.
Η φανέρωση του Χριστού στην λίμνη της Τιβεριάδος
Μία από τις εμφανίσεις του Χριστού στους Μαθητάς Του έγινε στην λίμνη της Τιβεριάδος, την ώρα που ψάρευαν στα ανοικτά της λίμνης (Ιω. κα’, 1-14). Δεν θα εκτεθούν τα περιστατικά και ο τρόπος της εμφανίσεως, αλλά θα υπογραμμισθούν μερικά ενδιαφέροντα σημεία.
Το πρώτον είναι ότι οι Μαθητές δεν ανεγνώρισαν τον Χριστό, «ου μέντοι ήδεισαν οι μαθηταί ότι ο Ιησούς εστι». Αυτό εξηγείται από το ότι οι εμφανίσεις του Χριστού στην πραγματικότητα δεν είναι απλώς η παρουσία Του, αλλά αποκαλύψεις, φανερώσεις. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης σαφώς λέγει: «μετά δε ταύτα εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς». Ο Χριστός φανέρωνε τον Εαυτό Του, όποτε το ήθελε. Έχουμε πολλές μεταμορφώσεις και φανερώσεις του Χριστού προ της Αναστάσεως και μετά από αυτήν.
Δεύτερον, η φανέρωση του Χριστού γίνεται κατά την πνευματική κατάσταση των ανθρώπων. Γιατί, μετά την θαυματουργική αλιεία ο πρώτος που τον ανεγνώρισε ήταν ο Ιωάννης, ο οποίος το ανακοίνωσε στον Απόστολο Πέτρο. «Λέγει ουν ο μαθητής εκείνος, όν ηγάπα ο Ιησούς, τω Πέτρω, ο Κύριος εστί». Και τότε ο Πέτρος φόρεσε τον χιτώνα και έπεσε στην θάλασσα για να φθάσει πιο γρήγορα στον Χριστό. Φαίνεται εδώ ότι ο αγαπημένος Μαθητής, που είναι έκφραση της θεωρίας, αναγνωρίζει τον Χριστό, και ο μετανοημένος Πέτρος, που βρίσκεται ακόμη στην πράξη, λόγω της αρνήσεως και της μετανοίας, τρέχει προς τον Χριστό. 
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι ο Ιωάννης ήταν «πρός την θείαν επίγνωσιν των άλλων ετοιμότατος», ενώ ο Πέτρος ήταν «θερμότατος πάλιν και προς πράξιν των άλλων ετοιμότατος». Έτσι, λοιπόν, ετοιμότατος στην θεωρία ο Ιωάννης, θερμότατος και ετοιμότατος προς την πράξη ο Πέτρος. Αυτό δείχνει ότι η θεωρία αναγνωρίζει τον Θεό και η πράξη ακολουθεί. Άλλοτε προηγείται η πράξη και ακολουθεί η θεωρία, και άλλοτε από την θεωρία, πράγμα που δημιουργεί γνώση, ακολουθεί και η πράξη.
Τρίτον, όταν οι Μαθητές βγήκαν στην ξηρά είδαν «ανθρακιάν κειμένην και οψάριον επικείμενον και άρτον». Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά το «ανθρακιάν» σημαίνει ένα είδος δέρματος που χρησιμοποιούσαν οι οδοιπόροι αντί για τραπέζι. Έτσι, βλέπουν ένα ψάρι που δεν ψαρεύτηκε από την λίμνη, αλλά δημιουργήθηκε από το μηδέν, καθώς και έναν άρτο. Το ότι τους κάλεσε να γευματίσουν και τους προσέφερε ο Ίδιος να φάγουν δηλώνει ότι Αυτός θα είναι ο χορηγός και ο διανομεύς της μελλούσης απολαύσεως, που θα πραγματοποιηθεί μετά από το ψάρεμα της αποστολικής σαγήνης, μετά το κήρυγμα και την συναγωγή όλων στην αληθινή θεοσέβεια.
Πώς νοείται η λήψη τροφής από τον Αναστάντα Χριστό
Από την διήγηση του Ευαγγελιστού Λουκά για μια εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητάς φαίνεται ότι ο Χριστός έφαγε ενώπιόν τους μέρος από ψητό ψάρι και μέλι από κηρήθρα. Βέβαια, το Σώμα του Χριστού μετά την Ανάσταση δεν είχε ανάγκη τροφής, το έκανε όμως ο Χριστός για να βεβαιωθούν οι Μαθητές ότι δεν ήταν φάντασμα, αλλά είχε πνευματικό και μεταμορφωμένο σώμα. 
Φυσικά, επειδή στο Σώμα του Χριστού μετά την Ανάσταση δεν υπήρχε πεπτικό σύστημα, γι’ αυτό και η τροφή αυτή αναλώθηκε από την θεία ενέργεια και δεν μεταποιήθηκε κατά τον συνήθη στους ανθρώπους τρόπο. Όπως η φωτιά καταναλώνει το κερί, έτσι και η θεότητα του Χριστού κατανάλωσε την τροφή που έλαβε. Αυτό το παράδειγμα χρησιμοποιείται συγκαταβατικά και δεν έχει απόλυτη εφαρμογή, γιατί η φωτιά που λιώνει το κερί συντηρείται από καύσιμη ύλη, ενώ τα πνευματικά σώματα δεν χρειάζονται τροφή για να συντηρηθούν (αγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Το ότι ο Χριστός έφαγε μέρος από ψητό ψάρι και μέρος από μέλι κηρήθρας είναι συμβολικά σημεία, που δείχνουν το μυστήριο του προσώπου Του. Η ανθρώπινη φύση ομοιάζει με το ψάρι, που κολυμπούσε στην υγρότητα του ηδονικού και εμπαθούς βίου. Ο Χριστός προσέλαβε αυτήν την φύση την ένωσε στην υπόστασή Του, την καθάρισε από κάθε εμπαθή διάθεση με το πυρ της θεότητος (ψητό ψάρι) και την έκανε ομόθεη και διάπυρη. Επίσης η κηρήθρα με το μέλι ομοιάζει με την δική μας ανθρώπινη φύση, γιατί, όπως το μέλι υπάρχει μέσα στην κηρήθρα, έτσι και μέσα στο σώμα μας υπάρχει ο λογικός θησαυρός και, κυρίως, στους πιστεύοντας υπάρχει στην ψυχή και το σώμα η Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Τρώει από αυτά ο Χριστός, γιατί θεωρεί φαγητό του την σωτηρία του καθενός μας (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Επίσης, η χρησιμοποίηση από τον Χριστό, μετά την Ανάστασή Του, των στοιχείων του άρτου και του ιχθύος δείχνει το πρόσωπο και το έργο Του για την σωτηρία του ανθρώπου. Κυρίως, φανερώνει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, αφού ο άνθρωπος τότε κοινωνεί του ζωντανού άρτου και του ζωντανού ιχθύος που είναι Αυτός ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο Οποίος προσέλαβε την δική μας ανθρώπινη φύση και, αφού την θέωσε, μας δίνει τον Εαυτό Του για να θεωθούμε και εμείς. 
Βέβαια, η θέωση δια των μυστηρίων, και κυρίως δια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, δεν γίνεται μηχανικά και μαγικά, αλλά ανάλογα με την πνευματική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Έτσι, ανάλογα με την πνευματική μας κατάσταση ενεργεί και το μυστήριο της θείας Κοινωνίας.

Το αναστημένο σώμα του Χριστού
Ο Χριστός σε μια από τις εμφανίσεις στους Μαθητάς Του, βλέποντας να υπάρχουν στην καρδιά τους λογισμοί περί Αυτού, είπε: «ίδετε τας χείράς μου και τους πόδας μου, ότι αυτός εγώ ειμι, ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι πνεύμα, σάρκα και οστέα ουκ έχει, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα» (Λουκ. κδ’, 39). Εδώ φαίνεται ότι υπάρχει σώμα, άρα δεν ήταν φαντασία, αλλά δεν ήταν το σώμα, όπως το γνώριζαν μέχρι τότε οι Μαθητές.
Είναι γνωστόν ότι ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και έγινε τέλειος άνθρωπος, και μάλιστα προσέλαβε και τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη, όπως την φθαρτότητα και την θνητότητα, στα οποία αδιάβλητα πάθη συγκαταλεγόταν η πείνα, η δίψα, ο κόπος, ο ύπνος κλπ. Όμως, ο Χριστός μετά την Ανάσταση απέβαλε όλα τα λεγόμενα φυσικά πάθη, ήτοι «φθοράν, πείναν τε και δίψαν, ύπνον και κάματον και τα τοιαύτα». Αποβάλλοντας όμως τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη δεν απέβαλε ούτε την ψυχή ούτε το σώμα. 
Με την Ανάληψή Του στους ουρανούς παρέλαβε το σώμα και την ψυχή, την λογική και νοερά, την θελητική και ενεργητική. Έτσι, κάθεται στα δεξιά του Θεού με ολόκληρη την ανθρώπινη τεθεωμένη φύση. Με αυτόν τον τρόπο ενεργεί και θεϊκά, με την πρόνοια, την συντήρηση και την κυβέρνηση όλων, και ανθρώπινα, ενθυμούμενος την διατριβή του πάνω στην γη και γνωρίζοντας ότι προσκυνείται από ολόκληρη την λογική κτίση (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός).
Το αναστημένο Σώμα του Χριστού ήταν απαθές και αθάνατο, κεκοσμημένο με την θεία δόξα, αλλά όμως ήταν σώμα «τήν προτέραν έχον περιγραφήν» (Μακάριος Χρυσοκέφαλος). Έτσι, καίτοι απέβαλε όλα τα αδιάβλητα πάθη, δεν απέβαλε όμως τα φυσικά ιδιώματα, «ήτοι το ποσόν, το ποιόν, το είναι εν είδει, το τριχή διαστατόν, και το περιγραπτόν εν τόπω και περιοριστικόν». Γιατί, αν απέβαλε αυτά, δεν θα ήταν πραγματικό σώμα, αλλά έκσταση και έξοδος από τους όρους της ανθρωπίνης φύσεως (άγ. Νικόδημος αγιορείτης).
Όπως ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του δεν βγήκε έξω από τους όρους της ανθρωπίνης φύσεως, έτσι και μετά την Ανάστασή Του η θεωθείσα ανθρώπινη σάρκα δεν ετράπη της οικείας φύσεως, δηλαδή δεν απέβαλε τα φυσικά της ιδιώματα. Και αυτό συνέβη γιατί παρέμειναν και μετά «τήν ένωσιν αί τε φύσεις ασύμφυτοι και αι τούτων ιδιότητες αλώβητοι» (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός). 
Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Χριστός, ενώ βρίσκεται στους ουρανούς, αγιογραφείται από την Εκκλησία με περιγραπτό σώμα. Ο Χριστός στους ουρανούς δεν έχει ούτε σάρκα, όπως εμείς την γνωρίζουμε, ούτε είναι ασώματος και άϋλος, αλλά κάτι μεταξύ αυτών (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Πρόκειται για σώμα πνευματικό και αφθαρτοποιημένο, αλλά πάντως για σώμα. Ο Χριστός παραμένει στους αιώνες Θεάνθρωπος, αφού οι δύο φύσεις από τότε που ενώθηκαν παραμένουν αχώριστες και αδιαίρετες.
Ακόμη και η ψυχή του Χριστού γνωρίζει σαφώς ότι είναι ενωμένη καθ’ υπόσταση με τον Θεό Λόγο και επίσης προσκυνείται και αυτή μαζί με τον Θεό, ως ψυχή του Θεού, και όχι απλώς ως ψυχή (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός).
Έτσι, λοιπόν, το Αναστημένο Σώμα του Χριστού, αποβάλλοντας όλα τα αδιάβλητα πάθη, το θνητό και παθητό, παρέμεινε σώμα, αλλά πνευματικό, ομόθεο, ήταν περιγραπτό, είχε όλα τα διακριτικά γνωρίσματα που είχε πρίν. Διήνυε τεράστιες αποστάσεις σε δευτερόλεπτα, εισερχόταν και εξερχόταν κεκλεισμένων των θυρών και εξήλθε «εσφραγισμένου του μνήματος», αλλά ήταν πραγματικό σώμα και όχι φάντασμα. Το ότι δεν Τον καταλάβαιναν πολλές φορές οι Μαθητές και τον θεωρούσαν φυσικό άνθρωπο, ήταν γιατί δεν ήθελε ο Χριστός να φανερωθή. Όταν ήθελε φανερωνόταν, και τότε οι Μαθητές ανεγνώριζαν ότι ήταν ο Κύριος.

Η Ανάσταση του Χριστού ωφέλησε και τους αγγέλους
Μέχρι τώρα είδαμε ότι η Ανάσταση του Χριστού προξένησε χαρά και ευφροσύνη στους ανθρώπους, επειδή δι’ αυτής νικήθηκε το κράτος του θανάτου, του διαβόλου και της αμαρτίας. Αλλά πρέπει να υπογραμμίσουμε το γεγονός ότι η Ανάσταση του Χριστού ωφέλησε και τους αγγέλους, όλα τα νοερά πνεύματα.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε ομιλία του, κατά το Πάσχα, αναφέρεται στον λόγο του αγγέλου προς αυτόν: «Σήμερον σωτηρία τω κόσμω, όσος τε ορατός και όσος αόρατος». Γίνεται εδώ λόγος για την σωτηρία των αγγέλων. Με ποια έννοια πρέπει αυτό να θεωρηθεί;
Ξέρουμε ότι, μετά την πτώση του Εωσφόρου, οι άγγελοι έγιναν δυσκίνητοι στο κακό, δηλαδή δεν μπορούσαν να σκεφθούν το κακό, αλλά δεν είχαν αποκτήσει και την ατρεψία. Ο όσιος Νικήτας ο Στηθάτος λέγει ότι, με την Ανάσταση του Χριστού, οι άγγελοι απέβαλαν αυτήν την δυσκινησία και απέκτησαν την ατρεψία, οπότε τώρα δεν φοβούνται την αλλοίωση και την τροπή προς την χειρότερη μεταβολή και την απώλεια που προέρχεται από αυτήν την μεταβολή. Έτσι, και οι άγγελοι απέκτησαν την ατρεψία και την έχουν όχι από την φύση τους, αλλά από την Χάρη του Θεού.
Πέρα από αυτό, οι αγγελικές δυνάμεις με την Ανάσταση του Χριστού ευφράνθηκαν, αφ’ ενός μεν γιατί αναπληρώθηκε το εκπεσόν εωσφορικό τάγμα, οπότε εφαρμόστηκε ο λόγος «πληρωθήναι δει τον άνω κόσμον», αφ’ ετέρου δε γιατί σώθηκαν οι άνθρωποι. Γιατί αν, όπως είπε ο Χριστός, γίνεται μεγάλη χαρά στον ουρανό για κάθε άνθρωπο που μετανοεί, πολύ περισσότερο αυτό γίνεται για την σωτηρία ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους (Ζωναράς).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει ότι είναι πεπεισμένος ότι την ημέρα της Αναστάσεως και οι αγγελικές δυνάμεις συνεορτάζουν και συμπανηγυρίζουν, επειδή είναι φιλόθεοι και φιλάνθρωποι. Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, έχοντας υπ’ όψη του αυτόν τον λόγο, λέγει ότι είναι πραγματικά άτοπο πράγμα να χαίρωνται οι άγγελοι για την δική μας σωτηρία και εμείς που σωθήκαμε να μη χαιρόμαστε και να μην εορτάζουμε μαζί με τους αγγέλους αυτήν την σωτήρια κοσμοσωτήρια εορτή.
Η έννοια του Πάσχα
Η ημέρα της Αναστάσεως λέγεται και Πάσχα. Αυτή η λέξη επαναλαμβάνεται σε πολλά τροπάρια της Εκκλησίας και προξενεί πνευματική χαρά στους Χριστιανούς.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, η λέξη Πάσχα προέρχεται από την εβραϊκή λέξη Φάσκα, αφού εξελληνίστηκε το Φ σε Π και το Κ σε Χ. Η λέξη Πάσχα στην εβραϊκή γλώσσα δηλώνει την διάβαση, και είναι γνωστή η εορτή του Πάσχα, κατά την οποία οι Εβραίοι εόρταζαν την θαυματουργική διάβαση δια της Ερυθράς θαλάσσης. Βέβαια, υπάρχουν και μερικοί, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, που νομίζουν ότι η λέξη Πάσχα προέρχεται από το πάσχειν, δηλαδή από το Πάθος του Χριστού για μας, αλλά όμως η καλύτερη ερμηνεία είναι η πρώτη.
Όπως ο Ισραηλιτικός λαός εόρταζε την διάβαση δια της Ερυθράς θαλάσσης και την απόκτηση της ελευθερίας, έτσι και ο νέος Ισραήλ της Χάριτος εορτάζει την νέα διάβαση από τον θάνατο στην ζωή. Αυτή την ερμηνεία δίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε ομιλία του την ημέρα του Πάσχα. Ο δε άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, λαμβάνοντας σχεδόν αυτούσια κείμενα από τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, γράφει: «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα. Εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν, επινίκιον άδοντας».
Πανηγυρίζοντας την ημέρα της εορτής του Πάσχα, ο Ιωσήφ ο Βρυένιος, μαθητής του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και διδάσκαλος του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, αναλύει την θεολογική σημασία της εορτής. 
Πάσχα είναι η διάβαση από το σκότος στο φώς, εξέλευση από τον Άδη στην γη, ανάβαση από την γη στους ουρανούς, μετάβαση από τον θάνατο στην ζωή, ανάσταση των πεπτωκότων βροτών, ανάκληση των εξορίστων της Εδέμ, ανάρρυση των αιχμαλώτων στην φθορά, η όντως ζωή των πιστών, τρυφή παντός του κόσμου, τιμή της θείας Τριάδος
Η προσηγορία του Πάσχα είναι ακόρεστη, αφού είναι πολλαπλάσια η Χάρη που δηλώνεται δι’ αυτού. 
Το Πάσχα είναι αναψυχή των ψυχών, χαρμονή των νόων, κουφισμός των σωμάτων, φωτισμός των οφθαλμών, γλυκασμός των λαρύγγων, θυμηδία, θερμότης, ειρήνη, χαρά.
Εάν η εορτή της Αναστάσεως του Χριστού είναι το ετήσιο Πάσχα, υπάρχει και το εβδομαδιαίο Πάσχα. 
Κάθε Κυριακή ο πιστός εορτάζει το Πάσχα. Και μάλιστα η θεία Λειτουργία και κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού δίνει την δυνατότητα στον άνθρωπο να μεθέξη του Πάσχα. 
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα πει χαρακτηριστικά: «Πάσχα γαρ ου νηστεία εστιν, αλλ’ η προσφορά και η θυσία, η καθ’ εκάστην γινομένη σύναξις». Γιατί, κάθε φορά που συνερχόμαστε σε ευχαριστιακή σύναξη, με τις αναγκαίες εκκλησιολογικές προϋποθέσεις, καθαιρούνται οι δυνάμεις του Σατανά (άγιος Ιγνάτιος Θεοφόρος) και αποκτούμε αίσθηση ότι νικήθηκε ο θάνατος.
Πάσχα δεν λέγεται μόνον η εορτή, ως μετάβαση από τον θάνατο στην ζωή, αλλά και Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός. Άλλωστε, δεν νοείται η σωτηρία του ανθρώπου έξω από τον Θεάνθρωπο, αφού Αυτός είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Αυτός είναι η ανάσταση των ανθρώπων. Γι’ αυτό, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Κανόνα της εορτής του Πάσχα αποδίδει στον Χριστό τον χαρακτηρισμό «Πάσχα». Γράφει: «Ω Πάσχα το μέγα και ιερώτατον, Χριστέ, ω Σοφία και Λόγε του Θεού και Δύναμις». Αυτός ο χαρακτηρισμός έχει σχέση με τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «καί γαρ το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστός» (Α’ Κορ. ε’, 7).
Επομένως, δια του Χριστού, που είναι το ζωντανό Πάσχα, μπορούμε να βιώσουμε και εμείς το Πάσχα, που είναι η μετάβαση από τον θάνατο στην ζωή.
Πάσχα νομικό, Πάσχα θείας Χάριτος, Πάσχα μέλλοντος αιώνος
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος διαιρεί το Πάσχα σε τρία, ήτοι το Πάσχα το νομικό, το Πάσχα της θείας Χάριτος και το Πάσχα του μέλλοντος αιώνος. Το νομικό Πάσχα, κατά το οποίο οι Εβραίοι εόρταζαν την θαυματουργική τους διάβαση δια της Ερυθράς θαλάσσης, ήταν μια ενθύμηση της πικράς δουλείας της Αιγύπτου και της ελευθερίας τους με την βοήθεια του Θεού. Ήταν Πάσχα «χαριστήριον και ικέσιον». Στην πραγματικότητα, το Πάσχα αυτό ήταν προτύπωση του δικού μας Πάσχα.
Το Πάσχα της θείας Χάριτος είναι η Ανάσταση του Χριστού, δια της οποίας γίνεται διάβαση «εκ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν». Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θα πει: «ώ Πάσχα το μέγα και ιερόν και παντός του κόσμου καθάρσιον». Χωρίς την μέθεξη του Χριστού και την κοινωνία μαζί Του υπάρχει νέκρωση και δουλεία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη, «ο μη ορών και ακούων και αισθανόμενος πνευματικώς νεκρός εστιν». Επομένως, το Πάσχα είναι έλευση του Χριστού μέσα στην καρδιά. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής θα πει πολύ χαρακτηριστικά: «Πάσχα η επί τον ανθρώπινον νουν έλευσις του Λόγου». 

Πραγματικά, ο άνθρωπος όταν λαμβάνει τον Χριστό, ζει πνευματικά και ο Χριστός γίνεται η ζωή του, η ψυχή της ψυχής του. «Ψυχή τις δευτέρα τοις ανθρώποις η ανάστασις» (όσιος Νείλος).

Το Πάσχα του μέλλοντος αιώνος είναι «τελεώτερον και καθαρώτερον». Ο Χριστός, όταν τελούσε το Πάσχα λίγο πριν από το Πάθος Του, και μάλιστα όταν τέλεσε τον Μυστικό Δείπνο, είπε: «ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του πατρός μου» (Ματθ. κστ’, 29). Σαφώς εδώ γίνεται λόγος για το Πάσχα της Βασιλείας των Ουρανών. Ακόμη και το Πάσχα της παρούσης ζωής είναι τυπικό, σχετικά με το Πάσχα του μέλλοντος αιώνος. Τότε οι άγιοι θα έχουν μεγαλύτερη κοινωνία με τον Χριστό, αφού ο Λόγος θα αποκαλύψει και θα διδάξη «ά νυν μετρίως παρέδειξε» (άγ. Γρηγόριος Θεολόγος).
Οι Χριστιανοί αγωνίζονται για να περάσουν από το τυπικό Πάσχα, στο Πάσχα της θείας Χάριτος, και από εκεί στο αιώνιο Πάσχα. Μια τέτοια εορτή έχει σημασία και νόημα. Κάθε άλλος εορτασμός δεν αποβλέπει σε βαθύτερους σκοπούς, δεν ικανοποιεί το πεινασμένο και διψασμένο πνεύμα του ανθρώπου.
Κατά την διάρκεια της εορτής του Πάσχα των Εβραίων σφραγιζόταν αμνός άμωμος, τέλειος και νέος. Αυτό ήταν προτύπωση του Χριστιανικού αμνού, που είναι αυτός ο Ίδιος ο Χριστός, άμωμος, νέος και τέλειος. Αυτός θυσιάστηκε και προσφέρεται στους Χριστιανούς για να ενωθούν μαζί Του.


Η προσωπική μέθεξη του μυστηρίου της Αναστάσεως
Η Ανάσταση του Χριστού δεν πρέπει να εορτάζεται ως ένα ιστορικό ή κοινωνικό γεγονός, αλλά ως υπαρξιακό, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να γίνει μέθεξη της Χάριτος της Αναστάσεως. Η νηστεία που προηγείται της εορτής όλη την περίοδο της Τεσσαρακοστής, ο ασκητικός αγώνας, αποβλέπει στην αρτιοτέρα συμμετοχή στο μυστήριο της Αναστάσεως.
Για να επιτευχθή όμως αυτό απαιτείται, όπως όλοι οι Πατέρες διδάσκουν, κάθαρση τόσο των σωματικών αισθήσεων όσο και των ψυχικών. Ο άνθρωπος έχει σώμα και ψυχή, και γι’ αυτό έχει σωματικές και ψυχικές αισθήσεις. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ψάλλει: «καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της αναστάσεως, Χριστόν εξαστράπτοντα και χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα, επινίκιον άδοντες». Άρα, λοιπόν, η κάθαρση είναι αναγκαία προϋπόθεση για την θεωρία και την κοινωνία με τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θα πει: «Δια τούτο καθαρτέον πρώτον εαυτόν, είτα τω καθαρώ προσομιλητέον».
Σκοπός της πνευματικής ζωής είναι να ενωθεί κανείς με τον Αναστάντα Χριστό, να Τον δει μέσα στην καρδιά του. 

Ο Χριστός ανασταίνεται μέσα στην καρδιά, νεκρώνοντας τους εμπαθείς λογισμούς που παρευρίσκονται εκεί υπό την επήρεια των δαιμόνων και υπερβαίνοντας τους εμπαθείς τύπους και τις προλήψεις της αμαρτίας, όπως τότε υπερέβη τις σφραγίδες του τάφου (άγ. Μάξιμος Ομολογητής). Επομένως, δεν πρόκειται για ένα εξωτερικό τυπικό εορτασμό, αλλά για εσωτερικό και υπαρξιακό. Με αυτό το πρίσμα ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος συνιστά να μην εορτάζουμε πανηγυρικώς και κοσμικώς, αλλά θεϊκώς και υπερκοσμίως.
Η μέθεξη του μυστηρίου της Αναστάσεως είναι βίωση της θεώσεως. Αυτός που μυήθηκε στην απόρρητη δύναμη της Αναστάσεως, γνώρισε εκ πείρας για ποιο σκοπό ο Χριστός δημιούργησε τον κόσμο (άγ. Μάξιμος Ομολογητής). 

Πραγματικά, ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να φθάσει στην θέωση, και ο κόσμος να μετέχει του αγιασμού δια του ανθρώπου. Οπότε, εκείνος που μυείται σε αυτήν την απόρρητη δύναμη του μυστηρίου της Αναστάσεως, φθάνει στην θέωση και εκπληρώνει τον σκοπό της υπάρξεώς του. Έτσι αποκτά μεγαλύτερη γνώση.

Ο Απόστολος Παύλος συνιστά αυτήν την βίωση της ζωής, γι’ αυτό γράφει ότι συνταφήκαμε δια του αγίου Βαπτίσματος με τον Χριστό στον θάνατο, «ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. στ’, 4). Είναι απαραίτητη αυτή η αναγέννηση, γιατί διαφορετικά ο άνθρωπος πρόκειται να πεθάνει πνευματικά, κατά τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «ει γαρ κατά σάρκα ζήτε, μέλλετε αποθνήσκειν, ει δε Πνεύματι τας πράξεις του σώματος θανατούτε, ζήσεσθε. όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισιν υιοί Θεού» (Ρωμ. η’, 13).
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το μεγαλύτερο γεγονός μέσα στην ιστορία. 
Πρόκειται για θέωση και ανάσταση της ανθρωπίνης φύσεως και για ελπίδα θεώσεως και αναστάσεως της δικής μας υποστάσεως. Αφού βρέθηκε το φάρμακο, υπάρχει ελπίδα ζωής. Δια της Αναστάσεως του Χριστού αποκτά άλλο νόημα και η ζωή και ο θάνατος. 
Δεν θεωρούμε ως ζωή το σύνολο των ιστορικών γεγονότων, αλλά την κοινωνία με τον Θεό. Και δεν θεωρούμε θάνατο το τέλος της παρούσης ζωής, αλλά την απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Χριστό, ενώ ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα δεν είναι θάνατος, αλλά προσωρινός ύπνος. Ο Απόστολος Παύλος, ακριβώς επειδή αισθάνεται ενωμένος με τον Αναστάντα Χριστό, μπορεί να ομολογεί: «Πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε τις κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. η’, 38-39).
Στον Κατηχητικό λόγο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος είναι ένας θριαμβευτικός παιάνας της νίκης, λέγεται ότι με την Ανάσταση του Χριστού ξεπεράστηκαν όλα τα ανθρώπινα προβλήματα.
Κανείς δεν πρέπει να θρηνεί για την φτώχεια και γενικά για την στέρηση των αναγκαίων υλικών αγαθών, γιατί «εφάνη η κοινή Βασιλεία».
Κανείς δεν πρέπει να οδύρεται για τα αμαρτήματα που διέπραξε, γιατί «συγνώμη εκ του τάφου ανέτειλε».
Κανείς δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, γιατί «ηλευθέρωσε ημάς ο του Σωτήρος θάνατος».
Αυτό το «μηδείς» (κανείς) είναι το απόλυτο, που δημιουργεί η Ανάσταση του Χριστού. Όσο κλεινόμαστε στο σχετικό και δεν εισερχόμαστε μέσα στην απολυτότητα του «μηδείς», τόσο και θρηνούμε, οδυρόμαστε και φοβόμαστε…
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος Βλάχος  
Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι Δεσποτικές Εορτές»
Πηγή: ideotopos.gr

Η Γερόντισσα Ευλαμπία Ρωμανίδου ~ πρωτ. Λάμπρου Φωτοπούλου

Η Γερόντισσα Ευλαμπία Ρωμανίδου
πρωτ. Λάμπρου Φωτοπούλου

Σαν αρχή…
Όταν την δεκαετία του ’50 ο μακαριστός καθηγητής της θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης παρουσίασε τις θεολογικές του θέσεις στον Ελλαδικό χώρο, οι “παραδοσιακοί” καθηγητές εξανέστησαν με τον τρόπο που προσέγγιζε την σκέψη των Πατέρων. Πολύ γρήγορα η δυσπιστία έδωσε τη θέση της στην αποδοχή και στη συνέχεια στην πλήρη αναγνώριση του πατρός Ιωάννη ως ενός ικανότατου αλλά και “παραδοσιακού” θεολόγου. Στις μέρες μας η Θεολογία του απασχολεί τόσο πολύ τους Ορθοδόξους θεολόγους και πάνω σε αυτή στηρίζονται οι επίσκοποι, οι ιερείς και οι λαϊκοί που θέλουν να ορθοτομούν λόγο αληθείας….
Ποια ήταν άραγε η προσφορά του πατρός Ιωάννη στην ελλαδική θεολογική Επιστήμη και γενικότερα στην Ορθόδοξη Θεολογία; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η συνεισφορά του είναι η διατύπωση μιας επιστημονικής Μεθοδολογίας της Θεολογίας. Διατύπωσε τρόπους και μεθόδους, “κλειδιά ερμηνείας”, με τα οποία κατανοούνται οι πατέρες της Εκκλησίας.
Σε όσους είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον πατήρ Ιωάννη Ρωμανίδη εδημιουργείτο εύλογα ένα ερώτημα. Πώς αυτό το “αμερικανάκι” με τις σπουδές σε διάσημα Πανεπιστήμια και σε Παπικά Κολέγια που δεν γνώρισε σχεδόν ποτέ από κοντά τον Ορθόδοξο Μοναχισμό, μπόρεσε να βρει πρωτότυπους δρόμους σύνδεσης της ακαδημαϊκής θεολογίας και της ησυχαστικής θεολογικής παράδοσης;…
Είναι γνωστό ότι ο πατήρ Ιωάννης διέθετε μια εξαιρετική ικανότητα να παρατηρεί και να αναλύει τα φαινόμενα, να τα κατατάσσει και να τα συστηματοποιεί. Αυτή η ικανότητά του όμως δεν θα αρκούσε να δημιουργήσει το φαινόμενο “Ρωμανίδη” αν δεν συνδυαζόταν με την Καππαδοκική καταγωγή του και δεν είχε την προσωπικότητα της μητέρα του Ευλαμπίας Ρωμανίδου, ως “δείγμα” των ορατών αποτελεσμάτων της αδιάλειπτης νοεράς Ευχής.
Ας δούμε λοιπόν αυτή την προσωπικότητα.

Η καταγωγή

Η Ευλαμπία Ρωμανίδου κατήγετο από την Ρωμαϊκὴ Καστρόπολη της Παλαιάς Αραβησσού της Καππαδοκίας. Μια περιοχή που ποτέ δεν έπαψε να συζητάει θεολογικά, ακόμα και μετά τους μεγάλους Καππαδόκες πατέρες (Βασίλειο το Μέγα, Γρηγόριος Θεολόγο και Γρηγόριο Νύσσης).
Γεννημένη πριν από την καταστροφή (το 1895) μεγάλωσε σε ένα χώρο βαθιάς πίστης. Στο χώρο αυτό η Ορθοδοξία ήταν η πρώτη αξία, η γλώσσα και η καταγωγή το δευτερεύον. Ανήκε σ’ εκείνο το μεγαλειώδη λαό των Καραμανλήδων. “Οι Ορθόδοξοι Έλληνες χριστιανοί της Καππαδοκίας (Καραμανλήδες) ήταν σε πολλά μέρη Τουρκόφωνοι δια τον εξής λόγο: Ο Τούρκος κατακτητής, προκειμένου να τους επιτρέψει να επιβιώσουν, τους έθεσε δια σπάθης τον εξής όρο: “Ή την θρησκεία, ή την γλώσσα σας”. Δηλαδή έπρεπε οι Καππαδόκες Έλληνες Ορθόδοξοι ή να αλλαξοπιστήσουν εξισλαμιζόμενοι (και κρατούντες την Ελληνική τους γλώσσα) ή να παραμείνουν στην πίστη των πατέρων τους, αλλά να αλλάξουν την γλώσσα τους, υιοθετούντες την Τουρκική. Σοφώς φερόμενοι, προτίμησαν το δεύτερο, διαφυλάττοντες την αγία Ορθόδοξο πίστη τους και θυσιάζοντες την Ελληνική γλώσσα”. [1]
Δημιούργησαν έτσι έναν ανεπανάληπτο πολιτισμό, [2] τον Καραμανλήδικο, που με την δική του ελληνική γραφή, τα σημαντικά μνημεία του, τα μοναδικά ήθη και έθιμά του μετέφρασε το Ορθόδοξο Βίωμα των ασκητών και των Αγίων σε καθημερινή πράξη. Το θεολογικό “μοντέλο” του Καππαδόκη είναι η μίμηση των αυστηρών ησυχαστών, όπως των στηλιτών Αγίων Συμεών και Δανιήλ, του Αγίου Αλεξίου του Ανθρώπου του Θεού κ. ά. [3]. Το κέντρο της κοινωνικής ζωής ήταν ο ναός και πνευματικό κατόρθωμα ήταν η άσκηση στην νοερά προσευχή. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η αναπνοή της Καππαδοκίας ήταν στο ρυθμό της Ευχής: Κύριε Ιησού Χριστέ (εισπνοή), ελέησόν με (εκπνοή)…
Μέσα σε αυτό το πνευματικό περιβάλλον μεγάλωσε η Ευλαμπία Ρωμανίδου.
Τα παιδικά χρόνια
Τα παιδικά χρόνια της γερόντισσας Ευλαμπίας ήταν μέσα στον πόνο. Πόνος βαθύς, αλλά και σωτήριος. Δωδεκάχρονο κοριτσάκι γνώρισε την φοβερή σφαγή των γονέων της, ένα γεγονός που τα παιδικά μάτια το τύπωσαν βαθιά μέσα στην ψυχή της. Εντούτοις η εμπειρία αυτή, αντί να αποβεί καταστρεπτική για την Ευλαμπία, ήταν το ουράνιο μήνυμα για να “πάρει την καλή στροφή ”, να αγαπήσει το Χριστό και την Εκκλησία.
Κοινωνικά η Ευλαμπία έμεινε ορφανή, αλλά πνευματικά απέκτησε μια παντοδύναμη προστασία. Η βασίλισσα των Ουρανών, η των “ορφανών βοηθός” την πήρε κάτω από την δική της σκέπη. Με θαυμαστή απλότητα για τις τόσο μεγαλειώδεις εμπειρίες, μιλούσε αργότερα στις μοναχές η γερόντισσα και έλεγε πως της παρουσιαζόταν η Παναγία, πως την έπαιρνε από το χέρι και την έσωζε από διαφόρους ψυχικούς κινδύνους. Από γλέντια που γινόταν γύρω της και την εμπόδιζε, την απομάκρυνε. Μετά της ερχόταν πολύ διάθεση για προσευχή. Έτσι από μικρό παιδάκι επικοινωνούσε δια της προσευχής με το Θεό!…
Άραγε τι είδους προσευχή να έκανε η μικρή ορφανή Ευλαμπία; Σε μια έγγραφη εξομολόγηση που άφησε [4], λέει τα εξής: “Δώδεκα χρονών που ήμουν, η προσευχή που έκανα αυτή ήταν. Παράκληση, Εξάψαλμος, Απόδειπνο, Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Έτσι περνούσα το χρόνο μου. Αυτούς τους λόγους δεν τους άφηνα από το μυαλό μου νύχτα και μέρα. Κύριε Αγαθέ, τα αγαθά σου μη μου στερήσεις, από κάθε τι, να ακούω τα λόγια σου. Από απρεπή πράγματα με την βοήθειά σου Κύριε μου, φύλαξέ με. Κύριε, κατά την εντολή σου, όπως ξέρεις εσύ Κύριε, ο λάρυγγάς μου, ο,τι λέει δικό σου να είναι. Η Βασίλισσα η Παναγία μας, με τις πρεσβείες της και των αγίων… Και από όλους αυτούς Ευλογητός είσαι εις τους αιώνας των αιώνων Αμήν.”
Στην προσφυγιά
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στον Πειραιά. Παντρεύεται τον συμπατριώτη της τον Σάββα Ρωμανίδη που ήταν ράφτης και αποκτά το πρώτο της παιδί, αγόρι. Το έχει ταμένο στον επίσης πρόσφυγα, άγιο Ιωάννη το Ρώσο. Αξιώνεται, όταν το παιδί έγινε 2 ετών, να πραγματοποιήσει το τάμα της και να το βαπτίσει – τον μετέπειτα ιερέα Ιωάννη – στο Προκόπι Εύβοιας. 
Η ζωή στην Ελλάδα είναι δύσκολη και η οικογένεια Ρωμανίδη μεταναστεύει το 1927 στην Αμερική. Η πολυπολιτισμική κοινωνία, με την ποικιλόχρωμη θρησκευτικότητα και τις διαφορετικές αξίες δεν την επηρέασαν, αντίθετα της έδωσαν την πρόκληση για ιεραποστολή. Πολεμάει με τις, όποιες δυνάμεις διαθέτει, τον Προτεσταντικό περίγυρο. Η θερμότητα της πίστης της κάνει εντύπωση.

Οι αιρετικοί διαβλέπουν ότι θα είναι μεγάλη επιτυχία γ’αυτούς αν προσηλυτίσουν στις ιδέες τους αυτήν την Καππαδόκισσα με την πολλή πίστη. Δεν παραγνωρίζουν και το αξιόμαχο της αντιπάλου. Οργανώνουν έτσι πραγματική “επιχείρηση” για τον προσηλυτισμό της, στην οποία συμμετέχουν 10-15 άτομα. Την επισκέπτονται και προσπαθούν μέσα από την Αγία Γραφή, με τα γνωστά τους επιχειρήματα, να την κλονίσουν. Η Ευλαμπία έχει άλλα μεγαλύτερα και ακαταμάχητα επιχειρήματα. Τους αφήνει για λίγο μόνους και καταφεύγει στους Αγίους, που έχει στο “εικονοστάσι” του δωματίου της. Προσεύχεται με θέρμη να την φωτίσει ο Θεός. Και Ω! Του θαύματος! Μια δυνατή βοή βγαίνει από τις εικόνες. Την ακούν και οι Προτεστάντες και τρέπονται σε άτακτη φυγή. Έκτοτε δεν την ξαναενόχλησαν.

Ιεραπόστολος

Η σημερινή νεοεποχίτικη νοοτροπία απαιτεί να δεχόμαστε τους άλλους όπως είναι, χωρίς να τους διαφωτίζουμε για την πλάνη τους. Η γερόντισσα Ευλαμπία δεν γνώριζε από αυτές τις ψεύτικες γλυκερότητες. Είχε βεβαιωθεί ότι η μόνη αλήθεια είναι η Ορθόδοξη Πίστη και δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας από το Ορθόδοξο Άγιο Βάπτισμα. Έτσι, όταν έμαθε ότι η κόρη της Παρθενία παντρεύτηκε στην Ν. Ζηλανδία έναν ετερόδοξο, τον Malcolm, ανώτερο κρατικό υπάλληλο, διέγνωσε ποιο ήταν ακριβώς το καθήκον της. 
Πηγαίνει στην Ν. Ζηλανδία – σημειωτέον ότι οι γονείς του πατρός Ιωάννη δεν έμαθαν ποτέ αγγλικά – και μένει εκεί μέχρις ότου να κατηχήσει σωστά το γαμπρό της και να τον βαπτίσει ορθόδοξο με το όνομα Μάρκος. Κι επειδή, έλεγε, ότι για να είσαι Ορθόδοξος δεν αρκεί να είσαι βαπτισμένος, αλλά πρέπει και να κοινωνάς, δεν εγκαταλείπει την Νέα Ζηλανδία πριν να εκπληρώσει και τον άλλο ιερό σκοπό της: Να ιδρύσει Ορθόδοξη Εκκλησία στο Christchurch, την δεύτερη μεγάλη πόλη της χώρας αυτής.

Η μάνα

Η Ευλαμπία ήταν νοικοκυρά και ασκήτρια. Ως μάνα ήταν αυτή που καθόριζε το πνευματικό περιβάλλον της οικογένειάς της. Ήταν αυτή που μετέδωσε στα παιδιά της από πολύ νωρίς το ασκητικό φρόνημα. Γράφει ο ίδιος ο πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης: «Θυμάμαι, που η μάνα μου μού έλεγε· ‘‘Παιδί μου, άνθρωπος άγιος με το ζόρι δεν γίνεται. Πρέπει να το θέλεις!’’» Για να προσθέσει στον λόγο της μητέρας του, «δεν μπορεί βέβαια άνθρωπος με το ζόρι να γίνει άγιος, ο καθένας πρέπει να επιλέξει τον δρόμο της ασκητικής θεραπείας». Αυτός ο λόγος περί ασκητικής θεραπείας του πατρός Ιωάννη φανερώνει μία συνέχεια και μία εμπειρική γνώση Θεολογίας, που είχαν όλοι οι πιστοί που είχαν φτάσει στο στάδιο του φωτισμού.

Θυμάται πάλι: Κάποτε ρώτησα τη μάνα μου· «Μάνα, τώρα που έγινες 90 ετών, τι συμβουλή θα έδινες σ᾽ εμένα το γιο σου, που αξιώθηκα να γίνω και Δεσπότης;» Μού απάντησε: «Να προσέχεις, γιε μου, να μην γύρει ο νους σου!» 

Δηλαδή βλέπουμε εδώ μία μητέρα Μικρασιάτισσα, να κρατάει το ασκητικό Ορθόδοξο ήθος και να σου λέει, πρόσεξε να μην υπερηφανευτείς, να μην πάρει ο νους σου αέρα! Όλα αυτά έχουν τεράστια θεολογική αξία και βάθος. Κι όπως ξέρουμε, οι πρωτινοί άνθρωποι για να πουν μια λέξη νήστευαν σαράντα μέρες, όπως λέει ο λαός μας. Δηλαδή ο λόγος τους ήταν αποτέλεσμα φωτισμού. Αυτό σημαίνει νήστευαν σαράντα μέρες για να πουν ένα λόγο.
Αυτή, λοιπόν, η γυναίκα, η Ευλαμπία, ενώ όλη μέρα έραβε μαζί με τον άντρα της, ταυτόχρονα προσευχόταν. Ήταν άνθρωπος της νοεράς προσευχής. Προσευχόταν με την ευχή του Ιησού και έκανε και πολλές μετάνοιες. Την έβλεπε μικρό παιδάκι ο πατήρ Ιωάννης και, σαν πειραχτήρι που ήταν, της έλεγε· «Μάνα, τι κάνεις όλο μετάνοιες και μετάνοιες;» Κι εκείνη του απαντούσε· «Κορόιδευε, Γιαννάκη, κορόιδευε! Μα να ξέρεις, παπάς θα γίνεις εσύ!» Δηλαδή είχε και διορατικό χάρισμα η γιαγιούλα μέσα στην Αμερική!…

Η μοναχή

Μετά τον θάνατο του συζύγου της προσφέρει τις υπηρεσίες της ως ράπτρια στο αντρικό μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στη Βοστώνη και συγχρόνως αρχίζει μόνη της να ασκείται στην μοναχική ζωή. Παίρνει έτσι σταθερή την απόφαση να γίνει μοναχή. Η ευκαιρία δεν άργησε να δοθεί. Ο γιος της, ο πατήρ Ιωάννης, επιστρέφει οικογενειακώς στην Ελλάδα και η γερόντισσα τον ακολουθεί ενημερώνοντάς τον συγχρόνως για τις προθέσεις της. 
Με την μεσολάβηση του πατρός Ιωάννη και την συνδρομή του (νυν) Επισκόπου Τυρολόης και Σερεντίου κ. Παντελεήμονος Ροδοπούλου ο πατήρ Πολύκαρπος Μαντζάρογλου την συνιστά στο Ιερό Ησυχαστήριο “Ευαγγελιστής Ιωάννης ο θεολόγος” Σουρωτής Θεσσαλονίκης, τη μονή που πνευματικό της καθοδηγητή είχε τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη. Έτσι, η Ευλαμπία μπαίνει κάτω απὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση του μεγάλου τούτου συγχρόνου Αγίου και γίνεται δεκτή ως δόκιμη στις 17/1/1971. Στις 4/5/1973 γίνεται η κουρά της σε μεγαλόσχημη, χωρίς να αλλάξει το βαπτιστικό της όνομα. 
Ως μοναχή, ουδέποτε παρέλειπε τον κανόνα της. Τα μεσάνυχτα στις 12 προσευχόταν ανελλιπώς με τον τρόπο που είχε συνηθίσει από νέα. Εξηγούσε δε με τον ακόλουθο χαρακτηριστικό τρόπο την συνήθειά της αυτή: “τότε, παιδί μου, ανοίγει ο ουρανός”, έλεγε.

Στο μοναστήρι έζησε μέχρι το 1980, οπότε κοιμήθηκε εν Κυρίω οσιακά, όπως το ζητούσε αδιάκοπα από το Θεό: “Το όνομά μου εν βίβλω ζωής να περάσεις. Ειρηνικά χριστιανικά τα τέλη της ζωής μου δός μου…” [6].
Προγνώριζε το θάνατό της και το έλεγε στις αδελφές που την υπηρετούσαν, όταν τις μιλούσαν για γεγονότα που θα γίνονταν αργότερα (Κτίσιμο Ναού Αγίων Αρχαγγέλων). Άλλωστε το γεγονός του θανάτου ήταν η μελέτη της καρδίας της από ηλικία 12 χρόνων “τον θάνατο να μην βγάλω από το νου μου Κύριε δός μου” έλεγε [7]. Ο Θεός τής έδωσε τους τελευταίους μήνες της ζωής της όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για να προετοιμαστεί για το μεγάλο πέρασμα.
Όταν επρόκειτο να τελειώσει την ζωή της το απόγευμα της 6ης Νοεμβρίου 1980 δεν ήθελε καμιά από τις αδελφές που την υπηρετούσαν να μείνει κοντά της. Πήγαν όλες στον εσπερινό, έμεινε μόνη. Κάποια περαστική αδελφή την άκουσε να συζητάει μέσα στο κελί της, άγνωστο με ποιον. Όταν επέστρεψαν από τον Εσπερινό είχε κοιμηθεί.
Η χαρισματούχος
Τα μεγάλα χαρίσματα τα δίδει ο Θεός σε αγίους μετά από πολυχρόνιους ασκητικούς αγώνες ή σε απλοϊκούς χριστιανούς, που ουδέποτε εφαντάσθησαν ότι είναι άγιοι. Η γερόντισσα Ευλαμπία ανήκε στους τελευταίους.

Απέκτησε το διορατικό χάρισμα μετά από το χάρισμα της νοεράς ευχής. Με χαρακτηριστική απλότητα εξηγούσε στον Άγιο Παΐσιο με λεπτομέρειες, πως προσεύχεται γονατιστός στο κρεββάτι του μέσα στο κελί του, στο Άγιον Όρος. Και σχολίαζε ο γέροντας Παΐσιος ότι “η γερόντισσα Ευλαμπία έχει πνευματική τηλεόραση…”
Ο μητροπολίτης Μόρφου σε ομιλία του, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Πριν απὸ ένα χρόνο, που επισκέφτηκα την εν λόγω μονή, μού ανέφερε η νυν ηγουμένη του μοναστηριού Φιλοθέη· «Αυτή η γιαγιά (η Ευλαμπία) καλά καλά ελληνικά δεν ήξερε, αλλά ήταν η πρώτη στις Ακολουθίες, η πρώτη στην υπακοή, και είχε αποκτήσει μεγάλο διορατικό χάρισμα. Για παράδειγμα, όταν ο Άγιος Παΐσιος κάποιες νύχτες (στο κελί του, στο Άγιον Όρος) ήταν άρρωστος, έκανε τον Κανόνα του καθιστός. Και η γιαγιά Ευλαμπία από τη Σουρωτή της Θεσσαλονίκης τον έβλεπε με τα μάτια της καρδιάς -κι όχι με τα μάτια τους σώματός της- μέσα στο κελί του τι έκαμνε. 
Κι όταν συναντήθηκαν αργότερα, τού είπε· 
‘‘Την τάδε ημερομηνία ήσουν άρρωστος, Γέροντα, και δεν έκανες όλες τις μετάνοιές σου, ούτε όλα τα κομποσχοίνια σου τα έκανες!’’ ‘‘Καλά, εσύ πού με είδες σαν ήμουν στο Άγιο Όρος;’’, τη ρώτησε. ‘‘Να, έχω μια τηλεόραση και μού τα δείχνει’’, απάντησε η γιαγιά! Και έλεγε με θαυμασμό ο Άγιος Παΐσιος· 

‘‘Κοίτα να δεις, αυτή η γιαγιά που ήρθε από την Τουρκιά και την Αμερική να έχει και τηλεόραση έγχρωμη και να με παρακολουθεί τι κάνω στο Άγιον Όρος!’’ 

Και όλες οι καλόγριες έμειναν έκπληκτες με τα χαρίσματα της γιαγιάς Ευλαμπίας.»
Αυτά επιβεβαιώνουν ότι τη βαθύτερη εσωτερική ζωή μπορεί να την κατέχει κι ένας απλός άνθρωπος του λαού, φθάνει να είναι εντός του πλαισίου της αυθεντικής ησυχαστικής και θεραπευτικής εκκλησιαστικής μας ζωής και παράδοσης. 
Και οι Ορθόδοξοι χριστιανοί γονείς, ζώντας μέσα σε τούτη τη θεραπευτική μας παράδοση, πρέπει να έχουν ως σκοπό να μάθουν στα παιδιά τους να προσεύχονται, να μετανοούν, να συγχωρούν, κι όχι πως να αποκτήσουν επίγεια φήμη και επίγειο πλούτο. Οι πρωτινοί Ορθόδοξοι κύριο μέλημά τους είχαν να μεταδώσουν με τη βιοτή τους στα παιδιά τους τη θεραπευτική αγωγή της Εκκλησίας μας, χωρίς πολλά λόγια και θεωρίες, ήσυχα και απλά, εφαρμόζοντας πρώτα οι ίδιοι στη ζωή τους τη θεραπεία αυτή.
Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ποια ήταν η καταγωγή του πατρός Ιωάννη Ρωμανίδη και ειδικά η αγία μάνα του, και τι πνευματικά γονίδια τού κληρονόμησε, που καθόρισαν καίρια τη ζωή του…
Όταν την ρωτούσαν για τις πνευματικές της εμπειρίες, απέφευγε να απαντά με την εξής φράση: “Έτσι όλοι οι άνθρωποι βλέπουν. Εγώ από μικρό παιδί έβλεπα Αγίους. Μου είπαν, παιδί μου, να μην λέω. Κακό και μένα, κακό και σένα”

Η ευλάβειά της ήταν έκδηλη όταν προσήρχετο στα Άχραντα Μυστήρια. Πάντοτε με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος πήγαινε να κοινωνήσει και πάλι με σταυρωμένα τα χέρια επέστρεφε στο στασίδι της. Τον τελευταίο χρόνο, που ήταν κλινήρης και κοινωνούσε στο κελί της, την ίδια ευλάβεια διατηρούσε. Αυτή η συμπεριφορά δεν υπαγορευόταν από μία ευσεβή συνήθεια, αλλά από την εμπειρία της ορατής παρουσίας των Αγίων Αγγέλων, που έβλεπε μέσα στον Ναό [9].

Την εποχή που ήταν κατάκοιτη – για αρκετούς μήνες – και σιγά-σιγά πλησίαζε ο θάνατος της μια μέρα συνέβη και αυτό το παράδοξο: Γινόταν λειτουργία στον Ι.Ναό Ζωοδόχου Πηγής και ξαφνικά εμφανίζεται στην Εκκλησία η γερόντισσα Ευλαμπία μόνη της. Οι αδελφές ξαφνιάστηκαν και την ρώτησαν πώς ήλθε. Η γερόντισσα απήντησε απλά “Εμένα, παιδί μου, ο Άγιος Αρσένιος έτσι (δηλαδή σηκωτή) με ανέβασε”.


Εις μνημόσυνον αιώνιον
Πόσο διαφορετική είναι αυτή η γερόντισσα από όλα εκείνα τα τεχνητά μοντέλα που “λανσάρει” το θρησκευτικό “star system” της εποχής μας. Δεν έκανε κανένα ταξίδι στην Ανατολή για να γνωρίσει την πνευματικότητα των γκουρού και τα “άστραμ”. Δεν οργάνωσε γύρω της κοινόβιο με υποτακτικές που να την λατρεύουν για αγία. Δεν έκανε την “φωτισμένη” ώστε να συγκεκτρώσει γύρω της πλήθη οπαδών. 
Τα ΜΜΕ δεν ασχολήθηκαν ποτέ μαζί της. Έχοντας την χάρη τού “ταπεινού και ησυχίου” Αγίου Πνεύματος, υποτάχθηκε στο θέλημα του Τριαδικού Θεού. Υπέμεινε την ορφάνια και την προσφυγιά με πίστη στο Θεό και αδιάλειπτη Προσευχή. Έζησε μέσα στον κόσμο αφοσιωμένη στα καθήκοντά της ως συζύγου και μητέρας και, όταν αποφάσισε να μονάσει, προέκρινε ταπεινά την υπακοή σε ένα Ορθόδοξο Μοναστήρι.

Κλείνοντας…

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης γράφει: “Η αρχή της θεραπείας του νοός, που λέγεται κάθαρσις, είναι η εκδίωξις από αυτόν όλων των λογισμών, καλών και κακών. Όταν η εκκένωσις αυτή συνδυάζεται με την κάθαρση των παθών και την ορθή περί Θεού Πίστη, ο νους επιστρέφει εις την καρδία και δέχεται το Πνεύμα το Άγιον, αποστελλόμενο από τον Πατέρα και τον Υιό και προσευχόμενο αδιαλείπτως. Τότε κατά τους πατέρας, γίνεται κανείς ναός του Αγίου Πνεύματος και μέλος του σώματος του Χριστού. Η νοερά ευχή λέγεται μονολόγιστος, αφού ο μόνος λογισμός που κατέχει τον νου είναι η αέναος μνήμη του Θεού” [10]. 

Φοιτητής του τον θυμάται να περπατά μέσα στους διαδρόμους της Σχολής και να του λέει, «Καλημέρα, πατέρα Ιωάννη», και αυτός να μην του απαντά, αλλά κάποια στιγμή να κοντοστέκεται και να στρέφεται πίσω και να του λέει, «Παιδί μου, μου είπες χαίρετε;» «Μάλιστα, πάτερ!» «Τότε, χαίρετε κι από εμένα!» «Δεν με προσέξατε;» «Όχι, παιδί μου, ασχολούμουν με το ‘‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με’’». 

Ήταν ίσως η μοναδική φορά που προδόθηκε ότι προσευχόταν νοερὰ και δεν τον ενδιέφεραν τόσο πολύ οι ευγένειες, ούτε οι καθωσπρεπισμοί, διότι είχε εσωτερική εργασία, αφού ήταν γιος της Ευλαμπίας…
Θα μπορούσε άραγε ποτέ ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης να μιλήσει με τόση σαφήνεια και απολυτότητα για τόσο υπερφυσικές εμπειρίες, αν δεν είχε βεβαιωθεί από την προσωπικότητα της μητέρας του και εξ ιδίας πείρας, ότι όσα διάβασε στα βιβλία των Πατέρων είναι πέρα ως πέρα αληθινά;…

«Η Γερόντισσα Ευλαμπία Ρωμανίδου»

Απόσπασμα από το βιβλίο του Πρωτοπρεσβυτέρου 
Λάμπρου Φωτόπουλου, 
Αθήνα 2003


Παραπομπές:
1.  Γεωργίου Πρεσβυτέρου, Νέα οσία Φωτεινή η Νεαπολίτις, γ΄ έκδοση, Έκδοσις I.Μονής Αγίου Προκοπίου Τρικάλων, Αθήναι 2002, σ.10.
2.  Γι’ αυτόν τόν πολιτισμό δυστυχώς δεν έχουν δείξει ενδιαφέρον, ούτε η Τουρκία- για ευνοήτους λόγους- ούτε η Ελλάδα.
3.  Χαρακτηριστικό είναι το καραμανλήδικο τραγουδάκι για τον Άγιο Αλέξιο τον άνθρωπο του Θεού που αρχίζει με τις λέξεις “Ουρφαγιά κάντη καραντάν” και, βρίσκεται στο μουσικό βιβλίο, Σίμωνος Καρά, Μέθοδο της Ελληνικής Μουσικής τ. Α, Αθήναι 1981, Έκδοση Συλλόγου προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής, σ.90 (σε μετάφραση):
“Στην Έδεσσα διά ξηράς πήγε (ο Αλέξιος), τον διεφύλαξε ο πλάστης του.
Γλύτωσε το κεφάλι του απ τους μπελάδες, σ’αυτήν την υπομονή ο Αλέξιος.
Πετσί και κόκκαλο έμεινε, παρά Θεού πολλά χαρίσματα έλαβε.
Δέκα eπτά χρόνια έμεινε εκεί σε τέτοια υπομονή ο Αλέξιος.”
4.  Το πρωτότυπο κείμενο είναι στην Τουρκική και μας το διέθεσε ευγενώς σε μετάφραση ο ανεψιός της γερόντισσας π. Πολύκαρπος Καλαϊτζόγλου.

5. Απόσπασμα από την πιο πάνω αναφερθείσα εις χείρας του π. Πολυκάρπου Καλαϊτζόγλου ευρισκομένη εξομολόγηση της γερόντισσας.
6.  Άλλο απόσπασμα από την εξόμολόγησή της
7. Όλες οι πληροφορίες για την ζωή της γερόντισσας Ευλαμπίας, ως μοναχής στο I. Ησυχαστήριο “Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος” δόθηκαν, με την ευλογία της καθηγουμένης του I. Ησυχαστηρίου Φιλοθέης μοναχής, από τις αδελφές που την εξυπηρετούσαν, προς τις οποίες και ανήκουν οι εποφειλόμενες ευχαριστείες.
8.  “Εσείς νομίζετε κοιμάμαι. Εγώ βλέπω αγγέλους, γεμάτη η Εκκλησία” έλεγε κάποτε σε μία μοναχή.
9.  Ιωάννου Ρωμανίδη, Γρηγορίου Παλαμά έργα τ.1, Θεσσαλονίκη 1984, Εκδόσεις Πουρναρά, σ.23.

Πηγή: e – Miteriko

Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε άγιοι! ~ Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε άγιοι!…
Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


Το πρώτο πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέσει ο Θεός στην επίγνωσή Του, είναι να ερευνήσει με ακρίβεια τον εαυτό του για να δει, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας. 
Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυση της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος. 
Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι’ αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.
Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικότερα. Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσεις γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω».

Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνεις; Ίσως να τελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις να γονατίσεις εκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσεις το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσεις, να επιμένεις, ούτως ώστε να σου ανοίξει; Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι.

Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώση. 

Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι.

Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξουμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνουμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότι τόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή που δίνει η προσευχή. Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου. Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα.
Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα. Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστη και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του.


Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί βρήκαν δια του αγώνος των. 

Με την ανάγνωση και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράσει επάνω σας.


Ας επανέλθουμε όμως στο θέμα της μετανοίας. 

Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην μπορεί να νικήσει τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ’ όλο που αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάσταση θεωρείται κατά την παράδοση της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.

Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν πάψει ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν μπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωση και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο, στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.



Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμιά περίπτωση να συστέλλουμε την πίστη μας. Ουδέποτε να σκεφθεί κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας κάλεσε ο Χριστός μας. Θα φθάσουμε χάριτι Χριστού. Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάσει εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το καταδίκασαν.
Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμη της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο μπορεί ο άνθρωπος, μέχρι που να αντιδράσει προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφή προσβολής «κάνε αυτό», τόσο μόνο μπορεί να πει ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω». Μέχρι εκεί μπορεί να πάει ο άνθρωπος. Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας, τόνιζε με έμφαση ότι, «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ’ όσον «δια πίστεως βαδίζουμε».

Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσουμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσουμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσουμε επειδή το θέλουμε και εφ’ όσον το θέλουμε θα μας το δώσει ο Χριστός μας. Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεση, οπωσδήποτε θα το επιτύχουμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωση.

Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύουμε. «Πάντα ἰσχύομεν ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι ἡμᾶς Χριστῷ». «Πάντα», είπε ο Παύλος, για να μην αφήσει κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν μπορώ». Αφού είναι «μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός, τίς καθ᾿ ἡμῶν; Εἰ Θεὸς ὁ δικαιών, τίς ὁ κατακρίνων;» Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή.


Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψη της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Νόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια, αλλά επτά φορές να συγχωρεί. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά, αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίσει έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.


Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσή μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύση, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεση, 
και μένει σε μας μόνο η πρόθεση η δική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θεία Χάρις, πού είναι παντοδύναμη… 

Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει. Αποφασίζουμε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη. Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλουμε και να φύγουν, θέλουν τιτάνια μάχη και αντίδραση για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήσει η Χάρις, όχι ο άνθρωπος.
Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνουμε, δεν τα ελέγχουμε…


Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξει. Να απελάσει τα πάθη και να ελκύσει τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένουμε. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς».
Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήσει το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήσει να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώσει Πνεύμα Άγιο εις εκείνους που το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώσει. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις.
Ο Ιησούς μάς λέγει ότι, «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι». Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστεί την «κένωση», ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» που είναι ανωτέρα της προηγουμένης.
Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα που μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλίμονο, είναι βλάσφημο να το πει κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ. 
Και εξηγούμαι σαφέστερα… 
Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους που με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως που με πιέζει· θέλω να φύγει· παρακαλώ τον Θεό να μου δώσει εκείνο που μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, που περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώσει…

Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήσει και να κάνει αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο που ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι που επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. 

Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό. Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίσταση, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας…

Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες…

Πολλές φορές, προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα και αφήνει τον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίσταση, για να τον σώσει από ένα επερχόμενο πειρασμό, τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα πάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του…

Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν μπορεί να τα γνωρίζει κανείς…

Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάσει, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθεί μέσα στην Εκκλησία και να γίνει φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο… 


Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις.

Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία. Εφ’ όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οἱ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθεί. Μόνο οι άνθρωποι μπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο… 
Οτιδήποτε του ζητήσουμε και αφορά την σωτηρία μας θα το πάρουμε…


Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή που ξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρη Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξει από μια κατάσταση πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξει. Παρ’ όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμιά λύση στο πρόβλημά του. 

Πέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, που με παρακάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι που έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «Θα χανόσουν»!…

Έτσι είναι τα μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να κάνουμε υπομονή. Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσος ονόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το ξέχασε. Όταν πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον φώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να δεις αυτό που εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί, αλλά δεν ξεχνά». 

Όταν θέλουμε να σωθούμε, αγωνιζόμεθα να αποβάλουμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήσει μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξει αυτή τι θέλει να κάνουμε. Είναι αυτό που μας είπε ο Ιησούς μας; «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται ὑμῖν». Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχουμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. 

Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις, έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ’ όσον αιτήσαμε θα λάβουμε, εφ’ όσον ζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ’ όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. 
Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλει, έτσι και εμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχουμε. 
Δεν είναι τυχαίο, το οτι μας κάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσουμε. Ποιος μας έφερε εδώ; Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνουμε περίγελος του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζουμε μήπως γλιστρήσουμε και ξεφύγουμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως ξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι’ αυτά στενάζουμε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου Πνεύματος που βρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι η πραγματικότητα και όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα. 
Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού. «Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν, ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνουμε λίγη υπομονή.




Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένουμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει ἐκ τῶν γάμων». Και θα αναλύσει και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσουμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ’ ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έρθεις να μας δώσεις την επαγγελία»…

Οπόταν θα ακούσουμε το: «εὖ, δοῦλοι ἀγαθοί καὶ πιστοί»!… 
Αυτές είναι πραγματικότητες. Αυτά τα ζείτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. 
Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή. Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος. Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζει ο εαυτός του, και ο Χριστός. Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομιλήτε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». 
Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού, εμφωλεύει αμαρτία». Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέρας είναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσεις. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. 
Εμείς ποια σχέση έχουμε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός. Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί « ὅπου, ὑπέρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Χριστός, εἰς τά Ἅγια αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος».
Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών, ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν – μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο. Έτσι προχωρούμε «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν», το κέντρο της αγάπης μας, που μας κάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων…

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε άγιοι!