Ἡ ἀληθινή παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας ~ Πρωτοπρ. Ἰωάννης Φωτόπουλος

Ἡ ἀληθινή παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας
Πρωτοπρ. ωάννου Φωτόπουλου

Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ προσπάθεια ἐνοποιήσεως τῆς ἀνθρωπότητος διὰ τῆς διαδικασίας τῆς παγκοσμιοποιήσεως εἶναι μία πρόκληση γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους. Κριτήριο γιὰ τὴ στάση τῶν Ὀρθοδόξων ἔναντί της Παγκοσμιοποιήσεως δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία. Μὲ βάση αὐτὴ τὴ διδασκαλία, ἡ ἑνότης τῆς ἀνθρωπότητος πραγματώνεται μόνον ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴ Ἐκκλησία. 

Ἤδη ὁ Κύριος ἠμῶν ἔχει ἑνωμένη ἐν Αὐτῶ ἄρα καί θεωμένη τήν ἀνθρώπινη φύση καί καλεῖ κάθε ἄνθρωπο νά οἰκειοποιηθεῖ διά τῶν Μυστηρίων καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀσκήσεως τήν Καινή Ζωή, τόν Καινό ἄνθρωπο. 

Ἔχουμε καὶ στὰ ἀνθρώπινα ἕνα πρότυπο, τῆς Ὀρθόδοξης Ρωμιοσύνης, ποὺ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη ὡς κέντρο τῆς ἑνοποιεῖ καὶ λογοποιεῖ τὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο, διατηρώντας τὴν οἰκουμενική της συνείδηση.

Ἔχοντας τέτοια ὀρθόδοξα-ἐκκλησιολογικὰ κριτήρια καὶ τὴν αἴσθηση τῆς Καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τίποτα, μὲ κανένα ἀντάλλαγμα, μὲ κανένα δέλεαρ δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀποπειραθοῦμε νὰ ἐντάξουμε αὐτὴ τὴν καθολικότητα, τὴ θεία ἰδιότητα τῆς Ἐκκλησίας μας, στὶς ἐγκόσμιες, ἀντίχριστες δυνάμεις τῆς παγκοσμιοποιήσεως. 

Γιατί ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί ὡς πραγματικότητα ἀλλά καί ὡς δυνατότητα γιά τόν καθένα μᾶς εἶναι ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχει ἡ ἀνθρωπότητα καί δέν δύναται γιά κανενός εἴδους σκοπιμότητα νά τεθεῖ, ὡς θεραπαινίδα, στήν ὑπηρεσία ἐξουθενώσεως τῶν ἀνθρώπων καί τῶν λαῶν, στήν ὑπηρεσία τοῦ ψευδοοράματος τῆς παγκοσμιότητας, μίας «παγκόσμιας κοινωνίας ἀγάπης».


Ἀντιθέτως οἱ ὀρθόδοξοι ποιμένες ὀφείλουμε, πιστοί στήν παρακαταθήκη τῆς πίστεως καί τῆς Χάριτος πού ἐλάβαμε κατά τή χειροτονία μας, νά συνεχίζουμε τό ἔργο πού μᾶς ἀνετέθη ὑπό τοῦ Χριστοῦ: Ὀφείλουμε νά ἐργαζόμεθα ὡς οἰκονόμοι τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἁγιασμό μας καί τόν ἁγιασμό τῶν πιστῶν. Ὀφείλουμε νά δίδουμε μαρτυρία Ὀρθοδοξίας πρός κάθε κατεύθυνση, πρός κάθε ἄνθρωπο καί κάθε λαό. 

Ὄχι νὰ κάνουμε ψευτο-θεολογικοὺς διάλογους ποὺ καταλήγουν σὲ ἐπαίσχυντα κοινὰ κείμενα, ὅπως τὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου, ἢ ἡ Οἰκουμενικὴ Χάρτα ποὺ προδίδουν τὴν πίστη μας. Ὄχι νὰ συναγελαζόμεθα μὲ εἰδωλολάτρες, Μωαμεθανοὺς κι Ἑβραίους, συγκαθήμενοι καὶ διαβάζοντας ἀπὸ κοινοῦ κείμενα δῆθεν γιὰ τὴν εἰρήνη. Ἀλλὰ ὀφείλουμε νὰ καλοῦμε ἅπαντας στὴν κοινωνία τῆς Μίας, Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς τῆς μόνης ἐλπίδος τοῦ ἀνθρώπου.

Κι ἀκόμα νά κηρύττουμε μέ ἀκρίβεια καί ἕως θανάτου τά ὀρθά δόγματα καί νά φυλάττομε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τήν Ὀρθόδοξη λειτουργική καί κανονική παράδοση, ἀσυμβίβαστοι, μακριά ἀπό τούς χειρισμούς καί τίς δημόσιες σχέσεις τῶν κοσμικῶν ἀρχόντων καί τῶν διαχριστιανικῶν καί διαθρησκειακῶν κέντρων. Ὀφείλουμε νά δροῦμε καί νά ὁμιλοῦμε ὅπως οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καί Πατέρες.

Αὐτό εἶναι τό ἀληθινό ἄνοιγμα στήν Οἰκουμένη, αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτό τό ἄνοιγμα, αὐτή ἡ κλήση εἶναι σάν τό ἄνοιγμα τῶν χειρῶν τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Σταυροῦ.
Στὴ φράγκικη ζωγραφικὴ ὁ Ἐσταυρωμένος εἰκονίζεται μὲ τὰ χέρια κρεμασμένα καὶ τὸ κεφάλι γερμένο μπροστὰ λόγω τοῦ βάρους τοῦ σώματος. Αὐτὸς ὁ νεκρὸς καὶ ἀπελπισμένος «Χριστὸς» ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κοσμικὴ ὑποστήριξη ἀπὸ ποικίλα «ἀνοίγματα» πρὸς τὸν κόσμο. Ὁ Πάπας, ὁ Vicarius (ἀντιπρόσωπος) ἑνὸς τέτοιου «Χριστοῦ», εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ἰσχυρότερα δεκανίκια τῆς παγκοσμιοποιήσεως καὶ σ’ ἀντάλλαγμα ἀπολαμβάνει τὴν ὑποστήριξη τῆς Νέας Τάξεως καὶ τὴν προώθηση τῆς κοσμικῆς ἀντιχριστῆς ἐξουσίας του.
Στὴν Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία ἀντίθετα, ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι ὁ «Βασιλεύς», «ὁ Κύριος της δόξης» (Ψaλμ. 23, 10, Α’ Κορ. 2,8). Αὐτὸν τὸν τίτλο γράφουν καὶ οἱ ὀρθόδοξοι ἁγιογράφοι πάνω στὸ Σταυρό. Γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο ὁ Χριστὸς εἰκονίζεται μὲ τὰ χέρια τεντωμένα, ἀνοιχτά, καὶ τὸ πρόσωπό Του στραμμένο στὸν κόσμο, μὲ πόνο ἀλλὰ καὶ μὲ ἐξουσία βασιλικὴ κι ἀρχοντιά: «ἐπὶ Σταυροῦ τὰς ἀχράντους σου χείρας ἐξέτεινας, ἐπισυνάγων πάντα τὰ ἔθνη κράζοντα Κύριε, δόξα σοί». (Τροπάριο ἕκτης Ὥρας).
Ἀνοίγει τά χέρια τοῦ ὁ Χριστός καί ἐναγκαλίζεται τά Ἔθνη. Ποῦ τά ἐπισυνάγει; ποῦ τά ἑνοποιεῖ; Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του, στό Σῶμα Του. Ἐκεῖ ὅπου βρίσκεται ἡ πληρότης τῆς Χάριτος καί τῆς Ζωῆς. Καί ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἄλλο «ἄνοιγμα», διαφορετικό ἀπό τό ἄνοιγμα τῶν χειρῶν τοῦ Κυρίου πρός τήν Οἰκουμένη δέν γνωρίζουμε. 

Ἄλλη παγκοσμιότητα ἀπ’ αὐτήν πού πηγάζει ἀπό τήν παγκόσμιον ὕψωσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ δέν βρίσκουμε κι ἄλλην οἰκουμενικότητα ἀπ’ αὐτήν πού διακηρύσσεται ἀπό τούς Ὅρους καί τούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων κι ἀπ’ αὐτήν πού βιώνεται ἀπό τούς Ἁγίους δέν δεχόμεθα.

Κέντρο τῆς ζωῆς μας, Ζωή μας καί ἐλπίδα μας, Ζωή καί ἐλπίδα τῆς ἀνθρωπότητος παραμένει ἡ Ὀρθόδοξη Καθολικότης, ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική, Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία


Ἡ ἀληθινή παγκοσμιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας

πρωτοπρ.ωάννου Φωτόπουλου


ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ
Ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ
Κριτικὲς τοποθετήσεις στό βιβλίο
«Παγκοσμιότητα καί Ορθοδοξία»
Ἀρχιεπ. Αλβανίας κ. Αναστασίου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
Ή ὀρθόδοξη ἀπάντηση στὴν Παγκοσμιοποίηση.

Τα επιχειρήματα της Εκκλησίας, των πνευματικών. Δεν τα πιστεύω όλα αυτά….

Όλα τα νίκησα μέσα μου. Τα επιχειρήματα 
της Εκκλησίας, των πνευματικών. 
Δεν τα πιστεύω όλα αυτά…


Όταν ήμουν στο Άγιον Όρος στη Νέα Σκήτη, ήταν περίπου τέτοιος μήνας, αρχάς Νοεμβρίου με το δικό μας ημερολόγιο εκεί, όπου ένα βράδυ, περασμένη λίγο η ώρα, χτύπησε η πόρτα της καλύβας μας και ανοίξαμε να δούμε ποιος ήταν. Ήταν τρία παιδιά τα οποία χάθηκαν στο δρόμο και δεν μπορούσαν να φιλοξενηθούν βέβαια στο Μοναστήρι γιατί είχε κλείσει, ούτε πουθενά αλλού και έπρεπε να τα φιλοξενήσουμε εμείς στη δική μας καλύβη. Δεν υπήρχε πρόβλημα βέβαια.
Προσπαθήσαμε να τους φιλοξενήσουμε, να τους ετοιμάσουμε κάτι να φάνε. Ένας εξ αυτών όμως ήταν πολύ αρνητικός. Εγώ κάθισα λίγο μαζί τους να τους μιλήσω μέχρι να φάνε τα παιδιά, να μην τους αφήσουμε μόνους τους. Eίπαμε κάποια πράγματα.
Το ένα το παιδί ήταν αρνητικός, ήταν δύσκολος. Χαμογελούσε ειρωνικά, με έβλεπε έτσι παράξενα. Καταλάβαινα ότι δεν του άρεσα τρόπον τινά, δεν ξέρω. Αφού φάγανε το φαγητό τους, πήγα να τους δείξω – ήμουν υπεύθυνος αρχοντάρης – τα δωμάτια. Μου λέει ένας:

Πάτερ, μπορώ να δώσω στο Θεό την τελευταία ευκαιρία να μου μιλήσει;…

Ωραία σκέψη. Και τι θα γίνει τώρα; Δηλαδή πως θα δώσεις του Θεού την τελευταία ευκαιρία να σου μιλήσει;…

Θέλω να μιλήσουμε.
Πήρα ευλογία από τον Γέροντα και πήγα κάθισα εκεί σε ένα παρεκκλήσι που είχαμε και μιλούσαμε από τις οκτώ το βράδυ μέχρι ώρα τέσσερις το πρωί, που χτύπησε το σήμαντρο για την ακολουθία. Μιλούσε βέβαια ο ίδιος, δεν άφησε το Θεό να του μιλήσει, γιατί ήθελε ο ίδιος να πει όλα αυτά που είχε μέσα του. Πανέξυπνος άνθρωπος, πολύ διαβασμένος, πολύ μορφωμένος, ήταν στο πτυχίο της Νομικής τότε.
 Λοιπόν, μου λέει, κοίταξε πάτερ εγώ μεγάλωσα στα κατηχητικά, στις αδελφότητες, κοντά σε πολύ καλούς πνευματικούς. Ξέρω τα πάντα. Όταν σου λέω κάτι ξέρω εκ των προτέρων τι θα μου απαντήσεις.
Και πράγματι, ήξερε πάρα πολλά πράγματα. Δεν είχα κάτι να του απαντήσω διότι όντως τα ήξερε όλα. Κι έτσι όπως ήτανε έξυπνος και λαλίστατος και ευφυής και με επιχειρήματα – δικηγόρος βέβαια ήτανε ο άνθρωπος – εντάξει εγώ αισθανόμουνα στριμωγμένος σ’ εκείνη τη γωνιά του στασιδιού. Τον άκουγα απλώς κι έλεγα: ο Θεός να μας βοηθήσει να βγάλουμε άκρη εδώ απόψε. Τι θα γίνει; Που θα βγούμε με αυτόν τον άνθρωπο; Τέλος πάντων, είπε, είπε, είπε κάμποσα. Πήγαινα κι εγώ να πω καμιά κουβέντα, δεν με άφηνε. Μου έλεγε,
 Ξέρω τι θα πεις, ξέρω…
Και πράγματι ήξερε δηλαδή, δεν έλεγε ψέματα. Όταν ήρθε η ώρα να τελειώσουμε μου λέει:
Πάτερ μου ξέρεις όλα τα νίκησα μέσα μου. Όλα τα νίκησα. Όλα τα επιχειρήματα της Εκκλησίας, όλη τη διδασκαλία των κατηχητικών, των ομαδαρχών, των κατασκηνώσεων, των ομάδων, των πνευματικών, τα πάντα. Τα έχω διαλύσει, τα έχω νικήσει. Έχω απόψεις, έχω επιχειρήματα, έχω μέσα μου ισχυρά ερείσματα για να μην τα πιστεύω όλα αυτά τα πράγματα, αλλά έχω κάτι που δεν μπορώ να το νικήσω. Δεν μπορώ να το νικήσω.
Τι είναι αυτό που δεν μπορείς να το νικήσεις;

Η μάνα μου. Δεν μπορώ να νικήσω τη μάνα μου…

Δηλαδή; Έχει γλώσσα; Μιλάει πολύ;

Όχι, δεν μιλάει καθόλου η μάνα μου.

Ε τότε, τι κάνει;
Δεν μπορώ πάτερ. Όταν σηκώνομαι το βράδυ και τη βλέπω να είναι γονατιστή και να προσεύχεται, δεν μπορώ να βγάλω αυτήν την εικόνα από μέσα μου. Όλα τα άλλα τα διέλυσα. Και τους πνευματικούς και τις εκκλησίες και τις κατασκηνώσεις και τα πάντα, αλλά αυτήν την εικόνα της μάνας μου δεν μπορώ να την νικήσω.
Για να μην σας τα πολυλογώ, τελικά τον νίκησε η εικόνα της μάνας του. Πράγματι αυτό το παιδί πάλεψε πολύ με τον εαυτό του στη συνέχεια. Πηγαινοερχόταν στο Άγιον Όρος. Δεν του λέγαμε τίποτα, απλώς ήταν πολύ παρατηρητικός. Έβλεπε, γυρνούσε, έβλεπε πράγματα τα οποία εμείς δεν βλέπαμε τόσα χρόνια. Ερμήνευε διάφορες καταστάσεις όμορφα, ωραία.
Μέχρι που σιγά-σιγά πράγματι νίκησε η εικόνα της μητέρας του, η οποία ήταν μία αγράμματη γυναίκα – σχεδόν αγράμματη δηλαδή με λίγες τάξεις του Δημοτικού – αλλά μια γυναίκα της Εκκλησίας, η οποία προσευχόταν πάρα πολύ για το παιδί της…

Και σήμερα, δόξα τω Θεώ, το παιδί αυτό διαπρέπει. Είναι στέλεχος, της τοπικής Εκκλησίας στην οποία ανήκει. Και διαπρέπει πραγματικά στην πνευματική ζωή και αυτός και η κατ’ οίκον Εκκλησία του, η οικογένειά του και όλοι όσοι είναι κοντά του. Γιατί από τότε, έγινε στέλεχος και διδάσκαλος της Εκκλησίας και στηρίζει και αυτός με τη σειρά του πολλούς ανθρώπους.

Σχόλιο Λόγος Φωτός: Οι πρώτοι Χριστιανοί αντιμετώπισαν το πρόβλημα της άρσεως της Χάριτος του Θεού από την καρδιά τους και δεν μπορούσαν να αντιληφθούν την εγκατάλειψη αυτή του Θεού.

Σύμφωνα με την μαρτυρία των Αγίων μας, ο Θεός εργάζεται κατά τρόπον ακατανόητο για την ανθρώπινη λογική, ωστόσο πολλοί σύγχρονοι Χριστιανοί υποφέρουν από την κατάσταση αυτή και πέφτουν σε απόγνωση και απελπισία.

Η πνευματική ζωή χωρίζεται σε τρία στάδια. Στην έλευση της Χάριτος, στην απόκρυψη της από τον άνθρωπο και στην εκ νέου έλευσή της στην καρδιά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γίνεται Χριστιανός, όχι με την κατάνυξη που θα δημιουργηθεί από την έλευση της Χάριτος, αλλά από τον αγώνα που θα ακολουθήσει…

Όλα τα νίκησα μέσα μου. Τα επιχειρήματα
της Εκκλησίας, των πνευματικών.
Δεν τα πιστεύω όλα αυτά…

Στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ… ~ πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης

Στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας 
ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ.
πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης

Ἡ ἑνότητα τῶν τριῶν σταδίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς 
(κάθαρση-φωτισμός-θέωση) 
μέ τά τρία βασικά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας 
(Βάπτισμα-Χρίσμα-Θεία Εὐχαριστία) εἶναι ἀδιάσπαστη.

Ὅλα τα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας βασίζονται στήν ὅλη προσπάθεια τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν νά ἀνέβουν τά σκαλοπάτια τῆς τελειότητος.

Ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία Θεώσεως εἶναι μυστήριο καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μέσα σὲ αὐτὴν εἶναι μέθεξη τοῦ μυστηρίου τῆς Θεώσεως. Ἔτσι, ὅ,τι γίνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι μυστήριο, ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ προσευχή, ἀφοῦ ἡ νοερὰ προσευχὴ εἶναι ἔνδειξη ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει φθάσει στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, βιώνει τὴν φωτιστικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.


Γενικά, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως, ὁ πιστὸς Χριστιανὸς διὰ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς Θεώσεως, μετέχει τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὸ εἶναι μέθεξη τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας.
«Ἡ θέωση εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο. Καὶ ὁ φωτισμὸς εἶναι ἡ ἔκφανση τοῦ μυστηρίου τῆς Θεώσεως. Διότι θέωση εἶναι αὐτὴ ἡ Πεντηκοστή, ὅπως ἡ θέωση ἔχει φανεῖ κατὰ τὴν τελική της φάση. Ὁπότε, ὅταν λέμε θέωση, ἐννοοῦμε τὴν Πεντηκοστή, ἡ ὁποία Πεντηκοστὴ εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας».
«Ὅταν φθάσει ὁ ἄνθρωπος στό στάδιο τοῦ «γνῶναι τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ», αὐτό σημαίνει ὅτι βρίσκεται στό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς Θεώσεως».
Ἔτσι, τό κατ’ ἐξοχήν μυστήριο εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ καί ἡ μέθεξη αὐτῆς τῆς ἐνδόξου παρουσίας. Ἡ βίωση αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας γίνεται ὕστερα ἀπό καθοδήγηση ἔμπειρου Πνευματικοῦ Πατρός.
«Ὅποιος θέλει νά μάθει τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ἀπό πατερικῆς ἀπόψεως, πρέπει νά βρεῖ ἕναν καλό Πνευματικό Πατέρα, νά ἔχει τό κομβοσχοίνι καί νά περάσει τά διάφορα στάδια τῆς τελειώσεως, ἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό. 

Καί ὅταν φθάσει στήν θέωση, θά ἔχει μία γνώση περί Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ μόνη δυνατή, τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχει ἕνας ἄνθρωπος σέ αὐτόν τόν κόσμο. 

Ἐξ ἐπόψεως ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων εἶναι ἡ πλήρης γνώση τοῦ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία».

Ἡ πορεία τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν κάθαρση, στὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν μεταβολὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ Σῶμα Χριστοῦ, γίνεται μὲ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος μετέχει τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Στὴν περίοδο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση συνδέονται μὲ τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρίσμα καὶ τὴν Θεία Εὐχαριστία. Ἔτσι, ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ των Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς μεθέξεως τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
«Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖται ἀπό Μυστήρια. Αὐτά τά Μυστήρια εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Θεία Εὐχαριστία, Βάπτισμα, μετάνοια κλπ. 

Αὐτά εἶναι ὁ πυρήνας τῆς παραδόσεως καί εἶναι μία ἔκφραση τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καί ὅλα τα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας βασίζονται στήν ὅλη προσπάθεια τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν νά ἀνέβουν τά σκαλοπάτια τῆς τελειότητος. 

Καί αὐτά συνοψίζονται ἀπό τούς Πατέρες σέ αὐτά πού λέγαμε τόσες φορές: κάθαρση, φωτισμό καί θέωση. Αὐτός εἶναι ὁ πυρήνας τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως.

Καὶ ὅλες οἱ μυστηριακὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, ὅλες οἱ προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας, ὅλη ἡ προσπάθεια τῆς νηστείας καὶ τὰ πάντα, ἔχουν αὐτὸν τὸν μοναδικὸ σκοπό: νὰ συμβαδίζουν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ μαζὶ στὸν φωτισμό, καὶ μέσω τοῦ φωτισμοῦ πρὸς τὴν θέωση».
Στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος συνδέεται στενὰ μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος καὶ δὶ’ αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος ἀπελευθερώνεται ἀπὸ τὴν καταδυναστεία τοῦ διαβόλου καὶ λαμβάνει τὴν υἱοθεσία τοῦ Πνεύματος.
«Ἡ πορεία διὰ τῆς ὁποίας ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τόν διαβολο εἶναι πολὺ δύσκολη καὶ ἀπαιτεῖ μακρὰ περίοδο προσευχῆς, νηστείας καὶ ἐκπαιδεύσεως στὶς διδασκαλίες τῶν Προφητῶν καὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ καρδιὰ πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ νὰ στραφεῖ πρὸς τὸν Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ πληρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ στὸ Βάπτισμα.
Τοῦ Βαπτίσματος πρέπει νὰ προηγηθεῖ πνευματικὴ πρόοδος σὲ μιὰ προπαρασκευή, κατὰ στάδια, γιὰ τὴν σταύρωση καὶ τὸν θάνατο στὰ ὕδατα τοῦ Βαπτίσματος καὶ γιὰ τὴν υἱοθεσία μὲ τὴν σφραγίδα τοῦ Πνεύματος».
Πρὶν τὸ Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος βρισκόταν μέσα στὴν ζωὴ τῆς πτώσεως, κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ διαβόλου, ζοῦσε μέσα στὸν θάνατο καὶ τὴν φθορά. Μὲ τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ Χρίσμα ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὅμως, τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ Χρίσμα πρέπει νὰ συνδεθοῦν μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο λαμβάνεται κατὰ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας, Ἔτσι συνδέονται στενά τα τρία αὐτὰ Μυστήρια, δηλαδὴ τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς θείας εὐχαριστίας,
«Ἡ προηγούμενη κοινωνία μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν φθορὰ πρέπει νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ κοινωνία μὲ τὴν ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν θάνατο στὸ Βάπτισμα ἀνίσταται σὲ νέα ζωή, διὰ τῆς ζωοποιοῦ σφραγίδος τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία κατοχυρώνει τὴν υἱοθεσία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ ἐνοίκιση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ συμμετάσχη στὴν σύσσωμη ζωὴ τῆς εὐχαριστίας».
Ἡ συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι τυπική οὔτε μαγική, δηλαδή δέν λαμβάνει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνεξάρτητα καί ἀπό τήν προσπάθειά του. Βέβαια, ὁ Θεός εἶναι ἐνεργῶν, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος εἶναι συνεργῶν. Καί μετά τά Μυστήρια ἀπαιτεῖται ἀγώνας ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους.
«Ἡ ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον διὰ τοῦ θανάτου στὸ Βάπτισμα καὶ διὰ τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν ἀποτελεῖ μιὰ μαγικὴ ἐγγύηση ἐναντίον τοῦ ἐνδεχομένου νὰ γίνει καὶ πάλι δοῦλος τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Στὸ Βάπτισμα διακηρύσσεται ἀμείλικτος πόλεμος ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ τῶν δυνάμεων τῆς διαιρέσεως καὶ τῆς φθορᾶς. Αὐτὸς ὁ πόλεμος συνεχίζεται στὴν σύσσωμη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ παραίτηση ἀπὸ τὸν ἀγώνα αὐτὸ συνεπάγεται καταδίκη».

Ἡ ἑνότητα τῶν τριῶν σταδίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς (κάθαρση-φωτισμὸς-θέωση) μὲ τὰ τρία βασικὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (Βάπτισμα-Χρίσμα-Θεία Εὐχαριστία) εἶναι ἀδιάσπαστη. Ὅπως, ἐπίσης, καὶ ἡ ὅλη μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συνδέεται ἀναπόσπαστα μὲ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως.
«Μέσα στὰ πλαίσια τῆς Πεντηκοστῆς ζεῖ ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ὁ φωτισμός, ποὺ εἶναι ὁ σκοπὸς τοῦ Βαπτίσματος καὶ ὑποτίθεται ὅτι ταυτίζεται μὲ τὸ Χρίσμα, διότι τὸ Χρίσμα εἶναι ὁ φωτισμός, ὁ φωτισμὸς εἶναι ἡ καρδιὰ τῶν Μυστηρίων καὶ ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς καρδιᾶς. Αὐτὰ τὰ δύο πᾶνε μαζί. 

Διότι ἐκεῖνος πού πάει στόν φωτισμό, ὅταν καί ἂν θέλει ὁ Θεός, φθάνει στήν θέωση. Ἀλλά, ἡ θέωση δέν εἶναι διαρκής κατάσταση, ὁπότε ἐπανέρχεται πάλι στόν φωτισμό. Ἡ θέωση δέν εἶναι μόνιμη κατάσταση σέ αὐτή τήν ζωή. Ἄρα, ὁ φωτισμός ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μόνιμη κατάσταση. 

Καί ἐκεῖνος πού δέν βρίσκεται στόν φωτισμό, σημαίνει κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἐξέπεσε. Καί μέ τό Μυστήριο τῆς μετάνοιας ἐπανέρχεται στόν φωτισμό.

Ὁπότε, ἔχουμε τὸ πρῶτο Βάπτισμα. Ἔχουμε τὸ Χρίσμα καὶ μετὰ ἔχουμε τὸ δεύτερο Βάπτισμα. Τὸ δεύτερο Βάπτισμα μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ μετάνοια τοῦ μοναχοῦ γιὰ νὰ πάει στὸν φωτισμό, ποὺ δὲν βρῆκε μὲ τὸ Βάπτισμα ἢ τὸ μυστήριο τῆς μετάνοιας, ποὺ μερικὲς φορὲς συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὸ Χρίσμα, ὅταν πρόκειται περὶ ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.
Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ πλαίσια βλέπει κανεὶς πόσο ἡ λεγομένη ἡσυχαστικὴ παράδοση εἶναι συγκεντρωμένη στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μυστικισμός, ποὺ νὰ μὴν εἶναι μέσα στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα.
Καὶ ἐμεῖς, στὴν Ὀρθόδοξη θεολογία, δὲν μιλᾶμε γιὰ μυστικισμό. Μιλᾶμε γιὰ μυστικὴ θεολογία καὶ γιὰ μυσταγωγία. Ὑπάρχει μυσταγωγία. Ἡ μυσταγωγία περνάει ἀπὸ στάδια: κάθαρση, φωτισμός, θέωση. Λέμε μυσταγωγία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἡ μύηση ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν θέωση. Διότι ὁ σκοπὸς ὅλης αὐτῆς τῆς θεωρίας εἶναι ἡ θέωση».

Στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας 
ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ.
πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης

«Ἐμπειρικὴ Δογματική της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας
κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ι. Ρωμανίδη» Τόμος Β΄.
Τοῦ σέβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ἰεροθέου

Οι καιροί μας θέλουν φωτεινά και διάφανα ράσα ~ † μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

Οι καιροί μας θέλουν φωτεινά και διάφανα ράσα
† μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

Γίνεται λόγος για κληρικούς που λησμόνησαν την αποστολή τους ή κηρύττουν και ασχολούνται με αλλότρια έργα. Καταδικάζουν δικαίως την ακροδεξιά, αλλά και ερωτοτροπούν με τη γνωστή αριστερά. Η πρώτη υποστηρίζει τη βία και την ανελευθερία. Η αριστερά διατηρεί την εκκλησιομαχία και αθεΐα της.

Θέλει μεγάλη προσοχή ο μοντερνισμός και ο προοδευτισμός.

Οι αριστεροί κάνουν χάρη στην Εκκλησία, της επιτρέπουν και αναγνωρίζουν μόνο το φιλανθρωπικό έργο. Η αριστερά εργάζεται συστηματικά για την τοποθέτηση της Εκκλησίας στο περιθώριο, για τον περιορισμό της, τη συκοφάντησή της και την παρεξήγησή της.
Υπάρχει η οδός του «να περνά καλά ο καιρός», «να μη δημιουργούμε εντάσεις», «να τα έχουμε με όλους καλά». Υπάρχει και η άλλη οδός, που δεν φοβάται την αλήθεια, ομολογεί τη δικαιοσύνη, υπεραμύνεται την πίστη, δίχως κορόνες, φανατισμούς και αρές. 
Οι κληρικοί αυτοί δεν πτοούνται από το όποιο μαρτύριο. 
Οι άλλοι αρκούνται στα τυπικά τους καθήκοντα ως ποιμένων. 

Επίσης γίνεται λόγος για Έλληνες κληρικούς τέκτονες-μασόνους. Η μασονία είναι επίσημα καταδικασμένη από την Εκκλησία της Ελλάδος. Οι κληρικοί οφείλουν να ενημερώνουν σχετικά το ποίμνιό τους και οι τεκτονικές στοές να έχουν διαφάνεια. Δεν μπορεί επ’ ουδενί να ταυτιστεί η χριστιανική ιδιότητα με τη μασονική, και μάλιστα ενός ιερωμένου.

Χρειάζεται ενημέρωση, επανατοποθέτηση και κάθαρση. 
Κάθαρση θέλει και η πολιτεία και η Εκκλησία. 

Περισσότερο φως… 
Ο Ραούλ Φολερό έλεγε: 
«Στο υπάρχον σκοτάδι μπορείς να ανάψεις ένα κερί και κάτι θα γκριζάνει». 
Είναι πολλά που θα πρέπει να ιδωθούν βαθύτερα…
Ο Χριστός δεν υπάκουσε στον δαίμονα να κάνει τις πέτρες ψωμιά και να χορτάσει τους πεινασμένους. Φθάνουν κληρικοί κάποτε να διορθώνουν τον Χριστό και να εξαντλούν την προσφορά τους με το να μοιράζουν φαγητό.

Δεν λέμε ότι δεν χρειάζεται η φιλανθρωπία και η φιλοπτωχία, και μάλιστα σήμερα, αλλά δεν είναι το άπαν και το πρώτιστο. Η Εκκλησία δίνει αυτό που δεν μπορεί να σου δώσει κανένας άλλος. Αυτό φαίνεται να το λησμόνησαν ακόμη και ορισμένοι ρασοφόροι, που ακούγεται να φυλάγουν πολλά χρήματα.

Η Εκκλησία μιλά για την ιερότητα και μοναδικότητα του ανθρώπινου προσώπου, για την ελευθερία του ανθρώπου, την αφοβία του θανάτου, τον πλούτο της πενίας, τη χαρά της ακτημοσύνης, την άνεση της εγκράτειας.
Οι καιροί μας θέλουν φωτεινά και διάφανα ράσα.
Υπάρχουν μοναχοί, διάκονοι, ιερείς και αρχιερείς που αγρυπνούν, ορθοστατούν, γρηγορούν, δέονται, υπομένουν, εργάζονται πνευματικά, μυστικά και αποδοτικά.

Δεν γράφει κανείς γι’ αυτούς.

Ζουν σεμνά, σιωπηλά, αδιαφήμιστα. Ράσα απλά, λιτά, μελανά, ως πτέρυγες. Ράσα ανεμίζοντα, που μυρίζουν λιβάνι, που μεταφέρουν παρηγοριά ευαγγελική. Βιώνουν την αλήθεια και χαίρονται. Έχουν εμπειρία και διάκριση και συνδράμουν ψυχές λαβωμένες από τα βέλη της πονηρίας…

Οι καιροί μας θέλουν φωτεινά και διάφανα ράσα
† μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

«Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος είναι ανοιχτή στον καθένα». ~ Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος

«Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος είναι
 ανοιχτή στον καθένα».
Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος

Ένα μικρό απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο:
«Ο άνθρωπος της χάριτος σύμφωνα με τον άγιο Μακάριο. 
Πώς αποκτάει κανείς αποφασιστικότητα 
στον αγώνα για μίαν ενάρετη ζωή».  


Είμαι ανυπόμονος. Πιάνω την πένα μου και αρχίζω αμέσως να σου γράφω πάλι για την ομορφιά, τη θελκτικότητα, τη γλυκύτητα της θείας χάριτος και της θεοχαρίτωτης ψυχής. Το κάνω για ν’ αυξήσω τη γνώμη σου γύρω απ’ αυτό το θέμα, για να ενισχύσω τον ιερό πόθο σου και για να φουντώσω τον ένθεο ζήλο σου. 
Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα χρησιμοποιήσω λόγια δικά μου, αλλά κάποιου θεόσοφου αγίου του Μεγάλου Μακαρίου, ο οποίος στη δέκατη όγδοη ομιλία του αναφέρει τα εξής: 
«Αν ένας άνθρωπος στον κόσμο τούτο είναι πολύ πλούσιος κι έχει στην κατοχή του κρυμμένο θησαυρό, με το θησαυρό και τον πλούτο του αποκτάει όλα όσα θέλει. Έτσι κι αυτοί που έχουν βρει και κατέχουν τον επουράνιο θησαυρό του Πνεύματος (δηλαδή τη θεία χάρη), αποκτούν κάθε αρετή απ’ αυτόν τον θησαυρό και μαζεύουν με τη δύναμή του περισσότερο ουράνιο πλούτο»

Ο απόστολος λέει: 
«Εμείς, που έχουμε το θησαυρό τούτο, είμαστε σαν πήλινα δοχεία» (Β΄ Κορ. 4:7)∙ ενώ, δηλαδή, είμαστε ακόμα ενωμένοι με τη σάρκα, αξιωθήκαμε ν’ αποκτήσουμε μέσα μας το θησαυρό αυτό, που είναι η αγιαστική δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
«Αυτός λοιπόν, που βρήκε και έχει μέσα του τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, μπορεί με τη δύναμή Του, να πραγματοποιεί κάθε έργο δικαιοσύνης, που απορρέει από τις εντολές του Θεού, και να εκτελεί κάθε έργο αρετής αγνά και καθαρά, εύκολα και αβίαστα».
«Ας παρακαλέσουμε κι εμείς τον Θεό, ας προσευχηθούμε και ας Του ζητήσουμε να μας χαρίσει το θησαυρό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε τις εντολές Του με αγνότητα και καθαρότητα.

«Πρέπει να επιμένει κανείς στην ικεσία προς τον Κύριο, για ν’ αξιωθεί να βρει και να δεχθεί τον επουράνιο θησαυρό του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως τον βρει, άκοπα θα κατορθώσει να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Κυρίου με αγνότητα και καθαρότητα, τις εντολές που πρωτύτερα δεν μπορούσε να εφαρμόσει ούτε με μεγάλο κόπο. Ο θησαυρός αυτός αποκτάται ύστερα από μεγάλη αναζήτηση, με πίστη και υπομονή».
Πώς, όμως, αισθάνονται εκείνοι στους οποίους η χάρη του Αγίου Πνεύματος έχει αρχίσει να εκδηλώνεται φανερά; Να τί λέει γι’ αυτό ο άγιος Μακάριος:
«Όσοι αξιώθηκαν “να γίνουν παιδιά του Θεού” (Ιω. 1:12) και να γεννηθούν από τον ουρανό, δηλαδή από το Άγιο Πνεύμα, έχουν τον Χριστό μέσα τους, που τους φωτίζει και τους αναπαύει. Αυτοί οδηγούνται με πολλούς και διάφορους τρόπους από το Πνεύμα. Δέχονται μυστικά μέσα στην καρδιά τους τη θεία χάρη, που τους δίνει πνευματική ανάπαυση. Μερικές φορές αισθάνονται σαν να βρίσκονται σε βασιλικό δείπνο, όπου χαίρονται και ευφραίνονται με τρόπο ανέκφραστο. Άλλοτε νιώθουν σαν την νεόνυμφη γυναίκα, που η παρουσία του συζύγου της της χαρίζει ασφάλεια και ανάπαυση. Άλλοτε, μολονότι ενωμένοι με το σώμα τους, νιώθουν σαν ασώματοι άγγελοι.

Άλλοτε είναι σαν μεθυσμένοι από πιοτό, ενώ στην πραγματικότητα ευφραίνονται και μεθούν από το Πνεύμα με μια θεϊκή μέθη πνευματικών μυστηρίων. Άλλοτε καίγονται τόσο από τη μεγάλη αγαλλίαση που τους δίνει το Πνεύμα, ώστε, αν ήταν δυνατό, θα έβαζαν όλους τους ανθρώπους μέσα στην καρδιά τους, χωρίς να ξεχωρίζουν τους καλούς από τους κακούς. Άλλοτε ταπεινώνονται τόσο πολύ, με την ταπεινοφροσύνη που τους χαρίζει το Πνεύμα, ώστε να θεωρούν τον εαυτό τους τελευταίο και κατώτερο απ’ όλους τους ανθρώπους.

Άλλοτε αναπαύονται σε πολύ μεγάλη ησυχία, γαλήνη και ειρήνη, μέσα σε μιαν ανέκφραστη πνευματική ευφορία. Άλλοτε αποκτούν τόσο μεγάλη σοφία, γνώση και σύνεση από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι αδύνατο να τις εκφράσει γλώσσα ανθρώπινη. Άλλοτε, πάλι, γίνονται σαν απλοί άνθρωποι».

Τι υπέροχη, τι ποθητή κατάσταση! Να και μια σύντομη περιγραφή της ψυχής που έχει φωτιστεί από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος:

«Όταν η ψυχή φτάσει στην τελειότητα του Πνεύματος, αφού καθαριστεί εντελώς απ’ όλα τα πάθη και ενωθεί με τον Παράκλητο σε μιαν ανέκφραστη κοινωνία, αξιώνεται και η ίδια, ως ενωμένη με το Πνεύμα, να πνευματοποιηθεί. Τότε γίνεται όλη φως, όλη οφθαλμός, όλη χαρά, όλη ανάπαυση, όλη αγαλλίαση, όλη αγάπη, όλη ευσπλαχνία, όλη αγαθότητα, όλη καλοσύνη». 

Να τι αγωνίζονταν να κατορθώσουν – και κατόρθωσαν – οι άγιοι ασκητές! Δεν αξίζει ν’ αγωνιστούμε κι εμείς γι’ αυτό;…

«Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος, τον κόσμο του Αγίου Πνεύματος, είναι ανοιχτή στον καθένα. Η βασιλεία του Θεού δεν είναι «κήπος κλεισμένος» (Άσμα 4:12). Τα αγαθά της τα έχει υποσχεθεί ο Κύριος σε όλους μας, και μπορούμε να τα αποκτήσουμε. Προκαταβολή της αποκτήσεώς τους είναι η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που μας δίνεται στα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος.
Εμείς δεν έχουμε παρά να «σκάψουμε» μέσα μας, στον κήπο της ψυχής μας, όπου είναι θαμμένος αυτός ο θησαυρός, για να τον βρούμε και να τον οικειοποιηθούμε. Ας πιάσουμε το φτυάρι μας κι ας αρχίσουμε να βγάζουμε το χώμα. Με τις πρώτες φτυαριές το χρυσάφι και το ασήμι θ’ αρχίσουν να λαμποκοπούν. Έπειτα από λίγο όλος ο θησαυρός θα βγει στο φως. Τότε η χαρά μας δεν θα έχει όρια». 

«Η είσοδος στον κόσμο της χάριτος είναι
 ανοιχτή στον καθένα».
Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος

Απόσπασμα από το κείμενο με τίτλο:
«Ο άνθρωπος της χάριτος σύμφωνα με τον άγιο Μακάριο. 
Πώς αποκτάει κανείς αποφασιστικότητα στον αγώνα για μίαν ενάρετη ζωή».  
Από το βιβλίο «Ο Δρόμος της Ζωής, γράμματα σε μια ψυχή». 

Ολόκληρο το κείμενο εδώ: Η Άλλη Όψις

Ελεύσεις και αποκρύψεις του θείου Φωτός ~ Μητρ. Ναυπάκτου Ιερόθεου Βλάχου

Ελεύσεις και αποκρύψεις του θείου Φωτός
Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου
 Ιερόθεου Βλάχου
Από το βιβλίο: «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ»
Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου 
του ησυχαστού και θεολόγου
Η όραση του ακτίστου Φωτός γίνεται με πολλές εναλλαγές. Στην αρχή γίνεται ασαφώς, με την αποκάλυψη του εσωτερικού σκότους, στην συνέχεια γίνεται λαμπρότερη και μεταδίδει την θεία ζωή, αλλά μετά από αυτά παρατηρούνται αυξομειώσεις, άρ­σεις της θείας Χάριτος, απομακρύνσεις του Θεού και εκ νέου ελεύσεις της θείας Χάριτος. Όλα αυτά παρουσιάζονται από έναν εμπειρικό θεολόγο, που γνώρισε αυτές τις επισκέψεις και τις απο­μακρύνσεις του Θεού.
Ο Γέροντας στα κείμενα του κάνει λόγο για την απροσδόκητη έλευση του θείου Φωτός που «εναγκαλίζεται αγαπητικώς» τον άνθρωπο (212). Έπειτα κάνει λόγο για «συνεχή θέα του φωτός», που παρέμενε σε εκείνον «επί τρεις ημέρας» (213) και άλλοτε παρέμενε μαζί του «επί δύο εβδομάδας» (214)
Εδώ πρέπει να θυμηθούμε την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, για την έλλαμψη και την διαρκή θέα του Φωτός. Ακόμη αυτή η Χάρη, όπως η Χάρη της βιώσεως της Γεθσημανή, ήταν ένα μεγάλο δώρο, που, όπως ομολογεί, «και μέχρι του νυν δεν παύει αυξανόμενον». 
Την περίοδο αυτή, που ζούσε μέσα στο Φως και το Φως ήταν μέσα του και μαζί του, ζούσε φυσιολο­γικά. Και στην συνέχεια κάνει λόγο για την «απώλεια» της Χά­ριτος του Θεού (215), για την αποχώρηση «του Πνεύματος τον Κυρίου» (216) και την επί μακρόν αποχώρηση της οράσεως «του ου­ρανίου φωτός» (217), για την εγκατάλειψη του Φωτός (218), για την  έκπτωση «εκ της υπερκόσμιου ελλάμψεως» (219).
Από αυτά φαίνεται ότι η πείρα του Γέροντος Σωφρόνιου υπήρξε μεγάλη και γι’ αυτό δυσερμήνευτη. Εμείς δεν μπορούμε να την αναλύσουμε, παρά μόνον να παραθέσουμε τους λόγους του που δείχνουν αυτήν την πραγματικότητα. Συνήθως ο Γέροντας ζούσε αυτήν την εμπειρία χωρίς να την αξιολογεί λογικώς, χωρίς να προσπαθεί να την κατανοεί και να την ελέγχει συγκρίνοντας την με την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας. 
Δεν θεολογούσε πάνω σε αυτήν την εμπειρία, δεν προσκολλάτο στις καταστάσεις αυτές, καίτοι διέμενε «εν τη αμόρφω νοερά σφαίρα», ούτε στρεφόταν στον εαυτό του για να την αναλύσει θεολογικά, αλλά μισούσε τον εαυτό του από την βαθειά μετάνοια και συντριβή που τον διακατείχε σε όλη του την ζωή. Περνούσε μεγάλες περιόδους χωρίς σκέψεις, οι όποιες όμως του δημιουργούνταν όταν συνομιλούσε με τους ανθρώπους (220).
Η «ακατάσχετος ορμή» προς οδυνηρή μετάνοια είλκυε την ψυχή του «εις τοιαύτην ακόρεστον προσευχήν, ώστε η ψυχή να επιλανθάνηται των πάντων, ουδέν να ενθυμήται, αλλά να στρέφηται ακατασχέτως προς τον Θεόν, τον αόρατον αλλ’ ηγαπημένον, τον άγνωστον αλλ’ οικείον, τον απρόσιτον αλλ’ εγγύς» (221).
Όταν ερχόταν ακόμη και ένας λογισμός κενοδοξίας, τότε στερείτο του Φωτός. Γράφει: «Προσηυχόμην κατακλυζόμενος υπό δακρύων συντριβής, και ευθύς, ως ενεφανίζετο πλησίον που εν τω αέρι λογισμός κενοδοξίας, ανιστάμην πάραυτα από της γης απεστερημένος πάντων: Δεν υπήρχον δάκρυα, η ψυχή ήτο ηρημωμένη· το σώμα ήτο υγιές, η πνευματική όμως ζωή αφίστατο άπ’ εμού» (222)
Όμως, αυτό τον δίδαξε να αντιμετωπίζει με ανδρεία, ακόμη και την προσέγγιση του λογισμού της κενοδοξίας. Γράφει: «Κατόπιν πολλών επαναλήψεων παρομοίων συμφορών, και εκ του ελαχίστου σημείου προσεγγίσεως του εχθρού τούτον, της κενοδοξίας, ηρχόμην εις φόβον. Τότε εδιπλασίαζον τον κλαυθμόν της μετανοίας: «Κύριε ήλθον οι φονείς μου, σώσον με». Ούτω κατενόησα, δια ποίον λόγον οι Πατέρες αποφεύγουν τους επαίνους: Και οι τέλειοι εισέτι δεν δύνανται να εξέλθουν άνευ ζημίας τινός της προς τον Θεόν αγάπης αυτών» (223). Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο έγραφε ότι:
«ο επιρρεπής εις την φαντασίαν νους είναι ακατάλληλος δια την θεολογίαν». Εκείνος που θέλει να «παρίσταται τω Θεώ καθαρώ νοί», πρέπει να απομακρύνεται από την «σφαίραν της φαντασίας» (224).
Η προσέγγιση προς τον Θεό συνδέεται με οδυνηρή ένταση που δεν είναι εύκολο να βιωθεί από τους έχοντες πεπτωκυία φύση που αποστρέφονται τον πόνο. Ταλαντευόταν «μεταξύ δύο θέσεων». Ή να συμβιβαστεί με την υπάρχουσα πραγματικότητα με μια «νόθον ταπείνωσιν» ή να αποδεχτεί «την φοβεράν κλήσιν του Χριστού». Και γράφει: «Ότε επέλεξα το δεύτερον, τότε ανεγεννήθην δια ζωήν εν τω Ζώντι Θεώ» (225).
Ο Γέροντας Σωφρόνιος δίνει την μαρτυρία του για την πορεία της αναβάσεως της ψυχής προς τον Θεό: «Εις οιονδήποτε σημείον και αν ύψωση ημάς η δι’ όλου του είναι ημών ακράτητος ορμή προς Αυτόν, αισθανόμεθα χαράν κατά την πορείαν της αναβάσεως, συγχρόνως όμως ο Ίδιος εμφανίζεται διαρκώς και πλέον απρόσιτος. Συχνάκις αποκάμνομεν, απόγνωσις κυριεύει ημών, βλέπομεν εαυτούς έτοιμους προς πτώσιν, και αίφνης Ούτος, όλως απροσδοκήτως, είναι μεθ’ ημών και εναγκαλίζεται ημάς αγαπητικώς. Ο Θεός είναι εκπληκτικώς παράδοξος» (226).
Στα κείμενα του Γέροντος προσδιορίζονται και τα βασικά αίτια της απώλειας του Φωτός της θείας Χάριτος που ονομάζεται εγκατάλειψη του Θεού. Γενικά, λόγω της φθαρτότητος και της θνητότητας, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει για πολύ στην θεωρία. 
Ακόμη, ο Θεός οικονομεί αυτήν την στέρηση για την ανωριμότητα του αν­θρώπου και την καλύτερη ανταπόκριση της ελευθερίας σε πληρέ­στερη κένωση, καθώς επίσης για να πιει το ποτήρια πού Εκείνος είπιε και έτσι η ψυχή ταπεινώνεται και αυξάνει στην γνώση των οδών του Θεού (227)Σε άλλες περιπτώσεις ευθύνεται ο ίδιος ο άνθρωπος, γιατί δεν ανταποκρίνεται, όπως θα έπρεπε σε αυτό το μεγάλο δώρο του Θεού.
Όταν ο Γέροντας περιγράφει την εμπειρία της οράσεως του ακτίστου Φωτός για δύο εβδομάδες, στην συνέχεια αναφέρει και την αιτία για την οποία έχασε αυτήν την μεγάλη δωρεά, που ήταν η προσπάθεια να κατανοήσει λογικά το μεγάλο αυτό δώρο. Γράφει:
«Και ιδού, εσπέραν τινά, επλησίασεν εμέ ο μοναχός π. Ίουβενάλιος (Έγκορώφ), ο μόνος επί του ορόφου εκείνον γείτων μου, και ηρώτησεν εμέ: 
«Ανέγνωσα προ ολίγου τους Ύμνους του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου»…
«Είπατέ μοι, πώς αντιλαμβάνεσθε υμείς τας περιγραφάς της υπ’ αυτού οράσεως του ακτίστου Φωτός»;… 
«Μέχρις εκείνης της στιγμής έζων μετ’ ευγνώμονος καρδίας την εις εμέ συγκατάβασιν της ευλογίας του Κυρίου, αλλ’ ουδέποτε διηρωτήθην σχε­τικώς προς το φαινόμενον τούτο και η σκέψις μου, εστραμμένη προς τον Θεόν, δεν επέστρεφεν εις εμαυτόν. Ίνα απαντήσω εις τον π. Ίουβενάλιον, νοερώς εστράφην προς εκείνο, όπερ έζων κατ’ εκείνην την στιγμήν. Εν τη προσπά­θεια μου να αποκρύψω εμαυτόν, απήντησα δι’ υπεκφυγής: 
«Δεν ανήκει εις εμέ να κρίνω περί του βιώματος του Αγίου Συμεών…, άλλ’ ίσως, διαμένων ούτος εν καταστάσει χάριτος, ησθάνετο αυτήν ως Φως… δεν γνωρίζω»
«Εφάνη εις εμέ οτι ο π. Ιουβενάλιος απήλθε μη υποψιασθείς πλείον τι εκείνου όπερ είπον εις αυτόν. Ευθύς μετά την σύντομον ταύτην συνομιλίαν συνέχισα, ως συνήθως, την προσευχήν μου. Το Φως και η αγάπη δεν ήσαν πλέον μετ εμού» . Αυτή η λογική ανάλυση της οράσεως του ακτίστου Φωτός ήταν αιτία απώλειας της δωρεάς αυτής. Ο ίδιος ομολογεί: 
«Εν τη κατά Θεόν ζωή μου συνέβαινε πολλάκις, ευθύς ως κατενόουν δια της λογικής μου (δια της «αριστεράς μου») το τελούμενον εν εμοί κατά συγκατάβασιν Θεού, το Φως να εγκαταλείπη εμέ» (229).
Επειδή θα μπορούσαν μερικοί να θεωρήσουν ως παραφροσύνη την απάρνηση της λογικής ανάλυσης κατά τις ώρες αυτές, με το σκεπτικό οτι ο Θεός μας έδωσε την λογική, όπως έλεγε και ο Βαρλαάμ, ο όποιος αποκαλούσε την όραση των Προφητών «χείρω της ημετέρας νοήσεως», ο Γέροντας γράφει με ωραίο τρόπο οτι όταν αυτή «η παραφροσύνη», δηλαδή η λογική επεξεργασία, απο­χωρούσε, τότε κατανοούσε την ανυπολόγιστη ζημία πού προξενούσε στην πνευματική του ύπαρξη (230).
Υπήρχαν περιπτώσεις που γινόταν αυτή η λογική ανάλυση της εμπειρίας σε άλλο χρόνο, από λόγους πνευματικής καθοδηγήσεως, ακόμη και στους μοναχούς εκείνους που είχαν ανάλογη πείρα και έπρεπε ο Γέροντας μερικές φορές να λέει τι συνέβαινε σε αυτόν, ώστε να τους βοηθήσει. Όμως και αυτό ήταν συμφορά, όπως γράφει: «Ιδιαιτέρως εγνώρισα την συμφοράν αυτήν, ότε εγκατεστάθην πνευματικός εν Αγίω Όρει» (231).
Άλλες φορές η απώλεια της μεγάλης αυτής Χάριτος γινόταν από λεπτό λογισμό κενοδοξίας. Ο Γέροντας βοηθήθηκε από τα πατερικά κείμενα, γιατί σε αυτά εύρισκε την ομοιότητα προς την εμπειρία του, αλλ’ όμως αυτή η πνευματική ανάγνωση και η γνώση είχε και τους κινδύνους της, γιατί, όπως γράφει, «εισερχόμην εις τον πολύπλοκον πόλεμον κατά της κενοδοξίας» και τότε αποχωρούσε «ενίοτε επί μακρόν, η όρασις του ουρανίου Φωτός». Έτσι περιέπιπτε «εις· μεγάλην λύπην εξ αιτίας του φαινομένου τούτου» (232).
Μετά την απώλεια της ζωής της αθανάτου, την οποία αθάνατη ζωή είχε γνωρίσει κατά την όραση του ακτίστου Φωτός, επανερχόταν στην προηγούμενη κατάσταση και βεβαίως εξακολουθούσε να υπάρχει η μετάνοια και το πένθος. 
Άλλωστε, από τον φωτισμό του νοός και την αδιάλειπτη νοερά προσευχή, ο θεούμενος ανέρχεται στην θεωρία του Θεού, και όταν αυτή για δια­φόρους λόγους σταματά, τότε επανέρχεται στην νοερά προσευχή. 
Μετά την απώλεια της θεωρίας του Φωτός, που είναι το φως της Βασιλείας του Θεού και της αιωνίου ζωής, καταλάμβανε την ψυχή του Γέροντος μεγάλη λύπη (233), και μια αθυμία και ταραχή εισερχόταν στην καρδιά του (234). Αυτήν την απώλεια, κυρίως όταν γίνεται από λεπτούς λογισμούς κενοδοξίας και λογικής επεξερ­γασίας, την χαρακτηρίζει στα κείμενα του ως «συμφορά» (235), ως «ανυπολόγιστον ζημίαν εν τω πνευματικό μου είναι» (236).
Ελεύσεις και αποκρύψεις του θείου Φωτός
Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου
 Ιερόθεου Βλάχου
Από το βιβλίο: «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ»
Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου 
του ησυχαστού και θεολόγου
Έκδοση Ιεράς Μονής Γενεθλίου 
Θεοτόκου – 2007

Βιβλιογραφικές Αναφορές:

211. βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί», έκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου σελ. 188, 212. ένθ. ανωτ. σελ. 48, 213. ένθ. ανωτ. σελ. 275, 214. ένθ. ανωτ. σελ. 284, 215. ένθ. ανωτ. σελ. 329, 132. βλ. Α’ «Πνευματική αυτοβιογραφία», 216. ένθ. ανωτ. σελ. 78, 217. ένθ. ανωτ. σελ. 199, 218. ένθ. ανωτ. σελ. 329, 219. ένθ. ανωτ. σελ. 93, 220. ένθ. ανωτ. σελ. 227, 221. ένθ. ανωτ. σελ. 227, 222. ένθ. ανωτ. σελ. 199, 223. ένθ. ανωτ. σελ. 199, 224. ένθ. ανωτ. σελ. 48, 225. ένθ. ανωτ. σελ. 91-92, 226. ένθ. ανωτ. σελ. 48, 227. ένθ. ανωτ. σελ. 48, 228. ένθ. ανωτ. σελ. 285, 229. ένθ. ανωτ. σελ. 329, 230. ένθ. ανωτ. σελ. 227, 231. ένθ. ανωτ. σελ. 329, 232. ένθ. ανωτ. σελ. 199

Πηγή: Ζωηφόρος

Η Γιόγκα και ο Διαλογισμός στο φως της Ορθόδοξης Θεολογίας ~ Μιχαήλ Χούλη


Η Γιόγκα και ο Διαλογισμός 
στο φως της Ορθόδοξης Θεολογίας.

Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου


«Εμείς ενδιαφερόμαστε μόνο για την πρακτική πλευρά της γιόγκα,
 την χαλάρωση και αποφόρτιση που παρέχει 
και δεν ασχολούμαστε 
με την θεωρητική φιλοσοφία της…”


Τα όσα θα εκτεθούν παρακάτω δεν έχουν σκοπό να φοβίσουν τους λάτρεις της γιόγκα και του διαλογισμού (ο καθένας είναι ελεύθερος να πιστεύει και πράττει, σε νόμιμα πλαίσια, αυτό που νομίζει σωστό), αλλά να πληροφορήσουν για εκείνα που οφείλουν να γνωρίζουν οι ασκούμενοι και ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΤΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΙ.
Ακόμη θέλουμε να επισημάνουμε ότι δεν πρόκειται για ένα αθώο παιχνίδι χαλάρωσης και δεν θυμίζουν οι επιδόσεις των γιόγκι αθλοπαιδιές, αλλά έχει να κάνει με θρησκεία και μεταφυσικό χώρο και ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ, όπως επισημαίνουν ειδικοί μελετητές στο χώρο της αθλητιατρικής [βλέπε Χρήστου Ταγαράκη: «Είναι η γιόγκα σωματική άσκηση-γυμναστική;», εκδόσεις Διάλογος, Αθ. 2010, και από www.antibaro.gr/article/611. Ο συγγραφέας είναι βραβευθείς ερευνητής αθλητιατρικής, στο Γερμανικό Πανεπιστήμιο Αθλητισμού Κολωνίας, στην Γερμανία].
Όπως θα διαπιστώσουν μάλιστα οι αναγνώστες, οι πηγές από τις οποίες αντλούμε τα στοιχεία που αναφέρουμε δεν είναι τυχαίες, αλλά πρόκειται για μεγάλα ονόματα διδασκάλων της άπω ανατολής και από συγγραφείς που σπατάλησαν πολλά χρόνια από τη ζωή τους στη μελέτη της ινδουιστικής φιλοσοφίας, του αποκρυφισμού και του αθλητισμού.
Γιόγκα σημαίνει λοιπόν «ένωση», αλλά στα σανσκριτικά σημαίνει και «ασπίδα» (λατινικά: jugum), δηλαδή αναζήτηση προστατευτικής δύναμης (βλ. “Kurt E. Koch, “Το αλφάβητο του αποκρυφισμού”, εκδ. Στερέωμα, 1993, σελ. 210). Έχει σκοπό, με διάφορες τεχνικές που περιλαμβάνει, να ενώσει τον άνθρωπο με το θείο στοιχείο που υπάρχει μέσα του.
Οι αρχές της γιόγκα ανευρίσκονται στις Ουπανισάδες και την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, ινδουιστικά ερμηνευτικά θρησκευτικά κείμενα το πρώτο και μεγάλης αξίας ιερό για τον Ινδουισμό βιβλίο το δεύτερο. Έχει επομένως η γιόγκα απωανατολίτικη προέλευση και, όπως θα διαπιστώσουμε, το περιεχόμενό της διαφέρει πλήρως από εκείνο του Χριστιανισμού. 
Σκοπός της γιόγκα είναι η απελευθέρωση κάθε ψυχής από τα δεσμά της, δηλαδή από το σώμα (που το θεωρούν δευτερεύον στοιχείο του ανθρώπου) και από την μετεμψύχωση, τους «πάμπολλους στους αιώνες κύκλους γεννήσεων και θανάτων, με τελικό προορισμό να γυρίσει και να ενωθεί με τον Ωκεανό του Απείρου, το Θεό, απ’ όπου ξεκίνησε το ταξίδι της» (Σουάμι Βιβεκανάντα, “Γιόγκα”, εκδ. Δίβρης, Αθ. 1983, σελ. 21).
Έχει καθαρά δηλαδή θρησκευτικό περιεχόμενο η γιόγκα και δεν νοείται, όπως παρουσιάζεται σκόπιμα στη Δύση – για να μην γίνει αντιληπτή ως θρησκευτικό σύστημα που είναι – σαν γυμναστικές ασκήσεις υγείας, ευεξίας, δύναμης και χαλάρωσης. Έτσι όμως, σύμφωνα με τους ινδουιστές, υποδουλώνει και πάλι στο εγωιστικό και υλικό νόημα τον άνθρωπο, στην ενδοκοσμική επιθυμία του που αυτήν προσπαθεί να αποφύγει, και χάνει τον υψηλό στόχο της απελευθέρωσης (βλ. Δημ. Πετριλιώτη, “Θρησκευτικά Β΄Λυκείου”, εκδ. Σαββάλας, 1998, σελ. 211). 
Στην Ινδία, μάλιστα, θεωρούν ανάρμοστη συμπεριφορά το να παρουσιάζουν στη Δύση ορισμένοι επιτήδειοι την γιόγκα και το διαλογισμό ως γυμναστικές μόνο ασκήσεις, για ευεξία και ψυχολογική εκτόνωση, αφού πρόκειται για αναπόσπαστο μέρος του Ινδουισμού και του Βουδισμού. 

Η Γιόγκα και ο διαλογισμός, ενώ σε Ευρώπη και Αμερική παρουσιάζεται φαινομενικά με τη μορφή τεχνικών αναπνοής και γυμναστικών ασκήσεων, συνδυάζεται παράλληλα με συγκέντρωση της προσοχής σε ένα σημείο και απαγγελία του “Ωμ”, που ως “Μάντρα” είναι όμως επίκληση ινδουιστικών θεοτήτων και επαναλαμβάνεται με τη μορφή συνήθως μιας ιερής συλλαβής. Θεωρούν έτσι οι δάσκαλοι της γιόγκα ότι οδηγούνται στον έλεγχο της συνείδησης και του σώματος και στην ένωση με το Υπέρτατο Ον.
Οι πιστοί χριστιανοί επομένως, ή ακόμη και μουσουλμάνοι, ή ακόλουθοι άλλων θρησκειών, θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι εισέρχονται έτσι σε θεωρία και πρακτική διαφορετικής από τη δική τους θρησκευτικής φιλοσοφίας, την οποία ενδεχομένως δεν θα ήθελαν να ακολουθήσουν. 


Αυτό όμως έντεχνα συχνά αποσιωπάται από επαγγελματίες καθοδηγητές, που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι ούτε καν γνήσιοι ινδουιστές. 
Η γιόγκα δεν δέχεται Τριαδικό Θεό και έχει όπως προείπαμε σαν κύρια διδασκαλία τη μετενσάρκωση, για την οποία θα αναφερθούμε παρακάτω. Οδηγεί μάλιστα τον άνθρωπο σε αρκετές περιπτώσεις στον αποκρυφισμό, αφού οι νέες δυνάμεις που αποκτά κανείς σε προχωρημένα στάδια -όπως είναι η αιώρηση, τα προαισθήματα, η έξοδος της ψυχής από το σώμα, η όραση από απόσταση, τα χρώματα που βλέπει κ.α.- είναι και δυνάμεις της μαγείας.
Έτσι, «ο άνθρωπος εκείνος που ανακάλυψε και έμαθε να χειρίζεται τις εσωτερικές δυνάμεις, μπορεί να θέσει όλη τη φύση κάτω από τον έλεγχό του», ισχυρίζεται ο Βιβεκανάντα στη ‘Γιόγκα’ του (σελ. 39). Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες μέντιουμ, που τονίζουν ότι ξεκίνησαν την καριέρα τους όταν ασκήθηκαν στο διαλογισμό (βλ. π. Σεραφείμ Ρόουζ, “Η ψυχή μετά τον θάνατο”, εκδ. Μυριόβιβλος, Αθ. 2003, σελ. 172 κ.ε.).
Οι ίδιοι οι νεοεποχίτες, που χρησιμοποιούν συχνά τη γιόγκα και τον διαλογισμό, παραδέχονται ότι αυτά τα συστήματα επιφέρουν, σε ανώτερο επίπεδο, “αόρατες επιρροές”. Αυτό γίνεται, γιατί με το διαλογισμό ανοίγουμε τους εαυτούς μας με τη θέλησή μας, εκ προθέσεως (βλ. Henry Reed, Ph D., “Έντγκαρ Κέυση, Η διοχέτευση του ανώτερου εαυτού”, εκδ. Βουλούκου, Αθήνα 1992). 
Έχουν άλλωστε παρατηρηθεί στους ασκούμενους «τρεμούλες, ζαλάδες, μουδιάσματα, βόμβοι» και τύφλωση, και αυτά δεν είναι δικές μας εκτιμήσεις, αλλά του προέδρου της Αμερικανικής Ακαδημίας Ασιατικών Μελετών και του Εθνικού Κολλεγίου του Παν/μίου της Βομβάης και του Μαντράς, καθηγητή Έρνεστ Γουντ (Ernest Wood, “Εισαγωγή και Ανάλυση στην Επιστήμη της Γιόγκα”, εκδ. Πύρινος Κόσμος, Αθ. 1977, σελ. 109).
Είναι μάλιστα γνωστό ότι την γιόγκα ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ Η ΥΠΟΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ, ενώ αντίθετα κίνηση υπάρχει λ.χ. στο βάδισμα, την ποδηλασία, τα αθλητικά παιχνίδια, την κολύμβηση κ.λπ. Για κάποιους επομένως που δεν αθλούνται και διάγουν καθιστική ζωή, η γιόγκα δεν θα ωφελήσει στην υγεία τους, ενώ αντίθετα μπορεί να αποβεί επιζήμια αν παραταθεί νομίζοντας ότι έτσι γυμνάζονται. 
Αυτό γιατί δεν περιλαμβάνει αερόβια προσπάθεια -όπως δέχεται για την υγεία η βιοϊατρική και η αθλητιατρική- για βελτίωση της φυσικής κατάστασης, αλλά μόνο στατικές ασκήσεις. Η αερόβιου τύπου δυναμική άσκηση είναι άλλωστε που επιδρά στην καλή εγκεφαλική λειτουργία, την καλή ψυχολογική κατάσταση και την πρόληψη των συμπτωμάτων της γήρανσης και όχι οι καθιστικές ασκήσεις τύπου γιόγκα (βλ. Χρήστου Ταγαράκη, όπου ανωτέρω, σελ. 14,15). 
Η Γιόγκα παρέχει εξάλλου τις εξής αρνητικές επιπτώσεις στον άνθρωπο: 
α) ΑΥΤΟΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΘΕΩΣΗ: «Όταν ο άνθρωπος έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την ανάλυση του ίδιου του μυαλού του, …..με κάτι που είναι από τη φύση του αιώνια αγνό και τέλειο, δεν θα είναι πια δυστυχισμένος». Ο Γιόγκι που έχει μάθει να ελέγχει την Πράνα (τις δυνάμεις του σύμπαντος) «γίνεται σχεδόν παντοδύναμος, σχεδόν παντογνώστης» (Βιβεκανάντα, σελ. 36 και 58), και «το πιο κοινό αίσθημα που δοκιμάζει ο φωτιζόμενος είναι ότι έχει σχεδόν τέλεια γνώση όλων των πραγμάτων, ότι επέτυχε δηλαδή την Παντογνωσία», εννοείται από μόνος του (Ramacharaka, “Γιόγκα”, εκδ. Ιδρεία, 1967, σελ. 62). 
(β) ΜΑΓΕΙΑ: «Όταν ο Γιόγκι γίνει τέλειος, τίποτε δεν θα υπάρχει στη φύση που να μη είναι κάτω από τον έλεγχό του. Αν διατάξεις τους θεούς ή τις ψυχές που έφυγαν να έρθουν, θα έρθουν στην προσταγή σου. Όλες οι δυνάμεις της φύσεως θα τον υπακούουν σαν σκλάβοι του». και ακόμη: «Όταν ένας Γιόγκι διαβάζει τις σκέψεις των άλλων ανθρώπων ή βλέπει υπερσυνειδητά αντικείμενα, τα βλέπει σε ένα άλλο είδος διαστήματος που λέγεται Τσιττά-κάσα, το διανοητικό διάστημα». 
Και: «Στην απλή Πραναγιάμα υπάρχει ιδρώτας, στη μεσαία τρεμούλιασμα του σώματος και στην ύψιστη αιώρηση του σώματος» (Βιβεκανάντα, σελ. 57, 71, 103). Στην Hatha γιόγκα, αλλά και στον τρίτο και τέταρτο ιδιαίτερα βαθμό ενασχόλησης με τη γιόγκα, παρουσιάζονται υπερφυσικά φαινόμενα, όπως παρατηρούνται και στους Θιβετιανούς γιόγκι, που διδάσκουν την ύπνωση, τηλεκίνηση, ελεγχόμενη τηλεπάθεια, ανύψωση, έξοδο της ψυχής από το σώμα κ.α. (βλ. Kurt E. Koch, σελ. 210-215) 
(γ) ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΣΥΓΧΥΣΗ: Οι ιδρυτές θρησκειών (Μωάμεθ, Χριστός κ.λπ.) υπήρξαν απλά μεγάλοι γιόγκιν, διδάσκουν οι διδάσκαλοί τους. Μάλιστα και ο Χριστός δεν αντιμετωπίζεται ως Θεός, αλλά σαν απλός άνθρωπος όπως εμείς, που έφτασε όμως και κέρδισε την υπερσυνειδησία. Έτσι, «ο αληθινά αφοσιωμένος θ’ αναγνωρίσει ότι Εκείνος, που ήταν το ιδεώδες του στη ζωή, λατρεύεται σε όλα τα ιδανικά, απ’ όλα τα δόγματα, με όλα τα ονόματα, και μέσα απ’ όλες τις μορφές» (Βιβεκανάντα, σελ. 96, 97, 158). 

(δ) ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΟΝΟ ΩΣ ΨΥΧΗΣ και όχι ως ψυχοσωματικής ύπαρξης, όπως δέχεται ο Χριστιανισμός: «ΕΣΕΙΣ είστε η ψυχή και το σώμα είναι ένα κομμάτι σας, που είναι προσωρινό και όχι πραγματικό…. Και κάποτε θα το αποβάλλετε». «Ο εαυτός σας είναι π ν ε ύ μ α και όχι το σώμα σας, το οποίο, όσο κι αν είναι ένα χρήσιμο και βολικό περίβλημα, δεν αποτελεί και μέρος του πραγματικού  Ε α υ τ ο ύ  σας» (Ramacharaka, σελ. 201,202). 
(ε) ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, όπως: -Το ανώτερο εγώ του ανθρώπου είναι υπερβατικό χωρίς αρχή και τέλος, δεν υπάρχει γέννηση και θάνατος. -Παράδεισος και κόλαση δεν είναι παρά προϊόντα του ανθρωπίνου πνεύματος. –Γιόγκα σημαίνει σύνθεση του φυσικού και του μεταφυσικού σύμπαντος κ.α. (βλ. Kurt E. Koch, σελ. 211). -Πιστεύει ακόμη η γιόγκα στον σκληρό και απρόσωπο νόμο του ΚΑΡΜΑ (συσσώρευσης έργων) και στην ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ, που πόρρω απέχουν από τη χριστιανική Αποκάλυψη.
Οι εσφαλμένες αυτές διδασκαλίες προϋποθέτουν την εκμηδένιση του φυσικού σώματος, απορρίπτουν την ανάσταση και τον Τριαδικό Θεό, ενώ πιστεύουν ότι η ψυχή ταξιδεύει και ζει ευτυχισμένα από μερικά χρόνια μέχρι χιλιάδες χρόνια μετά θάνατον, για να επιστρέψει, στη συνέχεια, σε κάποιο φυτό, ζώο ή άνθρωπο, ώστε μετά από ‘άπειρες’ αναγεννήσεις να σωθεί η ψυχή, χαμένη στον απρόσωπο ωκεανό της Νιρβάνα.
Οι άνθρωποι, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, γεννιούνται φτωχοί, άρρωστοι, στο περιθώριο κ.λπ. γιατί σε προηγούμενη ζωή τους υπήρξαν κακοί, άδικοι, εκμεταλλευτές κ.α. Άρα, πρέπει να δεχθούν την άσχημη κατάστασή τους για να εξιλεωθούν σε επόμενη ζωή. Έτσι βέβαια παραλύεται εξαιτίας εσφαλμένων θρησκευτικών πεποιθήσεων η ανάγκη για αλλαγή, για επανάσταση, ο αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, για νέες κατακτήσεις κ.λπ. Και ακολουθεί κανείς το μοιραίο και το τέλμα χωρίς αντίρρηση.
Η θεωρία της μετεμψύχωσης ΔΙΚΑΙΩΝΕΙ ΑΚΟΜΗ ΤΗΝ ΑΠΑΝΘΡΩΠΗ ΒΙΑ και κάθε δικτάτορα, πολιτικό, κοινωνικό ή θρησκευτικό, εφόσον εκείνος γεννήθηκε για να ηγείται και οι υπόλοιποι για να εξιλεωθούν από εγκλήματα προηγουμένων μετενσαρκώσεων. Στο Χριστιανισμό η σωτηρία είναι αντίθετα χάρη, δωρεά του Θεού δια Ιησού Χριστού, και όχι αυτοκατάκτηση, αλλιώς η σταυρική θυσία του Κυρίου θα ήταν άχρηστη. 
Εξάλλου, ο απ. Παύλος ξεκαθαρίζει: «Οι άνθρωποι μια φορά πεθαίνουν και ύστερα έρχεται κρίση» (Εβρ. 9,27), ενώ ο Χριστός, απευθυνόμενος στον δεξιό ληστή πάνω από το σταυρό, τον διαβεβαιώνει: «ΣΗΜΕΡΑ θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο» (Λουκ. 23,23) και δεν του λέει, φυσικά, «Περίμενε και σε μερικές χιλιάδες γεννήσεις και θανάτους θα είμαστε και πάλι μαζί» (βλ. και Μιχαήλ Χούλη, “Σύγχρονες αιρέσεις και παραθρησκευτικές λατρείες στην Ελλάδα”, Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Σύρος 2002, σελ. 77-80/ 84-89). 
Κάποιοι βέβαια μπορεί να ρωτήσουν: “Τι σχέση έχουν όλα αυτά με εμάς; Εμείς ενδιαφερόμαστε μόνο για την πρακτική πλευρά της γιόγκα, την χαλάρωση και αποφόρτιση που παρέχει, και δεν ασχολούμαστε με την θεωρητική φιλοσοφία της”. Η απάντηση, όπως μέχρι σήμερα έχει φανεί εμπειρικά, είναι η εξής: 
Έχει παρατηρηθεί ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, μέσω των πρακτικών ασκήσεων γιόγκα, σιγά-σιγά ο ασκούμενος μυείται στην απω-ανατολίτικη φιλοσοφία και απομακρύνεται, ίσως ασυνείδητα στην αρχή, από την ελληνική παράδοση και ζωή, από την Εκκλησία, από την πίστη στον Ιησού Χριστό ως μοναδικό Μεσσία και Υιό του Θεού.
Το ημίφως, η κατάλληλη ατμόσφαιρα στο φως των κεριών, η αυτοβύθιση, οι συγκεκριμένες στάσεις σώματος, οι τεχνικές αναπνοής, οι ιερές συλλαβές που δίδονται κατά το διαλογισμό, οι θεωρίες περί “ροής ενέργειας” στον οργανισμό, ανοίγματος κέντρων “τσάκρα”, δύναμη της “κουνταλίνι” κ.λπ. -που είναι και καθαρά αντιχριστιανικές διδασκαλίες- οδηγούν σταδιακά τον ασκούμενο στην ινδουιστική και βουδιστική φιλοσοφία. 
Από παραπληροφόρηση ακόμη, ή και σκόπιμα, κάποιοι παρουσιάζουν τον Ησυχασμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως χριστιανική γιόγκα. Διαφέρουν όμως οι έννοιες αυτές ριζικά. Η γιόγκα περιλαμβάνει αντίθεση μεταξύ σώματος και ψυχής, ύλης και πνεύματος, ενώ θεωρεί ότι ο άνθρωπος στην ουσία σώζεται από μόνος του.
Ο Ησυχασμός αντίθετα είναι άσκηση και προσευχή με σκοπό την κατά χάριν ένωση του νοερώς προσευχόμενου ανθρώπου με το Θεό, χωρίς να χάνεται η συνείδηση, και ενώ εξακολουθεί να βιώνει -και να παραμένει ο πιστός- το Χριστολογικό, Τριαδολογικό και κοινωνικό-αγαπητικό περιβάλλον της εκκλησιαστικής και μυστηριακής ζωής. 

Στην χριστιανική ζωή εξάλλου ο Χριστός είναι το Α και το Ω, ενώ ο πιστός σχετίζεται μ’ Αυτόν μέσω της Θ. Κοινωνίας, της ταπείνωσης και των έργων αγάπης (βλ. και Νικόλαου Νευράκη: “Χριστιανισμός και Θρησκεύματα”, Αθ. 1999, σελ. 138-139). 
Τέλος, γιατί αλήθεια χρειάζονται κάποιοι, ενώ θεωρούν τους εαυτούς τους χριστιανούς, ινδουιστική καθοδήγηση και mantras και ασιατικό διαλογισμό για να ηρεμήσουν και να χαλαρώσουν; Τίποτε δεν γνωρίζουν από μελέτη της Αγίας Γραφής, τη βοήθεια του Χριστού μέσω της Θείας Λειτουργίας και τη δύναμη της προσευχής;

Αν χρησιμοποιούσαν τις ώρες που δαπανούν στο διαλογισμό, για να προσευχηθούν θερμά στο Θεό, τα αποτελέσματα στη ζωή τους θα ήταν διαφορετικά και πραγματικά θα βίωναν ελπίδα, πίστη και χαρά σε μεγάλο βαθμό.
Ας θυμίσουμε ότι η υποδούλωση σε ασφυκτικές πνευματικά δυνάμεις δεν είναι δύσκολο, αν δεν προσέξουν, να συμβεί στη ζωή των ανθρώπων και πως, ο απόστολος Παύλος, γνώστης των αδυναμιών μας και της σύγχυσης που απειλεί καθημερινά την ανθρωπότητα, προειδοποιεί: 
«Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε για να είμαστε ελεύθεροι. Παραμείνετε λοιπόν σταθεροί στην ελευθερία και μην ξαναμπαίνετε κάτω από ζυγό δουλείας» (Γαλ. 5,1).
Η Γιόγκα και ο Διαλογισμός 
στο φως της Ορθόδοξης Θεολογίας.
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου


Πηγή: Ακτίνες

Η συγχώρησις των αδελφών, προϋπόθεσις της ενώσεώς μας με τον Χριστό ~ † Αρχ. Γεώργιος Καψάνης

 
Η συγχώρησις των αδελφών, προϋπόθεσις της
 ενώσεώς μας με τον Χριστό 
† Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, 
Προηγούμενος Ι. Μ. Γρηγορίου
Αγίου Όρους
Ομιλία εις την Τράπεζαν της Συγχωρήσεως, την 24η Φεβρουάριου 1992, 
Κυριακή της Τυρινής.
Ευχαριστούμε τον Κύριο, που μας αξίωσε κι απόψε, αδελφωμένοι όλοι, να εορτάσουμε την Κυριακή της Τυρινής· και θα μας αξιώσει μετ’ ολίγον να συγχωρηθούμε και συγχωρημένοι και αγαπημένοι να μπούμε στην ευλογημένη και αγία περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Είναι Παράδοσις της Εκκλησίας μας και του Ορθοδόξου Γένους μας απόψε οι ορθόδοξοι Χριστιανοί και στις πόλεις και στα χωριά, εκεί που υπήρχε παλαιότερα ευσέβεια και όπου υπάρχει ακόμα κάποια ευσέβεια, οι Χριστιανοί να πηγαίνουν στον Εσπερινό της Συγχωρήσεως, να ακούν τα ωραία γράμματα, τα οποία ωθούν την ψυχή του ανθρώπου προς τον πνευματικό αγώνα, και εν συνεχεία να συγχωρούνται από τον ιερέα και μεταξύ των. 
Και μετά να πηγαίνουν στα σπίτια των, να παραθέτουν κοινή τράπεζα, συγγενείς και φίλοι, και να ευφραίνονται οικογενειακώς. Και συγχωρεμένοι όλοι οι Χριστιανοί να αρχίζουν την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, και μάλιστα σε μερικά μέρη να κρατούν και το Τριήμερο.
Δυστυχώς τα ξενικά έθιμα, τα οποία εισέβαλαν στον τόπο μας τα τελευταία χρόνια, κατήργησαν εν πολλοίς αυτήν την ευλογημένη συνήθεια, αυτό το ωραίο ορθόδοξο χριστιανικό έθιμο. Αλλά και κάποια κατάλοιπα του αρχαίου ειδωλολατρικού Ελληνισμού, τα οποία δυστυχώς μέχρι τώρα δεν ξερίζωσε ο Χριστιανισμός και στην πατρίδα μας, οικαρναβαλικές εορτές, οι οποίες τώρα και για λόγους κερδοσκοπικούς προβάλλονται, αντιστρατεύονται αυτήν την ωραία και πνευματική συνήθεια του Ορθοδόξου λαού μας. 
Το αποτέλεσμα είναι να διασκεδάζει ο λαός αυτές τις ημέρες, αλλά όχι χριστιανικά, και γι’ αυτό να μην έχει και αληθινή χαρά. Ο διάβολος τα κατάφερε έτσι, ώστε οι ημέρες αυτές για πολλούς αδελφούς μας Έλληνες Χριστιανούς από ημέρες πνευματικής προετοιμασίας που είναι για τον αγώνα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να γίνονται ημέρες μεγάλων αμαρτημάτων και αισχρουργιών, διά τας οποίας ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι «αισχρόν έστι και λέγειν» (Έφεσ. ε΄ 12). 
Ιδίως στις πόλεις εκείνες που γίνονται οι καρναβαλικές εορτές ακολουθούν πολλές φρικτές αμαρτίες των ανθρώπων. Χαίρεται ο διάβολος και λυπείται ο Χριστός. Και όλα αυτά στην Ορθόδοξο πατρίδα μας. Στο Άγιον Όρος, δόξα τω Θεώ, διατηρείται η Παράδοσις η Ελληνορθόδοξη. Γι’ αυτό και εμείς απόψε συγκεντρωνόμαστε εδώ να τελέσουμε τον Εσπερινό της αγάπης, και μετά και το δείπνο της αγάπης, όπως οι πρώτοι Χριστιανοί που τελούσαν τις αγάπες.
Γνωρίζουμε ότι ο σκοπός της ζωής μας είναι η ένωσίς μας με τον Θεό. Αυτός είναι ο ανώτερος, ο ύψιστος, ο μεγάλος, ο τελικός σκοπός της ζωής μας. Όλοι οι άλλοι σκοποί είναι δευτερεύοντες και επίγειοι. 
Π.χ. το να μάθουμε κάποια τέχνη ή κάποια επιστήμη, το να φτιάξουμε κάποιο σπίτι, το να κάνουμε οικογένεια. Καλά είναι κι αυτά, αλλά αυτά δεν είναι ο τελικός σκοπός της ζωής μας. Διότι μπορεί να τα πραγματοποιήσει αυτά ο άνθρωπος και να επιτύχει κοσμικά και ανθρώπινα, αλλά αν δεν επιτύχει την ένωσή του με τον Θεό, είναι αποτυχημένος από την άποψη του αιωνίου προορισμού του. Μπορεί πρόσκαιρα να επέτυχε σ’ αυτό τον κόσμο, αλλά αιώνια απέτυχε.
Αυτός ο ύψιστος σκοπός της ζωής μας, που πρέπει να επιδιώκουμε μέσα σε όλα τα ανθρώπινα και πέρα απ’ όλα τα ανθρώπινα, επιτυγχάνεται μέσα στην αγία μας Εκκλησία.
Η Εκκλησία μας είναι εκείνη που μας διδάσκει αυτόν τον μεγάλο σκοπό της ζωής μας, αλλά και που μας βοηθάει να τον πραγματοποιήσουμε. Και να, μία βοήθεια που μας δίνει η Εκκλησία για να πραγματοποιήσουμε αυτόν τον μεγάλο σκοπό της ζωής μας: Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Είναι η περίοδος, κατά την οποία με τις ωραίες ακολουθίες, τα ωραία γράμματα που ψάλλει η Εκκλησία μας, τις ωραίες αναγνώσεις, τα ωραία τυπικά, μας υπενθυμίζει ότι ο σκοπός μας είναι να ενωθούμε με τον Θεό.

Και ότι για τον σκοπό αυτό πρέπει να αγωνισθούμε. Χωρίς αγώνα δεν μπορεί ο άνθρωπος να ενωθεί με τον Θεό. Δεν θα αναλύσω απόψε στην αγάπη σας ποιος είναι αυτός ο αγώνας, γιατί λίγο ως πολύ το γνωρίζουμε. Θέλω όμως να τονίσω, διότι το καλεί η ημέρα, ότι η ένωσις με τον Θεό είναι συγχρόνως και ένωσις με τους αδελφούς μας, τους συνανθρώπους μας. Δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Θεό, αν δεν είμαστε ενωμένοι με τους συνανθρώπους μας. Κάθε τι το οποίο μας χωρίζει από τους συνανθρώπους μας, μας χωρίζει κι από τον Θεό.
Γι’ αυτό είναι μεγάλη ανάγκη να είμαστε συνεχώς ενωμένοι πνευματικά με τους συνανθρώπους μας, για να είμαστε ενωμένοι με τον Θεό. Προκειμένου να αφαιρέσουμε κάθε εμπόδιο το οποίον μας χωρίζει από τους συνανθρώπους μας, έχουμε εμείς οι Χριστιανοί την συγχώρηση. Με την συγχώρηση αποκαθιστούμε την ενότητα, την αγάπη, την ομοψυχία, την ειρήνη. 
Ο πειρασμός, τα πάθη μας, ο εγωϊσμός μας, συνεχώς μας βάζουν εμπόδια στο ν’ αγαπούμε τον συνάνθρωπό μας, στο να τον συγχωρούμε. Μας δημιουργούν μέσα μας ψυχρότητες, επιθετικότητες, κακούς λογισμούς, καχυποψίες, παράπονα για τον συνάνθρωπό μας, άλλοτε δίκαια και άλλοτε άδικα. Αυτά όλα όμως μας χωρίζουν από τον συνάνθρωπό μας. 
Κι όταν λέω συνάνθρωπό μας, δεν εννοώ τον άγνωστο, αλλά αυτόν με τον οποίον συμπορευόμεθα στον δρόμο της ζωής μας, που για μας μεν τους μοναχούς είναι όσοι αποτελούν την αδελφότητα της Μονής αλλά και οι αδελφοί μας που μας επισκέπτονται, οι προσκυνηταί της Μονής, οι εργαζόμενοι στη Μονή, οι άνθρωποι που περνούν από το Μοναστήρι μας. Όλοι αυτοί είναι οι πλησίον, για τους οποίους ομιλεί ο Κύριος στο ιερό Ευαγγέλιο. 
Για σας δε τους κοσμικούς πλησίον είναι οι συγγενείς σας, η σύζυγός σας, οι γονείς σας, τα αδέλφια σας, τα παιδιά σας, οι συνεργάτες σας, οι συμμαθηταί σας στα σχολεία. Αυτούς όλους τους ανθρώπους καλούμεθα να τους έχουμε μέσα στην καρδιά μας, να τους αγαπούμε, να τους χωράμε μέσα μας.
Δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Θεό, όταν δεν αισθανόμαστε ο,τι αισθάνεται ο Θεός για τους ανθρώπους. Η καρδιά του Θεού είναι ανοικτή. Χωράει όλο τον κόσμο. Και χωράει και εκείνους οι οποίοι τον υβρίζουν και τον βλασφημούν. Η καρδιά του Χριστού, όταν σταυρωνόταν, χωρούσε εκείνους που τον σταύρωναν. 
Κι όχι μόνο τους συγχωρούσε, αλλά και τους εδικαιολογούσε: «Πάτερ, άφες αυτοίς· ού γάρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ΄ 34). Και η καρδιά του Χριστιανού πρέπει να είναι μια καρδιά Θεομίμητος και Χριστομίμητος, να είναι ανοικτή πάντα και να χωράει πάντα όλους τους ανθρώπους, και εκείνους για τους οποίους έχει παράπονα και εκείνους οι οποίοι τον έχουν αδικήσει.
Να, ένα μεγάλο αγώνισμα για μας τους Χριστιανούς: Η συγχωρητικότητα, η ανοχή, η επιείκεια, η κατανόησις. Δύσκολο το αγώνισμα, αλλά πολύ αναγκαίο για την ένωσή μας με τον Θεό, για την ειρήνη της ψυχής μας, για την σωτηρία της ψυχής μας. 

Είναι πολύ εύκολο να δημιουργηθεί μεταξύ μας ψυχρότης και αντιπάθεια. 
Αλλά η συγγνώμη, που θα ζητήσουμε ο ένας απ’ τον άλλο και θα δώσουμε ο ένας στον άλλο, αμέσως διορθώνει το κακό, λιγοστεύει την απόσταση, φέρνει τον ένα κοντά στον άλλο, έτσι που ο ένας να χωράει μέσα στον άλλο κι όλοι μαζί να χωράμε μέσα στον Θεό. 
Τι ευλογία μεγάλη! Να χωράει ο ένας μέσα στον άλλο κι όλοι να χωράμε μέσα στον Θεό. Κι όπως ο Θεός μας χωράει όλους μέσα στην απεριόριστη ευρυχωρία της θείας αγάπης του, έτσι κι εμείς να διευρυνθούμε και να χωράμε όλους τους αδελφούς μας μέσα στην αγάπη μας.
Τι κακό πράγμα είναι να στενεύει κανείς και να μη χωράει κανένα στην καρδιά του ή να χωράει ελάχιστα μόνο πρόσωπα. Αυτό έχει πάθει κι ο εχθρός της σωτηρίας μας, ο διάβολος. Ενώ ο Θεός είναι ανοικτός σ’ όλο τον κόσμο, ο διάβολος είναι κλειστός σ’ όλο τον κόσμο. Ο διάβολος δεν μπορεί να ανοιχθεί σε κανένα. Είναι κλεισμένος σε μια φοβερή μοναξιά και εγωκεντρισμό. Δεν αγαπάει κανένα, αλλά μισεί όλους και θέλει το κακό όλων.
Τι ωραίο πράγμα να διευρύνεται ο Χριστιανός. Όσο περνά η ζωή του, να ανοίγει η καρδιά του, να χωράει όλους και ν’ αγαπάει όλους. Αυτό το αγώνισμα πρέπει να κρατήσει σε όλη μας την ζωή. Όσο περνούν τα χρόνια μας, τόσο πιο πολύ να διευρυνώμεθα πνευματικά, να ανοιγόμαστε και να χωράμε, όπως είπα, μέσα μας όλους τους αδελφούς μας.
Αυτή η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή θα μας δώσει την δυνατότητα ν’ αγωνισθούμε. Σε λίγο θα βάλουμε μετάνοια μεταξύ μας και θα ζητήσουμε συγχώρηση. Θα ζητήσουμε συγχώρηση πρώτα από τον Κύριο και Θεό και Πλάστη και Κριτή μας, ενώπιον του οποίου όλη μας η ζωή, και τα φανερά και τα κρυπτά, είναι γνωστά. 
Μετά απ’ την Παναγία μας, η οποία προΐσταται της Εκκλησίας των λελυτρωμένων και είναι η Μητέρα μας και η Μητέρα όλων των Χριστιανών κι όλου του κόσμου, και ιδιαίτερα η Προστάτις και Έφορος και Ηγουμένη και Γερόντισσα του Αγιωνύμου τούτου Όρους, στο οποίον και εμείς οι ανάξιοι καταξιωθήκαμε να εγκαταβιώνουμε. Έχουμε μια ιδιαίτερη ευθύνη απέναντι της Παναγίας, γιατί αυτή μας κάλεσε εδώ, αυτή μας κρατάει εδώ κι αυτή περιμένει πολλά από μας. Και γι’ αυτό και από την Παναγία μας ζητούμε συγχώρηση, για όσες φορές την απογοητεύουμε.
Και μετά ζητούμε συγχώρηση και από τους Αγίους μας, που είναι οι μεγαλύτεροι αδελφοί μας και οι οποίοι μας παρακολουθούν, μας βοηθούν, μας συμπαρίστανται και περιμένουν να φιλοτιμηθούμε στον πνευματικό αγώνα.
Ζητάμε συγχώρηση και μεταξύ μας, και ιδίως από όποιον αδελφό έτυχε λόγω της αδυναμίας μας, του εγωισμού μας και των παθών μας, κάποτε να ψυχρανθούμε, να ανταλλάξουμε ένα λόγο που δεν έπρεπε ν’ ανταλλάξουμε ή να κρατήσουμε κάποιο αρνητικό αίσθημα μέσα μας γι’ αυτόν, που, όσο λεπτό κι αν είναι, όμως αποτελεί εμπόδιο στην πλήρη και τελεία κοινωνία μας με τον αδελφό.
Μακάρι να βοηθήσει ο Θεός να αξιωθούμε όλοι να προχωρούμε σ’ αυτή την ψυχική ενότητα, να μην έχουμε μια εξωτερική και συμβατική και τυπική ένωση, αλλά να έχουμε μία καρδιακή ένωση και περιχώρηση και αγάπη και παραδοχή και αποδοχή ο ένας για τον άλλον. Και όσο περνούν τα χρόνια της ζωής μας, τόσο και πιο πολύ να ενωνόμαστε μεταξύ μας και να ενωνόμαστε με τον Θεό.
Η αλήθεια είναι ότι, όσο πιο πολύ πλησιάζουμε τον Θεό, θα πλησιάζουμε και μεταξύ μας. Και όσο πιο πολύ πλησιάζουμε μεταξύ μας, θα πλησιάζουμε στον Θεό. Ζητούμε την Χάρι του Θεού, τις πρεσβείες της Παναγίας μας και των Αγίων μας, για να αγωνιστούμε αυτόν τον αγώνα, να τον έχουμε πάντοτε προ οφθαλμών μας και να τον επιτύχουμε.
Αλλά και σε σας αδελφοί μας, που συμμετέχετε απόψε στο δείπνο της αγάπης και της συγχωρήσεως και που είστε δια του Αγίου Βαπτίσματος μέλη τίμια του Αγίου Σώματος του Χριστού, ευχόμεθα να κάνετε αυτόν τον αγώνα στο διάστημα της επιγείου ζωής σας και να αξιωθείτε κάθε μέρα να προοδεύετε σ’ αυτόν τον αγώνα, να ενώνεστε πιο πολύ μεταξύ σας και με τον Θεό. Και αυτό θα σας δίνη πολλή χαρά και πολλή ευλογία. 
Διότι η αληθινή χαρά προέρχεται από την αγάπη. Και εκεί που βασιλεύει η αγάπη, υπάρχει και η πραγματική ευτυχία. Ενώ εκεί που λείπει η αγάπη, υπάρχει το ανικανοποίητο κενό.
Με αυτές τις ταπεινές σκέψεις εύχομαι να περάσουμε όλοι την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή με υγεία, με προσευχή, με μνήμη Θεού, και να αξιωθούμε ανανεωμένοι πνευματικά να εορτάσουμε με αγία χαρά και την ένδοξο και λαμπροφόρο Ανάστασι του Κυρίου μας, η οποία θα είναι και το προοίμιο της απολαύσεως εκ μέρους μας της αιωνίου βασιλείας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.
Ως πρώτος τη τάξει κατά Χάριν Θεού αδελφός της Μονής μας και πατήρ σας πνευματικός, πρώτος σας βάζω μετάνοια και ζητώ απ’ όλους σας συγχώρηση και συγχωρώ πάντας από καρδίας.
Η συγχώρησις των αδελφών 
προϋπόθεσις της ενώσεώς μας με τον Χριστό
† Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, 
Προηγούμενος Ι. Μ. Γρηγορίου Αγίου Όρους
(Ετήσια έκδοσις της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, 
«Ο Όσιος Γρηγόριος», περίοδος Β΄, έτος 2012, αριθμ. 37)

Ομάδα προσευχής και μελέτης του Ψαλτηρίου, εντός της Μεγάλης Σαρακοστής

Ο Νυμφίος, από την Αγία Πρόθεση της Ιεράς Μονής Μεγάλης Παναγίας Σάμου
Ομάδα προσευχής και μελέτης του Ψαλτηρίου, 
εντός της Μεγάλης Σαρακοστής

Σε περίπτωση που σας ενδιαφέρει θα ξεκινήσει μια ομάδα μελέτης ψαλτηρίου. Συμμετέχουμε κι εμείς ως απλά μέλη… 
Γίνεται κάθε Σαρακοστή. 
Πρακτικά κάθε μέρα διαβάζουμε το κάθισμα που μας ανατίθεται και όλη η ομάδα βγάζει το ψαλτήρι 2 ή περισσότερες φορές ανά ημέρα (συνήθως είναι πάνω από 40 συμμετέχοντες). 
Ο καθένας το βγάζει 2 φορές σε όλη την Σαρακοστή… 
Παράλληλα μνημονεύουμε ο καθένας τα ονόματα των συμμετεχόντων, αλλά και πρόσθετα ονόματα που βρίσκονται σε προαιρετική κατάσταση.
Όποιος επιθυμεί μπορεί να επικοινωνήσει με τον κ. Κωνσταντίνο Γερανίου ~ Constantinos Gheraniou
(Έτσι, θα του σταλούν αναλυτικές οδηγίες…)

Ο προφητάναξ Δαυίδ

Σύναξη για την Ορθοδοξία: Διακήρυξη και Ομολογία

Σύναξη για την Ορθοδοξία: Διακήρυξη και Ομολογία
Πρός τό χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας μας
Ἡ σύγχρονη πραγματικότητα μᾶς φέρνει ἀντιμέτωπους μέ τήν καθολική ἀπαξίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τῆς παραδόσεώς μας καί τῆς κατευθυνόμενης προσπάθειας μέ σκοπό τήν ἀποορθοδοξοποίηση καί τόν ἀφελληνισμό τοῦ λαοῦ μας.

Σέ κοινωνικό καί πολιτικό ἐπίπεδο, τό σύνδρομο τοῦ δῆθεν ἐκσυγχρονισμοῦ καί ἀθεϊστικοῦ προοδευτισμοῦ, δρᾶ πλέον σαρωτικά ἰσοπεδώνοντας κάθε ἔννοια ἠθικῆς, κάθε ἰδανικό καί ἀνθρώπινη ἀξία. Ἡ ἀνηθικότητα καί ἡ διαστροφή ἐπαινοῦνται καί τελικά θεσμοθετοῦνται. Ἡ ἱστορική μας μνήμη ἀπαξιώνεται, παραποιεῖται καί ἀλλοιώνεται. Ἡ ἐθνική καί θρησκευτική μας αὐτοσυνειδησία διαβάλλεται καί ἐνοχοποιεῖται.

Στόχος ἡ ὑποδούλωση τοῦ λαοῦ μας στήν κυριαρχία τῆς παγκοσμιοποιήσεως, τῆς Πανθρησκείας, τῆς «Νέας Τάξεως Πραγμάτων» καί τῆς «Νέας Ἐποχῆς»· ἡ δέσμευσή μας στήν γιγαντιαία αὐτή πολιτιστική, θρησκευτική, ἐθνική καί οἰκονομική χοάνη, πού ὁμογενοποιεῖ καί ἀποσυνθέτει θεσμούς, πιστεύματα, παραδόσεις, πολιτισμούς, ἤθη, ἀρχές, ἀξίες, ἐθνότητες, λαούς καί πατρίδες.

Σέ ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο ἡ μάστιγα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ συνεχίζει νά καταρρακώνει τήν ἀλήθεια τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας. Τά σύγχρονα οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα ἔχουν πλέον ξεπεράσει καί καταπατήσει τίς «κόκκινες γραμμές» τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας καί παραβιάζουν κατάφωρα τήν ὀρθόδοξη δογματική συνείδηση τῶν πιστῶν.

Ἡ οἰκουμενική Κίνηση, ἄλλωστε, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα με τίς γνωστές Πατριαρχικές Ἐγκυκλίους του 1902, 1904 καί 1920, ἔχει ἀνοίξει διάπλατα τόν δρόμο πρός τόν οἰκουμενιστικό συγκρητισμό καί τήν σχετικοποίση τῆς Ὀρθοδό-ξου Πίστεως, ἐγκλωβίζοντας τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν οἰκουμενιστική παγί-δα.

Τό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ), ἡ πανσπερμία αὐτή τῶν αἱρέσεων, ἡ κοιτίδα ὅλων τῶν καινοφανῶν θεολογικῶν ἀπόψεων, εἶναι τό φυτώριο τῶν συγχρόνων θεολογικῶν παρεκτροπῶν, ἡ πηγή τῆς ἀξιακῆς παρακμῆς, τῆς ἠθικῆς παρεκτροπῆς καί τῶν ποικίλων ὀλισθημάτων, πού ἔχουν ἀπαξιώσει κυριολεκτικά τόν προτεσταντικό χριστιανισμό. 

Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά τήν χειροτονία γυναικῶν, τήν ἱερολογία γάμων των ομοφυλοφίλων κ.λπ. Οἱ τελευταῖες, ἄλλωστε, ἀποφάσεις τῶν Γενικῶν Συνελεύσεων τοῦ ΠΣΕ, ὅπως αὐτή τοῦ Porto Alegre καί του Μπουσάν, ἔχουν καταλύσει κάθε ἔννοια ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας.


Ἡ συμμετοχή τῶν ὀρθοδόξων, ἐπί μισό καί πλέον αἰώνα στό Π.Σ.Ε., ὄχι μόνο δέν κατάφερε νά ἐπαναφέρει ἀπό τήν πλάνη τούς ὑπολοίπους συμμετέχοντες, ἀλλά ἐπεσώρευσε καί στόν χῶρο τῆς ὀρθοδοξίας μία σειρά κακοδοξιῶν καί πλανεμένων θεωριῶν, ὅπως τήν θεωρία τῶν κλάδων, τήν θεωρία τῆς διηρημένης ἐκκλησίας, τήν μεταπατερική θεολογία, τήν συναφειακή θεολογία κ.α. 

Ὁ διάλογος τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τούς αἱρετικούς θά ἔπρεπε νά ἔχει σάν στόχο τήν ἐπάνοδο τῶν αἱρετικῶν στήν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας, ὑπό τήν προϋπόθεση τῆς εἰλικρινοῦς διαθέσεως ἐπιστροφῆς τοῦ αἱρετικοῦ «χριστιανικοῦ» κόσμου στήν κοινή παράδοση τῆς προσχισματικῆς περιόδου. Ὅμως στό ἐπίπεδο τῶν διμερῶν θεολογικῶν διαλόγων μέ τούς ἑτεροδόξους συναντᾶ κανείς ἀνάλογες συμπεριφορές καί θεολογικές παραμορφώσεις μέ αὐτές τοῦ Π.Σ.Ε. 

Πιό συγκεκριμένα, ὁ ἐπίσημος θεολογικός διάλογος ὀρθοδόξων-ρωμαιοκαθολικῶν, πού διεξάγεται τά τελευταῖα τριανταοκτώ χρόνια, δέν παύει νά ἐπαναλαμβάνει καί νά ἀνακυκλώνει ἀπόψεις καί πορίσματα πού δέν ὁδήγησαν σέ καμμία οὐσιαστική πρόοδο, ἀφοῦ δέν συνέβαλαν στήν ἀποβολή καμμίας ἀπό τίς πλάνες ἐκ μέρους τῶν παπικῶν.


Παρά τήν ἀποτυχία τοῦ ἐπίσημου θεολογικοῦ διαλόγου ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας καθιέρωσε τόν λεγόμενο διάλογο τῆς ἀγάπης, ὁ ὁποῖος στηρίζεται σέ καθαρά νεοεποχήτικες μεθόδους καί πρακτικές. Χρησιμοποιεῖ γεγονότα καί καταστάσεις πού τά παρουσιάζει μέ ἰδιαίτερο τρόπο, ὥστε νά προβάλλεται πρός τά ἔξω ἡ πλαστή εἰκόνα μίας τεχνητῆς συμφωνίας καί μίας ψευδοενότητας μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν. 

Ἔχουμε, ἔτσι, τις ἀνταλλαγές ἀντιπροσώπων στίς θρονικές ἑορτές (Φανάρι-Βατικανό), συμμετοχή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη στίς «λειτουργίες» τῶν παπικῶν καί τοῦ Πάπα σέ ὀρθόδοξες λειτουργίες στό Φανάρι, κοινές λατρευτικές ἐκδηλώσεις, συμπροσευχές, διαθρησκειακές συναντήσεις κ.ἄ.


Ὅλα αὐτά λειτουργοῦν καί ἐπιβάλλονται ὡς τετελεσμένα, καθιερώνοντας μία οὐνιτίζουσα μορφή τοῦ σύγχρονου οἰκουμενισμοῦ, πού στηρίζεται στήν κυρίαρχη ἰδεολογία τῆς Νέας Ἐποχῆς ὅτι μποροῦμε νά «εἴμαστε ὅλοι τό ἴδιο» καί ὅτι «μποροῦμε νά εἴμαστε ἑνωμένοι διατηρώντας ὁ καθένας τίς ἰδιαιτερότητές μας». Ἔχουμε μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἐπιβολή τῆς οὐνίας εἰς βάρος τῶν ὀρθοδόξων, ὡς «πρότυπο ἑνώσεως», ἔτσι ὅπως πάγια προβάλλεται ἀπό τούς παπικούς καί πού ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό τούς Ὀρθοδόξους οἰκουμενιστές στό Ballamand.

Πρόκειται οὐσιαστικά γιά τήν ἐφαρμογή τῶν ἀποφάσεων τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου καί τοῦ «Διατάγματος περί Οἰκουμενισμοῦ» πού ἐξέδωσε (1965). Στά πρότυπα, ἄλλωστε, τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου πραγματοποιήθηκε καί ἡ πρόσφατη (Ἰούνιος 2016) «Σύνοδος» τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία, ὅπως ἀπεδείχθη, οὔ-τε Μεγάλη, οὔτε Πανορθόδοξος εἶναι, ἀλλά «Σύνοδος τῶν Προκαθημένων καί ὄχι Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» 1.

Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης θεσμοθέτησε οὐσιαστικά τόν οἰκουμενισμό καί κατέληξε σέ ἀντορθόδοξες ἀποφάσεις, προσδίδοντας ἐκκλησιαστικότητα στίς αἱρέσεις καί κλονίζοντας τήν πίστη στήν Μία, Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ὡς τήν μόνη ἀληθινή καί σώζουσα. 

Οἱ ἀποφάσεις αὐτές βρῆκαν ἰσχυρότατες ἀντιδράσεις καί δέχτηκαν ὀξύτατη κριτική ἀπό Ἐπισκόπους, κληρικούς, μοναχούς καί θεολόγους ἀπό ὅλες τίς Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί δέν ἔχουν γίνει ἀποδεκτές ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο «ἔχει τὸ δικαίωμα (…) καί ὄχι μόνο τό δικαίωμα, ἀλλὰ και τὸ καθῆκον τῆς “ἐπιβεβαιώσεως”» 2 τῶν ἀποφάσεων τῶν Συνόδων, κατά τήν μνημειώδη ἀπόφαση τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1848.

Ἐνώπιον ὅλων αὐτῶν τῶν τραγικῶν καταστάσεων, τῶν ἀπειλῶν καί τῶν κινδύνων, ἡ ἀδιαφορία και ὁ ἐφησυχασμός δέν ἔχουν θέση. 

Γιά τόν λόγο αὐτόν, μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας και ἔχοντας ὑπόψη τόν λόγο τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, «οὗ γάρ εἰσί δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμί ἐν μέσω αὐτῶν» (Ματθ.18,20), συγκροτήσαμε τήν «ΣΥΝΑΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ», ὡς ἄτυπο σῶμα, γιά τήν ὁμολογία και ὑπεράσπιση τῆς ὀρθοδόξου Πίστεώς μας.


Δέν ἐμφανιζόμαστε ὅμως γιά πρώτη φορά. Ὅλοι ἔχουμε ἀποδεχθεῖ καί συνυπογράψει τήν «ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ» τό 2009, στήν ὁποία μένουμε καί σήμερα πιστοί καί ἀμετακίνητοι. Γιά τήν ἑνότητα, ὅπως καί τόν συντονισμό τῶν περαιτέρω ἐνεργειῶν μας καί ὡς συνέχεια τῆς Ὁμολογίας μας ἐκείνης, «ἐν ἐνί στόματι καί μία καρδία», ὁμολογοῦμε καί διακηρύσσουμε:

α) Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία εἶναι μόνον ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, ὅπως ἱδρύθηκε ἀπό τόν Κύριο Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό καί συνεχίζεται στήν ἱστορία ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί ὅλους τούς Ἁγίους. Ἡ σωτηρία ὡς θέωση, ἐνεργεῖται ἀποκλειστικά μέσα σ’ Αὐτήν μέ τήν «ὁλοτελῆ» (Α΄Θεσ.5,23) «παράθεση» ὅλης τῆς ζωῆς μας στόν Χριστό κατά τό λειτουργικό: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Οἱ ἐκτός αὐτῆς διάφορες θρησκευτικές ὁμάδες, πού αὐτοπροσδιορίζονται ὡς «ἐκκλησίες», εἶναι σχίσματα καί αἱρέσεις.


β) Αὐθεντικοί φορεῖς καί ἐκφραστές τῆς ΜΙΑΣ σώζουσας Ἀλήθειας εἶναι οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι θεολογοῦν σέ κάθε ἐποχή ἀπλανῶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, μέσω τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεώς τους καί ἡ θεολογία τους γίνεται ὁμολογία ὄλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Πληρώματος. Γι’ αὐτό, μαζί μέ τόν θειότατο Πατέρα μας Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, πιστεύουμε καί διακηρύσσουμε, ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι «τό μή πρός τούς Πατέρας ἀμφισβητεῖν». 

Θεωροῦμε ὅτι :

α) Ὁ Παπισμός εἶναι ἡ μήτρα ὅλων τῶν νεωτέρων αἱρέσεων καί πλανῶν, τήν ὁποία, μέσα σέ μία μακρά διαλεκτική διαδικασία, ἐγέννησε ἡ ἀλλοτριωμένη δυτική Χριστιανοσύνη, ἡ δέ συνέχειά του, ὁ πολυώνυμος Προτεσταντισμός, προσέθεσε τίς δικές του πλάνες καί αἱρέσεις.

β) Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιά τήν Ἐκκλησία, διότι ἀλλοτριώνει σταδιακά καί ἀθόρυβα τό ὀρθόδοξο φρόνημα τῶν πιστῶν καί σχετικοποιεῖ τήν ὀρθόδοξη πίστη. 

Γιά τόν λόγο αὐτόν εἴμαστε σαφῶς ἀντίθετοι πρός ὅλα τά ἀνοίγματα πρός τόν Οἰκουμενισμό καί τή συμμετοχή τῶν ὀρθοδόξων στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν (ΠΣΕ). Παράλληλα καταδικάζουμε καί τόν διαθρησκειακό οἰκουμενισμό, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τήν μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Ἁγίων μας στήν ἱστορία. 

Ὡς ἐκ τούτου, διακηρύσσουμε καί πάλι, ὅτι ὅσοι διδάσκουν καί στηρίζουν τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στήν πράξη, «θέτουν οὐσιαστικῶς ἑαυτούς ἐκτός Ἐκκλησίας». Δέν τούς «ἐξωεκκλησιάζουμε» ἐμεῖς, ἀλλ’ οἱ πράξεις καί οἱ ἐνέργειές τους, ὡς καί οἱ διακηρύξεις τους, περί «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», «διευρυμένης ἐκκλησίας», «διηρημένης ἐκκλησίας», «βαπτισματικῆς θεολογίας», κλπ.

Ὅσον ἀφορᾶ στή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης φρονοῦμε ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη ἡ σύγκληση μίας νέας Συνόδου, μέ ὀρθόδοξα κριτήρια, πού θά ἀνασκευάσει τίς ἀντορθόδοξες ἀποφάσεις της καί θά καταδικάσει τόν οἰκουμενισμό.

Τέλος ὁ 15ος Κανόνας τῆς Α/Β Συνόδου (863) δέν ἔχει ὑποχρεωτικό χαρακτήρα καί ὡς ἐκ τούτου δέν «ἀποτειχιζόμεθα» ἄχρι καιροῦ, ἀλλά συνεχίζουμε τήν διαμαρτυρία μας, κατά τήν σεβαστή παρότρυνση ἁγιασμένων Γερόντων, οἱ ὁποῖοι μᾶς ὁδηγοῦν μέ τό λόγο τους καί μᾶς ἐνισχύουν μέ τήν προσευχή τους. Ἐξ ἄλλου, σύμφωνα μέ δηλώσεις τῶν οἰκουμενιστῶν, ἡ ἀποτείχισή μας αὐτή τή στιγμή, τούς χαροποιεῖ, διότι διευκολύνει τό ἔργο τους. 


Μέ βάση αὐτές τίς ἀρχές ἐπιθυμοῦμε νά δραστηριοποιηθοῦμε στόν τομέα τῆς ἐνημέρωσης καί ἐνεργοποίησης τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος, στήν διατήρηση καί ἀνάδειξη θυλάκων πού θά ἀντισταθοῦν στήν παραχάραξη τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεώς μας καθώς καί στήν πραγμάτευση τρόπων ὑγιοῦς ἀντίστασης στίς μεθοδεύσεις καί τίς ἐπιβουλές τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῶν ἐκφραστῶν της. 

Ἡ Οἰκουμενική Ὀρθόδοξη πίστη μας καί μέσῳ αὐτῆς ὁ οἰκουμενικός Ἑλληνικός πολιτισμός μας, ἡ πνευματική καί ἐθνική ταυτότητά μας, ξεπερνοῦν κάθε παγκοσμιοποίηση καί νέα Ἐποχή. Ἀποτελοῦν τή Μοναδική Ἐποχή στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, πού εἶναι καί Παλαιά καί Νέα καί Μέλλουσα καί Παντοτινή, γιατί εἶναι ἡ Ἐποχή τῆς Ἀλήθειας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. 

Ἐπιδίωξή μας εἶναι, μέ τήν χάρη τοῦ Παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ μας, ἡ συνάντηση καί ἡ συνοδοιπορία καί μέ ἄλλους πατέρες καί ἀδελφούς, πού ἔχουν ἀνάλογες ἀναζητήσεις καί ἀνησυχίες.

Συνεχίζουμε τόν κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀγώνα, ὡς ἰσχυρή διαμαρτυρία και ὁμολογία τῆς ἀποστολικοπατερικῆς παραδόσεως, ἐνώπιον «βασιλέων καί ἀρχόντων» καί «ὀρθοδόξων» Ἡγετῶν, πού μέ τήν οἰκουμενιστική τους δράση προδίδουν τήν ἀποστολή τους.

Ἡ «Σύναξη γιά τήν Ὀρθοδοξία», μέ ἄξονα τήν ὑπεράσπιση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως, θά ἐπιλαμβάνεται καί ἄλλων προβλημάτων πού ταλανίζουν τήν κοινωνία μας καί τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ, ἐξαιτίας ἀντιχρίστων νομοθετημάτων καί πολιτικῶν ἐπιλογῶν, 

ὅπως εἶναι ἡ θεσμοθέτηση «γάμων» ἤ συμβιώσεως ὁμοφυλόφιλων ζευγαριῶν, ὁ ἀποχρωματισμός τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό ὁμολογιακό μάθημα, ἡ καύση τῶν νεκρῶν, ἡ ἀλλαγή ταυτότητας φύλου, ἡ θεσμοθέτηση τῆς εὐθανασίας, ἡ καθιέρωση τῆς κάρτας τοῦ πολίτη, κ.ἄ. 

Ὡς μαρτυρία καί ἔργο τῆς «Συνάξεως» νοεῖται α) ἡ σύνταξη ὀρθοδόξων ὁμολογιακῶν κειμένων πού προκύπτουν ἀπό ποικίλες ἀφορμές, πού δίνουν θιασῶτες τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως μέ τά ὑπογραφόμενα κείμενά τους, β) διοργάνωση ἡμερίδων καί συνεδρίων καί ἡ ἔκδοση βιβλίων καί φυλλαδίων, μέ τοποθετήσεις ὀρθόδοξες στά ἀνακύπτοντα θέματα, γ) ἐνδεχόμενες παρεμβάσεις πρός κάθε ἐκκλησιαστική ἀρχή. 

Κριτήρια κάθε ἐκφράσεώς μας θά εἶναι ἡ βιβλική καί πατερική θεολογία, οἱ Ἱεροί Κανόνες, οἱ πρακτικές τῶν Ἁγίων, ὅπως ἐμφανίζονται στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία καί κείμενα συγχρόνων ὁμολογητῶν θεολόγων, πού βαδίζουν πάνω στήν παράδοση τῶν Ἁγίων καί εἶναι καθολικῶς ἀποδεκτά ἀπό τήν Ἐκκλησία.


Ἡ πρωτοβουλία μας αὐτή ἀποτελεῖ τήν ἐλάχιστη ἀνταπόκρισή μας στήν παρακαταθήκη τῶν Ἁγίων μας, στό καθῆκον μας πρός τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία μας.

Ἀποτελεῖ τήν ἐπιβαλλόμενη ὑπακοή μας στούς Ἁγίους Πατέρες μας, πού μᾶς τονίζουν τήν ἀνάγκη στά θέματα τῆς πίστεως νά ἐκφέρουμε τόν διαχρονικό ἁγιοπνευματικό λόγο τους, τόν λόγο τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, τόν αὐθεντικό καί ζωντανό λόγο τῶν συγχρόνων γερόντων μας καί ὅλων ὅσων παραμένουν πιστοί στήν παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας.

Στίς μέρες μας, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, ἀπαιτεῖται ἀνδρεῖο καί ὁμολογιακό φρόνημα, ἐπαγρύπνηση καί παρεμβάσεις τέτοιες, πού θά σταθοῦν ἀνάχωμα στόν οἰκουμενιστικό ὀλετήρα. 


Ἀπαιτεῖται πρωτίστως ὑπαρξιακή μετάνοια καί καρδιακή προσευχή, καθώς αὐτά εἶναι κυρίως τά μέσα πού θά ἀναχαιτίσουν τίς ὀλέθριες ἐνέργειες τῶν οἰκουμενιστῶν καί τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστώς μας. 

Παραμένουμε «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι», σταθεροί καί ἀμετακίνητοι ἐν Χριστῷ καί ἐν τῇ Ἁγίᾳ Του Ἐκκλησίᾳ καί ἐναποθέτουμε σ’ Ἐκεῖνον τήν ἀγωνία καί τήν ἀνησυχία μας γιά τά τεκταινόμενα στήν Ἐκκλησία καί τήν πατρίδα μας, προσφέροντας, ὅμως, καί μεῖς τήν ὀφειλόμενη συνέργειά μας. 
Ιανουάριος 2018

Η ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, 
Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος,
Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Παῦλος Δημητρακόπουλος 
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Πρωτοπρ. Ἰωάννης Φωτόπουλος, 
Πρωτοπρ. Ἀντώνιος Μπουσδέκης 
Πρωτοπρ. Βασίλειος Κοκολάκης 
Θεολόγος Λάμπρος Σκόντζος


Βιβλιογραφικές αναφορές:

1)  Μητρ. Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Παρέμβαση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, Μάϊος 2016, Τεῦχος 238

2)  π. Γ. Φλωρόφσκυ, Θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. Ἄρτος Ζωῆς, Ἀθῆναι 1989, σελ. 207